Documento Media

Οι γραπτές αποδείξεις ότι ο ΕΛΑΣ αντιμετώπισε αυτονομιστές Σλαβομακεδόνες

Επιμέλεια Βασιλική Λάζου

1944-1947: (ΑΚΡΟ)ΔΕΞΙΑ ΣΤΟΧΟΠΡΟΣΗΛΩΣΗ – ΑΡΙΣΤΕΡΗ ΠΑΛΙΝΩΔΙΑ Οι παρακαταθήκες της Κατοχής και της Αντίστασης

Οπως συνέβη και στον υπόλοιπο πλανήτη, το ΚΚΕ προσαρμόστηκε πλήρως στις γενικές απαιτήσεις της παγκόσμιας κομμουνιστικής στρατηγικής μετά το τέλος του Β΄ Παγκόσμιου Πολέμου, ώστε να παραταθεί η ειρηνική συνύπαρξη με τη Δύση που είχε δρομολογηθεί την περίοδο του πολέμου, η οποία θα υπονομευόταν εάν αξιοποιούνταν χωρίς μέτρο οι πολιτικές τομές που επέφερε η νίκη κατά του φασισμού στις συνειδήσεις και στους πολιτικούς συσχετισμούς των λαών και κρατών απανταχού της γης. Εάν οι δυνάμεις της Αντίστασης επιχειρούσαν να δρέψουν τους καρπούς της κοινωνικής απήχησης που είχαν αποκτήσει, μεταβάλλοντας άρδην το status quo των χωρών τους, αυτό ενδεχομένως θα γεννούσε έναν καινούργιο πόλεμο, είτε εμφύλιο στις επιμέρους χώρες είτε μια ανυπέρβλητη πόλωση στις διεθνείς σχέσεις. Για την ίδια τη Σοβιετική Ενωση που είχε καταστραφεί από τον πόλεμο αυτό θα διέλυε το επίπεδο συνεννόησης με τη Δύση που είχε κατακτηθεί στη διάρκειά του, χωρίς να της δώσει καν μια στοιχειώδη ευχέρεια χρόνου ώστε να ανασυνταχθεί για να εμπλακεί σε νέα αντιπαράθεση την οποία η καπιταλιστική παγκόσμια επέκταση πιθανόν να επιδίωκε αργά ή γρήγορα.

Το ΚΚΕ προσανατολίστηκε ακριβώς στην κατεύθυνση αυτή, με έμμεσες υποδείξεις από τη Μόσχα να αποφύγει οποιασδήποτε μορφής πρόκληση προς τους δυτικούς συμμάχους, ιδίως προς τη Μεγάλη Βρετανία, που είχε αναγάγει την Ελλάδα σε γέφυρα υλοποίησης και των μεταπολεμικών σχεδίων της στην ανατολική Μεσόγειο και τη Μέση Ανατολή. Γιατί ήταν άμεσος ο κίνδυνος η επιβολή μιας λαϊκής εξουσίας στην απελευθερωμένη Ελλάδα, ακόμη και αν γινόταν απολύτως ειρηνικά, να προκαλούσε μια βρετανική επέμβαση, ιδίως αν γινόταν χωρίς μια σαφή και έκδηλη κοινοβουλευτική εκλογική νομιμοποίηση στα όρια της αστικής δημοκρατίας.

Η Απελευθέρωση αλλάζει το πολιτικό τοπίο

Από την άλλη πλευρά, η πολιτική απήχηση που διέθετε η Αριστερά λόγω της οργάνωσης της Αντίστασης δεν συνεπαγόταν αναγκαστικά ότι στις διαφορετικές συνθήκες της απελευθερωμένης χώρας αυτή θα λειτουργούσε με τον προσδοκώμενο τρόπο, χωρίς να προκληθεί μια γενική σύγχυση. Ιδίως όταν ο ελληνικός λαός είχε υποστεί μια παρατεταμένη υλική εξαθλίωση και αντιμετώπιζε το φάσμα μιας νέας πείνας, λόγω της ενδεχόμενης καταστροφής των διαύλων διεθνούς τροφοδοσίας της χώρας στην οποία επένδυε η Μεγάλη Βρετανία για να εκβιάσει τους Ελληνες πολίτες, κάτι που θα πραγματοποιούσε μετά βεβαιότητας αν καλούνταν να στέρξει στηρίξει ένοπλα τους εγχώριους υποστηρικτές της και την ελληνική αστική τάξη.

