Documento Media

Ισορροπώντας στο γυάλινο έδαφος της γεωπολιτικής

Του Σταύρου Παναγιωτίδη

Πίστευε: «Η ίδια η Αγγλία έχει συμφέρον να αποκαταστήσει με την Ελλάδα σχέσεις δημοκρατίας με δημοκρατία και όχι αυτοκρατορίας με αποικία». Δήλωνε: «Αν η πλειοψηφία “του δημοκρατικού κόσμου” αποφάσιζε εισβολή στη Βόρειο Ηπειρο, το κόμμα θα πειθαρχούσε». Παραδέχτηκε: «Υπεραισιόδοξος σε σχέση με τις αντικειμενικές συνθήκες». Καθαρός από κάθε κατηγορία πως είναι πράκτορας του εχθρού

Ο ΤΡΑΓΙΚΟΣ ΗΓΕΤΗΣ ΕΞΩΘΗΘΗΚΕ ΣΕ ΕΜΦΥΛΙΟ ΑΠΡΟΕΤΟΙΜΑΣΤΟΣ

ΟΝίκος Ζαχαριάδης ήταν το τραγικό πρόσωπο που κλήθηκε να κρατήσει το τιμόνι του ΚΚΕ στις κρίσιμες μέρες του Εμφυλίου. Και είχε τη μοίρα των ανθρώπων που ενώ προσπαθούν να γυρίσουν τον τροχό της Ιστορίας, αυτός αποδεικνύεται τόσο βαρύς ώστε τελικά παίρνει στροφές που τον φέρνουν να τσακίζει αυτούς τους ίδιους. Οι συνθήκες που επικρατούσαν στη μεταπολεμική Ελλάδα μετά την επιστροφή του από το Νταχάου και ειδικά η συνθήκη της λευκής τρομοκρατίας έκαναν το ΚΚΕ να υπολογίζει πως το αστικό πολιτικό σύστημα αλλά και οι μεγάλες δυνάμεις του δυτικού στρατοπέδου το έσπρωχναν απροετοίμαστο στην ένοπλη σύγκρουση. Το κόμμα έπρεπε να κάνει προσεκτικές κινήσεις, πατώντας πάνω στο εύθραυστο γυάλινο πάτωμα της γεωπολιτικής, κουβαλώντας στα χέρια του το βάρος των ζωών εκατοντάδων χιλιάδων ανθρώπων. Ακόμη κι αν αυτές οι κινήσεις φαίνονταν αντιφατικές.

Τέτοια ήταν η εκφώνηση της θεωρίας των δύο πόλων. Στις 25-27 Ιούνη 1945, κατά τη διάρκεια της 12ης Ολομέλειας της ΚΕ του ΚΚΕ ο Ζαχαριάδης ανέφερε πως στον κόσμο υπήρχαν δύο μεγάλοι γεωπολιτικοί πόλοι ισχύος. Στον ένα κυριαρχούσε η Αγγλία και στον άλλο η Σοβιετική Ενωση. Η Ελλάδα, έλεγε ο Ζαχαριάδης, έπρεπε να μείνει ουδέτερη ανάμεσά τους. Στην πραγματικότητα δεν ήταν απλώς μια θεωρία αλλά μια στρατηγική για την ακεραιότητα του κομμουνιστικού κινήματος και του ΕΑΜικού κόσμου στην Ελλάδα. Στη συνεδρίαση αυτή ο Ζαχαριάδης τεκμηριώνοντας τη θέση του υποστήριξε πως «η ίδια η Αγγλία έχει συμφέρον να αποκαταστήσει με την Ελλάδα σχέσεις

δημοκρατίας με δημοκρατία και όχι αυτοκρατορίας με αποικία». Η κεντρική λογική ήταν η αναγόρευση της Ελλάδας σε ουδέτερη χώρα, σε καθεστώς εγγύησης από τις δύο μεγάλες νικήτριες του πολέμου και με ευθύνη του ΟΗΕ.