Αλλωστε, την ελληνική Αριστερά δεν την τρόμαζε η ιδέα των ταξικών συμβιβασμών, αφού είχε αποφέρει, όσο διαρκούσε η αντιστασιακή προσπάθεια, τη συμπόρευση με ευρύτατες κοινωνικές μάζες που θα της απέδιδαν, όπως όλα έδειχναν, επιτελικό ρόλο στην ελληνική μεταπολεμική πολιτική σκηνή, χωρίς καν να χρειαστεί να στραφεί σε επαναστατικές τακτικές και στην κινηματική βία. Υπήρχε και η πεποίθηση ότι ο ταξικός αντίπαλος βρισκόταν σε πλήρη σύγχυση και ήταν ανίκανος να αντιστρατευτεί την αντιστασιακή αίγλη της Αριστεράς με πολιτικά μέσα, ενώ αντίθετα θα μπορούσε να τον νεκραναστήσει μια ενδεχόμενη κινητοποίηση της Δύσης

1 Για την κατεστραμμένη από τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο Σοβιετική Eνωση μια ανατροπή του status quo θα διέλυε το επίπεδο συνεννόησης με τη Δύση. Ο Στάλιν με τον Τρούμαν και τον Τσόρτσιλ στο Πόντσνταμ τέλη Ιουλίου 1945

2 Ο αντίπαλος ήταν ανίκανος να αντιστρατευτεί πολιτικά την αντιστασιακή αίγλη της Αριστεράς και είχε μόνη διέξοδο μια σύγκρουση που θα ήταν μια ελληνική «εξαίρεση» από το διεθνές κλίμα ταξικών συμβιβασμών που δημιούργησε ο πόλεμος

3 Κορυφαίος συμβιβασμός η αποδοχή της Συμφωνίας του Λιβάνου. Σβώλος και Αγγελόπουλος με τον Παπανδρέου στο Κάιρο μετά την υπουργοποίησή τους

4 Η παρατεταμένη εξαθλίωση και το φάσμα μιας νέας πείνας από ενδεχόμενη διακοπή της διεθνούς επισιτιστικής βοήθειας ενίσχυσαν την προθυμία του ελληνικού λαού να συμμετάσχει σε ένα μεταπολεμικό προσκλητήριο από το ΕΑΜ για σύγκρουση. Γαλοπούλες στη μαύρη αγορά στην πλατεία Κοτζιά το 1946 (Werner Bischof)

5 Στο μεταξύ στην Ιταλία ο κομμουνιστής ηγέτης Παλμίρο Τολιάτι έμπαινε στην κυβέρνηση του αποσκιρτήσαντος μουσολινικού στρατάρχη Πιέτρο Μπαντόλιο. Σε λίγους μήνες είχε διώξει τον βασιλιά και είχε συμβάλει στην εγκαθίδρυση της μεταπολεμικής ιταλικής δημοκρατίας

με το πρόσχημα της προστασίας της «δημοκρατίας» που θα την απειλούσε η ελληνική «εξαίρεση» από το διεθνές κλίμα ταξικών συμβιβασμών που δημιούργησε ο πόλεμος. Αυτό θα εξέθετε και τη Σοβιετική Ενωση, που με τη διάλυση της 3ης Διεθνούς, τον Ιούλιο του 1943, έδειξε έμπρακτα ότι επέμενε απαρέγκλιτα στην αναπαραγωγή των αποφάσεων του 7ου Συνεδρίου της 3ης Διεθνούς στη Μόσχα στις 27 Αυγούστου του 1935, όταν ανεστάλησαν χάριν της αντιφασιστικής συνεργασίας οι όποιες εξάρσεις του ταξικού αγώνα.

Το γεγονός ότι ο Στάλιν είχε απευθύνει διεθνή έκκληση στις 3 Ιουλίου 1941 για τη δημιουργία παντού στην Ευρώπη ανταρτικών δυνάμεων με μαζικό προσανατολισμό και εθνικά ενωτικό περιεχόμενο δεν ήταν δυνατόν να αγνοηθεί από τους Ελληνες κομμουνιστές, στον βαθμό που ποτέ δεν αναιρέθηκε ρητά ως η ουσία της πολιτικής στρατηγικής που όφειλε να ακολουθήσει. Να σημειωθεί ότι η στρατηγική αυτή απαίτησε να περιθωριοποιηθούν οι «καθαρές λύσεις» ως μορφές κομμουνιστικού φανατισμού, ως εκδηλώσεις «τροτσκισμού» και μάλιστα μέσα στις συνθήκες του ένοπλου αγώνα, δημιουργώντας εσωκομματικούς συσχετισμούς που επέτρεψαν να δοθεί υπερβολικό βάρος στους συμμάχους του ΚΚΕ, στα μικροαστικά πολιτικά μορφώματα τύπου ΣΚΕ-ΕΛΔ, παρά τις συνέπειες που αυτό είχε ώστε να υποκύψει το ΚΚΕ σε καταστροφικές υποχωρήσεις, όπως η Συμφωνία του Λιβάνου τον Ιούνιο του 1944.

Συμβιβασμοί σε αναζήτηση εθνικής ενότητας

Οταν η στρατηγική της «εθνικής ενότητας» υποχρέωσε το ΚΚΕ να περιορί

σει τις σχέσεις του με τους Αλβανούς και Γιουγκοσλάβους παρτιζάνους, να απορρίψει τη δημιουργία ενός κοινού βαλκανικού στρατηγείου και προτίμησε να βρεθεί υπό τις διαταγές του Γενικού Στρατηγείου της Μέσης Ανατολής, ήταν δύσκολο με την Απελευθέρωση να μεταβάλει άρδην την πολιτική αυτή. Οπως και οι Γάλλοι ή οι Ιταλοί κομμουνιστές την ίδια περίοδο, το ΚΚΕ δεν απέκλειε την ευρεία πολιτική συνεννόηση και με τον αστικό κόσμο, υπό την προϋπόθεση να μην

επιχειρήσει να επιβληθεί με τη βία ο βασιλιάς μεταπολεμικά αλλά να σεβαστεί τους δημοκρατικούς κανόνες και την απόφαση ενός μελλοντικού δημοψηφίσματος. Είναι χαρακτηριστικό ότι οι ίδιοι οι Βρετανοί είχαν φτάσει μέχρι το σημείο να πιστεύουν ότι η Μόσχα είχε δώσει οδηγίες στους Ελληνες κομμουνιστές να διακόψουν τη συνήθη ιδεολογική τους προπαγάνδα και να προτάξουν μεταρρυθμιστικές μεταπολεμικές θέσεις.1

Στο ίδιο πλαίσιο μιας λογικής ευρύτερων

πολιτικών συνεργασιών, το ΕΑΜ έσπευσε να υπογράψει όλες τις συμφωνίες με τις υπόλοιπες πολιτικές οργανώσεις που του προτάθηκαν, αρχής γενομένης από το Σύμφωνο των Δημοκρατικών Κομμάτων για τη διευθέτηση του μεταπολεμικού εσωτερικού ζητήματος τον Ιούνιο του 1943. Στις 19 Ιουλίου 1943 υπέγραψε και το συμφωνητικό με τον ΕΔΕΣ για τον σχηματισμό Γενικού Αρχηγείου Ανταρτών, επιχείρησε να οργανώσει τη στρατιωτική του δράση στην Ελεύ