Η σοβιετική αμφιθυμία απέναντι σε μια Ελλάδα-εμπροσθοφυλακή

Φαίνεται πως την ιδέα αυτή ο ηγέτης του ΚΚΕ την επεξεργαζόταν ήδη από την περίοδο του εγκλεισμού του στο Νταχάου. Μετά την έγκρισή της από το κόμμα τη διατύπωσε σε υπόμνημα του ΚΚΕ προς τα κομμουνιστικά κόμματα της ανατολικής Ευρώπης τον Αύγουστο του 1946. Με την πρόταση αυτή οι Σοβιετικοί βρέθηκαν σε αντιφατική θέση. Από τη μια η μετατροπή της Ελλάδας σε ανεξάρτητη και ουδέτερη χώρα, απαλλαγμένη από την παρουσία ξένων στρατευμάτων, την απάλλασσε από ένα πρόβλημα κι ένα φόβο, καθώς διασφάλιζε την ακεραιότητα των κομμουνιστών της χώρας και απέτρεπε τη μετατροπή της σε εμπροσθοφυλακή ενός πιθανού πολέμου της Δύσης με τις σοσιαλιστικές χώρες των Βαλκανίων. Ομως το να παράσχει η ίδια η ΕΣΣΔ εγγύηση ασφάλειας περιέπλεκε τα πράγματα, διότι ήταν σαν να αποδεχόταν ουσιαστικά ότι η απειλή απέναντι στην Ελλάδα εκπορευόταν και από τα βαλκανικά σοσιαλιστικά κράτη.

Οσοι επέκριναν την πρόταση αυτή αργότερα θεώρησαν πως δικαίωνε τη βρετανική επέμβαση, εξομοίωνε τη Βρετανία με τη Σοβιετική Ενωση και δεχόταν πως η βρετανική παρουσία στην Ελλάδα ήταν απαραίτητη με την επίκληση της ανάγκης για την κατοχύρωση των βόρειων συνόρων της, ουσιαστικά δικαιώνοντας τα όσα ισχυρίζονταν οι αντίπαλοι του ΚΚΕ για την εχθρότητα από τα σοσιαλιστικά κράτη των Βαλκανίων. Σε συνδυασμό με τη δήλωση του Ζαχαριάδη πως αν η πλειοψηφία «του δημοκρατικού κόσμου» αποφάσιζε εισβολή στη Βόρειο Ηπειρο, το κόμμα θα πειθαρχούσε, οι θέσεις του αυτές επικρίθηκαν ως εθνικιστικές, σοβινιστικές και αντισοβιετικές. Από την άλλη πλευρά, η πρόταση αυτή χρησιμοποιήθηκε πολλές φορές ως τεκμήριο της επιθυμίας και της προσπάθειας του ΚΚΕ να αποφύγει την εμφύλια σύρραξη. Ενώ από κάποιους σημαίνεται ακόμη κι ως πρώτο δείγμα τού ότι αν στην Ελλάδα είχε αποφευχθεί ο Εμφύλιος, ο Νίκος Ζαχαριάδης θα μπορούσε να είχε εντάξει το ΚΚΕ σε ένα ρεύμα άσκησης μιας περισσότερο πολυπαραγοντικής πολιτικής που εκ των πραγμάτων θα έθετε το ζήτημα της μη απόλυτης ευθυγράμμισής του με την πολιτική της ΕΣΣΔ, του σεβασμού της αυτονομίας των κομμουνιστικών κομμάτων στο πλαίσιο των ειδικών κρατικών συνθηκών που αντιμετώπιζαν στην πολιτική πάλη τους και το ίδιο το ζήτημα της δημοκρατίας. Με δυο λόγια, πως ο Νίκος Ζαχαριάδης και το ΚΚΕ θα μπορούσαν να συμμετάσχουν στις διαδικασίες που έλαβαν χώρα κυρίως στην Ιταλία και τη Γαλλία οι οποίες αργότερα μορφοποιήθηκαν στο ρεύμα του ευρωκομμουνισμού.

Επρεπε να υπολογίζουμε τα αγγλικά συμφέροντα στη Μεσόγειο

Αργότερα, τον Φεβρουάριο του 1956, στις τρεις συναντήσεις του με την επιτροπή έξι κομμουνιστικών κομμάτων (του ΚΚΣΕ και των ΚΚ Ρουμανίας, Βουλγαρίας Ουγγαρίας, Πολωνίας και Τσεχοσλοβακίας) που τελικά αποφάσισε την καθαίρεσή του, ο Ζαχαριάδης δέχτηκε σκληρή κριτική για την

πολιτική του αυτή. Υπερασπίστηκε τη θέση του ως εξής:

«Σύντροφοι, αυτή η πολιτική προτάθηκε στο κόμμα ως πολιτική μιας δημοκρατικής εξουσίας στην Ελλάδα. Στις συνθήκες του 1945 όταν ο Σοβιετικός στρατός πολεμούσε ακόμα στη Μαντζουρία μαζί με τους Αμερικάνους και τους Βρετανούς ενάντια στους Γιαπωνέζους, όταν στη Γαλλία υπήρχε κυβέρνηση συνεργασίας, όταν στην Ιταλία συμμετείχαν στο κυβερνητικό σχήμα οι κομμουνιστές, όταν σ’ όλες τις Λαϊκές Δημοκρατίες

υπήρχαν κυβερνήσεις Συνασπισμού, όταν στην Πολωνία υπήρχε η κυβέρνηση Μικολάιτσικ, η πολιτική που προτείναμε ήταν η εξής. Υπολογίζοντας τη θέση μας στη Μεσόγειο και με την προϋπόθεση της αποχώρησης των Αγγλων απ’ την Ελλάδα και την εξασφάλιση της εθνικής μας ανεξαρτησίας η πολιτική μας έπρεπε να υπολογίζει τα αγγλικά συμφέροντα στη Μεσόγειο, αλλά και να στηρίζεται στις Λαϊκές Δημοκρατίες και στη Σοβιετική Ενωση».

Πράγματι, η σκέψη αυτή δεν ήταν

εκτός πραγματικότητας. Τον Δεκέμβριο του 1946 υπήρξαν πράγματι κάποιες σκέψεις για μια τριμερή διευθέτηση του ελληνικού προβλήματος με τη συμμετοχή των ΗΠΑ, της Βρετανίας και της Σοβιετικής Ενωσης. Και λίγο μετά κάποιοι Βρετανοί διπλωμάτες εξέτασαν για κάποιο διάστημα μια αντίστοιχη λύση υπό την αιγίδα του ΟΗΕ.

Η κρισιμότητα των τακτικών και των στρατηγικών επιλογών αποτυπώθηκε και στη σύγκρουση του Ζαχαριάδη με τον Μάρκο Βαφειάδη,

αρχηγό του Δημοκρατικού Στρατού Ελλάδας, των ενόπλων δυνάμεων του ΚΚΕ στον Εμφύλιο. Τον Φεβρουάριο του 1946 ο Βαφειάδης, υπεύθυνος του ΕΛΑΣ Μακεδονίας στην Κατοχή, διαφώνησε με τον Ζαχαριάδη και την κατεύθυνσή του προς την ένοπλη αναμέτρηση. Ομως τον Ιούλιο ο γγ του ΚΚΕ τον όρισε αρχηγό των αντάρτικων ομάδων που είχαν ήδη καταφύγει στα βουνά. Τον Οκτώβριο, όταν ιδρύθηκε το Γενικό Στρατηγείο του ΔΣΕ, ο Βαφειάδης έγινε επικεφαλής του και τον Δεκέμβριο, όταν ανακοινώθηκε η Προσωρινή Δημοκρατική Κυβέρνηση, η Κυβέρνηση του Βουνού, ορίστηκε πρωθυπουργός και υπουργός στρατιωτικών.

Ο Μάρκος από κατηγορούμενος, κατήγορος του Ζαχαριάδη στο ΚΚΣΕ

Μετά τις μάχες στον Γράμμο το 1948 ο Βαφειάδης απαλλάχτηκε προσωρινά από τα καθήκοντά του και στάλθηκε στη Μόσχα διότι, όπως έλεγε η σχετική απόφαση, «από πολλούς μήνες είναι βαριά άρρωστος και δεν μπορεί να ανταποκριθεί στα σοβαρά καθήκοντα που του είχε αναθέσει η Κεντρική Επιτροπή του ΚΚΕ». Αυτή η επίκληση της ανάγκης για θεραπεία και ανάπαυση είναι μια από τις πλέον κλασικές δικαιολογίες που χρησιμοποιούνται διιστορικά για την εύσχημη απομάκρυνση κάποιου προσώπου από το κέντρο των εξελίξεων. Βεβαίως, στην περίπτωση αυτή η αποστολή του Βαφειάδη στη Μόσχα αποτελούσε ουσιαστικά παραπομπή του προς απολογία στο κέντρο του παγκόσμιου κομμουνιστικού κινήματος.