θερη Ελλάδα από κοινού με τον Ζέρβα, θεώρησε τις αντιπαραθέσεις τμημάτων του ΕΛΑΣ με τον ΕΔΕΣ ως μικροπροστριβές («αταξίες» τις ονόμαζε το Κοινό Γενικό Αρχηγείο Ανταρτών) και δημιούργησε κοινά φρουραρχεία μαζί του για να επιβλέπουν την τήρηση της

τάξης.2 Παράλληλα, το ΕΑΜ συμμετείχε σε όλες τις διασκέψεις που πρότειναν οι Βρετανοί, όπως στο Πετρωτό (Λιάσκοβο) τον Μάρτιο του 1943, στο Περτούλι τον Ιούνιο του 1943, όπου υπογράφηκε και συμφωνία με τον ΕΔΕΣ για το κοινό Γενικό Στρατηγείο Ανταρτών, αλλά και στις 29 Αυγούστου 1943, όταν οι αντιστασιακές οργανώσεις, ανεξαρτήτως πολιτικού προσανατολισμού, με απαίτηση του ΕΛΑΣ αποφάσισαν να προχωρήσουν στη συγκρότηση κοινών τοπικών στρατηγείων. Αλλωστε, με την απόφαση της 10ης Ολομέλειας της ΚΕ του ΚΚΕ τον Γενάρη του 1944 το ΚΚΕ αντιτασσόταν ρητά και πλήρως στη διάσπαση της εθνικής ενότητας που «κάποιοι την υπονόμευαν».3

Είναι επίσης γεγονός ότι ακόμη και σε σχέση με τα αντίμετρα που έλαβε

εναντίον της εξάπλωσης των προδοσιών το 1944,4 ο ΕΛΑΣ επιχείρησε να αποσείσει τις όποιες κατηγορίες ότι οργανώσεις όπως η ΟΠΛΑ (Ομάδες Περιφρούρησης Λαϊκών Αγωνιστών) εμπλέκονταν σε έναν μη διακηρυγμένο εμφύλιο πόλεμο. Απαγόρευσε πρωτοβουλίες τμημάτων του ΕΛΑΣ εκτός των ρητών εντολών του Γενικού του Στρατηγείου, ίδρυσε κατά τόπους φρουραρχεία ώστε να αστυνομεύσει την ύπαιθρο, μάζεψε όλο τον διάσπαρτο οπλισμό που δεν είχε δηλωθεί στις μονάδες του,5 ενώ στην αντιμετώπιση των προδοτών ενέπλεξε και τους Βρετανούς, τους οποίους ενημέρωνε συστηματικά για τη δράση του.6

Το ΕΑΜ στον Λίβανο και στην Καζέρτα

Κορυφαία στιγμή της συμβιβαστικής λογικής του ΚΚΕ την περίοδο της Κατοχής ήταν η αποδοχή της Συμφωνίας του Λιβάνου. Μάλιστα, επικύρωσε μαζί της και τη δίωξη των αριστερών φαντάρων της Μέσης Ανατολής, χαρακτηρίζοντας τη δράση τους με τα κινήματα στον εκεί στρατό –που έγιναν στο όνομά του– ως «έγκλημα κατά της

πατρίδος».7 Δεν επέμεινε καν στη ρητή αποκήρυξη των Ταγμάτων Ασφαλείας που είχαν επιδοθεί σε ανοικτή σφαγή του ελληνικού λαού ούτε απαίτησε μια ρητή δέσμευση ότι ο βασιλιάς δεν θα επέστρεφε στη χώρα πριν από τη διενέργεια ενός θετικού γι’ αυτόν δημοψηφίσματος, όπως είχε συμφωνηθεί ήδη από τα 1942, ακόμη και μεταξύ των αστικών πολιτικών δυνάμεων της χώρας.