Εκεί ο Βαφειάδης παρέδωσε στο ΚΚΣΕ ένα σημείωμα με τη γνώμη του για όσα γίνονταν στο ΚΚΕ και στον ΔΣΕ και για την εξέλιξη του Εμφυλίου. Τον Νοέμβρη του 1948 επέστρεψε στο βουνό και σε συνεδρίαση του ΠΓ του ΚΚΕ παρέδωσε το ίδιο σημείωμα, όπως υποστήριζε. Εκεί έκανε κριτική στην έλλειψη εσωκομματικής δημοκρατίας στο ΚΚΕ, στην αποχή από τις εκλογές του 1946 και στο ότι δεν έγινε εγκαίρως προσφυγή στον ένοπλο αγώνα. Χαρακτήριζε πρόωρη τη δημιουργία της Προσωρινής Δημοκρατικής Κυβέρνησης, ενώ τόνιζε ότι ο ΔΣΕ δεν θα μπορούσε να νικήσει τον αντίπαλό του χωρίς εξωτερική στρατιωτική βοήθεια και τελικά πρότεινε τη συνέχιση των αντάρτικων μεθόδων του ένοπλου αγώνα –τη «συνέχιση του ένοπλου αγώνα με έντονη παρτιζάνικη δράση σε ολόκληρη τη χώρα»– με στόχο την πρόκληση συνεχούς στρατιωτικής και οικονομικής

αιμορραγίας και πολιτικής αστάθειας στο αντίπαλο στρατόπεδο, αντίθετα με τη λογική Ζαχαριάδη για τη μετατροπή του ΔΣΕ σε τακτικό στρατό. Η ΠΓ καταδίκασε τις απόψεις του Βαφειάδη.

Εχει αναφερθεί μάλιστα πως στο σημείωμα που έδωσε ο Βαφειάδης στους Σοβιετικούς κατηγορούσε τον Νίκο Ζαχαριάδη ως πράκτορα των Βρετανών. Τουλάχιστον έτσι ανέφερε ο υπουργός Εξωτερικών της ΕΣΣΔ Μολότοφ στον Ζαχαριάδη τον Ιανουάριο του 1950 στη Μόσχα. Ο Ζαχαριάδης απέδωσε αυτή την κατηγορία πιθανώς στο ότι μετά την απελευθέρωσή του από το Νταχάου το 1945 επέστρεψε στην Ελλάδα με βρετανικό αεροπλάνο.

Βαφειάδης: «Ο Ζαχαριάδης χρησιμοποίησε το ένοπλο κίνημα για συμβιβασμό

Σε εξηγήσεις που έδωσε την ίδια χρο

νιά στην ΚΕ του ΚΚΕ ο Βαφειάδης επιχείρησε να τεκμηριώσει τις θέσεις του λέγοντας πως αντί ο Ζαχαριάδης να αποφασίσει την κατάληψη της εξουσίας, χρησιμοποίησε το ένοπλο κίνημα ως απειλή και μέσο εκβιασμού, με αποτέλεσμα το ΚΚΕ να υπερεκτιμήσει τις δυνατότητες που του πρόσφερε η νόμιμη πολιτική δράση, να δημιουργήσει αυταπάτες για ειρηνική λύση του ελληνικού προβλήματος και να μην εκμεταλλευτεί τελικά την περίοδο εκείνη που του πρόσφερε τις μεγαλύτερες δυνατότητες δράσης.

Βεβαίως, η αλήθεια είναι πως αυτή ήταν και η στάση που το ΚΚΣΕ είχε συμβουλεύσει την ηγεσία του ΚΚΕ να ακολουθήσει: μια περιορισμένη ένοπλη δράση προκειμένου να ασκηθεί πίεση για την επίτευξη ενός συμβιβασμού. Επίσης, του καταλόγιζε ότι ο Ζαχαριάδης έλεγε πως «ο Δημητρόφ ήταν ραδιούργος και η Κομμουνιστι

κή Διεθνής ήταν κέντρο ραδιουργιών» και πως όσοι πήγαν στη Σοβιετική Ενωση «διεφθάρησαν», ενώ έφτασε να υπονοήσει ακόμη και πως υπήρξαν δύο απόπειρες από πλευράς του να τον δηλητηριάσει, αλλά ακόμη και πως η δολοφονία του στελέχους του ΚΚΕ Γιάννη Ζεύγου στη Θεσσαλονίκη το 1947 είχε οργανωθεί από τον Ζαχαριάδη, τον Τίτο και τον Ναπολέοντα Ζέρβα προκειμένου να προκληθεί λαϊκή αγανάκτηση, ενώ τον κατηγόρησε και για κάποιες από