Αντίθετα, για το μεγαλύτερο μέρος της ηγεσίας του ΚΚΕ η συμφωνία έπρεπε να γίνει αποδεκτή γιατί ήταν συνδεδεμένη με τις αποφάσεις των μεγάλων δυνάμεων στην Τεχεράνη, που ήταν «ένα βήμα για τη δημοκρατική ανασυγκρότηση της παγκόσμιας μεταπολεμικής κοινωνίας», συνθήκη στην οποία ήταν προσανατολισμένη και η ΕΣΣΔ. Μόνο στην περίπτωση που ο Κόκκινος Στρατός κατερχόμενος στα Βαλκάνια διέσχιζε και

τα σύνορα της χώρας με τη Βουλγαρία, το κόμμα θα εξέταζε να προχωρήσει πιθανόν σε ριζοσπαστικότερες θέσεις. Αν όχι, τότε «θα αξιοποιούσε τις ισχυρές του θέσεις στον λαό», όπως το αντιλαμβανόταν η τότε ηγεσία του κόμματος, προσπαθώντας να κατοχυρώσει για τη μεταπολεμική Ελλάδα τις «βασικές κατακτήσεις», όπως τις ονόμαζε, του εθνικοαπελευθερωτικού αγώνα.

Μάλιστα, το ΚΚΕ καλλιεργούσε κλίμα στην Ελλάδα ότι το ΕΑΜ ήταν απολύτως αποδεκτό από τη συμμαχική πλευρά και χειροκρότησε μετ’ επιτάσεως το γεγονός ότι ο Βρετανός στρατηγός M. Γουίλσον κάλεσε στην Καζέρτα, τον Σεπτέμβριο του 1944, τον Στ. Σαράφη, τον στρατιωτικό ηγέτη του ΕΛΑΣ, πράξη με την οποία, σύμφωνα με το ΚΚΕ, ο βρετανικός στρατός «απέδωσε το υπέροχο καθήκον» στον ΕΛΑΣ για την απελευθέρωση της χώρας. Την ίδια στιγμή προωθούσε την εντύπωση μιας πλήρους συνεργασίας με την κυβέρνηση του Γεωργίου Παπανδρέου, στην οποία οφειλόταν από τα μέλη του κόμματος απόλυτη πειθαρχία, όπως το επιζητούσε το μήνυμα των αντιπροσώπων της κυβέρνησης Θ. Τσάτσου και του κομμουνιστή Γ. Ζεύγου στην προκήρυξή τους προς τον λαό τους Αθήνας στις 29 Σεπτεμβρίου 1944.8

ΕΑΜ στην Απελευθέρωση. Εν ονόματι της κυβέρνησης

Προς επίρρωση αυτών, η εντολή του Σιάντου στις 6 Σεπτεμβρίου 1944 προς τις κομματικές οργανώσεις ήταν να διευκολύνουν ώστε να εγκατασταθούν στις περιοχές που απελευθερώνονταν οι διοικητικές και στρατιωτικές αρχές που θα ενέκριναν οι υπουργοί της εθνικής κυβέρνησης και, αν χρειαζόταν, τα σώματα πολιτοφυλακής του ΕΑΜ θα δρούσαν μόνο εν ονόματι της κυβέρνησης του Καΐρου και μόνο ύστερα από εντολές των υπουργών της.9 Και πάντως ο ΕΛΑΣ θα βρισκόταν μακριά από την Αθήνα, με βάση τις εντολές του Βρετανού αρχιστρατήγoυ Ρ. Σκόμπι.