τις κινήσεις του ΔΣΕ, λέγοντας ότι η κατάληψη του Καρπενησίου τον Ιανουάριο του 1949 «έγινε σε συνεργασία με τον εχθρό, για να γίνει πιστευτό ότι το 1949 τελειώνουμε με τον εχθρό και να με φάνε εμένα» και ότι «ο ελιγμός του Βίτσι [το 1949] έγινε σε συνεργασία με τον εχθρό», απόψεις στις οποίες ο Βαφειάδης επέμεινε και όταν τοποθετήθηκε ξανά σχετικά, έπειτα από 40 χρόνια. Επί αυτών των κατηγοριών το κόμμα αποφάνθηκε μόλις το 1967, όταν η 11η Ολομέλεια αθώωσε τον Νίκο Ζαχαριάδη λέγοντας πως «από την εξέταση της υπόθεσης Ζαχαριάδη δεν βγαίνει ότι ο Ν. Ζαχαριάδης είναι πράκτορας του εχθρού».

Η «δίκη» Ζαχαριάδη με Στάλιν, Μολότοφ, Μαλένκοφ και Ενβέρ Χότζα

Η θεωρία των δύο πόλων δημιούργησε, όπως είπαμε, δυσκολίες στη σχέση του ΚΚΕ με τα βαλκανικά κόμματα. Ακόμη περισσότερο αυτό ίσχυε

για τις δηλώσεις του Ζαχαριάδη για το ενδεχόμενο ελληνικής εισβολής στη Βόρειο Ηπειρο, στην οποία προφανώς είχε προβεί σε μια κίνηση ελιγμού, για να αποφύγει να καταδειχτεί το ΚΚΕ ως δύναμη προδοτική που η υπεράσπιση ενός άλλου κράτους, σοσιαλιστικού, θα υπερίσχυε της εθνικής αποστολής του.

Παρά την αρωγή που έδωσαν τελικά στον ΔΣΕ η Γιουγκοσλαβία και η Αλβανία, στα εδάφη της οποίας έγινε και η τελική υποχώρηση των ανταρτών το 1949, οι ρωγμές παρέμεναν και έπρεπε να αποκατασταθούν. Ετσι, τον Ιανουάριο του 1950 στη Μόσχα έγινε μια συνάντηση των ηγετών των ΚΚ της ΕΣΣΔ, της Αλβανίας και της Ελλάδας. Από το ΚΚΣΕ συμμετείχαν ο ίδιος ο Στάλιν, ο Μολότοφ και ο Γκεόργκι Μαλενκόφ, μέλος του ΠΓ. Το Κόμμα Εργασίας Αλβανίας εκπροσωπήθηκε από τον αρχηγό

της χώρας Ενβέρ Χότζα και τον συνεργάτη του Μεχμέτ Σέχου. Το ΚΚΕ εκπροσωπήθηκε από τον Νίκο Ζαχαριάδη και το στέλεχος του κόμματος Μήτσο Παρτσαλίδη.

Οι Αλβανοί χαρακτήρισαν «όχι μόνο εσφαλμένη μα και προδοτική την πολιτική του ΚΚΕ πριν και μετά τη Συμφωνία της Βάρκιζας». Αυτή ήταν και η συνάντηση στην οποία ο Μολότοφ ζήτησε τη θέση του Ζαχαριάδη για τις κατηγορίες του Βαφειάδη πως ήταν πράκτορας της Intelligence Service, των μυστικών υπηρεσιών της Μεγάλης Βρετανίας. Ο Ζαχαριάδης αποδέχτηκε τότε να εγκαταλείψουν όλοι οι αντάρτες του ΔΣΕ που είχαν μείνει στην Αλβανία τα εδάφη της. Και κάνοντας αυτοκριτική υποστήριξε πως ήταν περισσότερο αισιόδοξος για την έκβαση του πολέμου από όσο επέτρεπαν οι αντικειμενικές συνθήκες.

Περιεχομενα

el-gr

2023-12-03T08:00:00.0000000Z

2023-12-03T08:00:00.0000000Z

https://epaper.documentonews.gr/article/284636082142224

Documento Media