Επιπλέον, στις 2 Οκτωβρίου 1944 η

ΚΕ του ΕΑΜ έστειλε εγκυκλίους στις περιφερειακές επιτροπές της οργάνωσης με τις οποίες απαιτούσε την υποδειγματική τήρηση της τάξης κατά την Απελευθέρωση και πλήρη έλεγχο ώστε αυτή να εφαρμοστεί απαρέγκλιτα. Αλλά ακόμη και η αναστάτωση στα μέλη του ΚΚΕ σε σχέση με τη διασπορά της φήμης ότι οι Βρετανοί αξίωναν τη διάλυση του ΕΛΑΣ είχε ξεπεραστεί με το επιχείρημα της έκθεσης Ζεύγου που έστειλε από την Ιταλία μέσω του Α. Τζήμα, ότι το θέμα δεν ήταν του παρόντος, αλλά έπρεπε να αφεθεί να εξεταστεί μετά την Απελευ

θέρωση.10 Με βάση αυτά, όπως ήταν φυσικό και το σημείωναν οι Αμερικανοί παρατηρητές στο διάστημα αμέσως μετά την αποχώρηση των Γερμανών, στις 12 Οκτωβρίου 1944 ο ΕΛΑΣ ήρεμα φρουρούσε την Αθήνα περιμένοντας την άφιξη των Βρετανών.

Τα Δεκεμβριανά και το «Nο» για συνεννόηση

Το διάστημα που ακολούθησε και μετά τη σχεδόν απόλυτα ομαλή Απελευθέ

ρωση επιβεβαιώθηκε εκ νέου η πρόθεση του ΕΑΜ για ειρηνική διευθέτηση στο πλαίσιο της δυτικής μορφής κοινοβουλευτισμού. Και ενώ μέχρι τις αρχές του Δεκεμβρίου του 1944 οι κομμουνιστές και τα στελέχη του ΕΑΜ διαχειρίζονταν αγόγγυστα τον κυβερνητικό τους ρόλο, διαδηλώσεις στις 27 Νοεμβρίου 1944 για τη δεινή οικονομική κατάσταση της χώρας (για την οποία και οι ίδιοι οι ΕΑΜικοί υπουργοί είχαν ευθύνη) προκάλεσαν την εμπλοκή των Βρετανών, που απαίτησαν τον μονομερή αφοπλισμό του ΕΛΑΣ. Με αφορμή δε την απόπειρά του να αφοπλίσει τα αστυνομικά τμήματα που είχαν εμπλακεί στις δολοφονικές επιθέσεις κατά άοπλων διαδηλωτών στην πλατεία Συντάγματος, στις 3 Δεκεμβρίου 1944 δόθηκε το αναγκαίο πρόσχημα επέμβασης του βρετανικού στρατού στην Αθήνα, υπό ένα όργιο ψευδολογιών ακόμη και μέσα στο βρετανικό κοινοβούλιο.11

Οταν το ΕΑΜ προσπάθησε να προωθήσει μια διευθέτηση της κρίσης (στις 12 Δεκεμβρίου 1944, ο Μιλτ. Πορφυρογένης πρότεινε στον Σκόμπι άμεση ανακωχή) και δέχτηκε τις προτάσεις Σοφούλη για ειρηνική συνεννόηση, οι Βρετανοί έφτασαν στο σημείο να καταγγείλουν ακόμη και τον αρχιεπίσκοπο Δαμασκηνό, όταν έμαθαν ότι συνομιλούσε επ’ αυτού με τον Α. Σβώλο, ως φιλόδοξο δικτατορίσκο.12 Ετσι, τη στιγμή που πύκνωναν οι εκκλήσεις να αποσυρθούν τα βρετανικά στρατεύματα από τους δρόμους της Αθήνας,13 οι προπαγανδιστικές υπηρεσίες του Foreign Office εμφάνιζαν την υπόθεση σαν κομμουνιστική επανά

σταση, προκαλώντας πλήρη απορία στους διεθνούς παρατηρητές.14

Γιατί, σε πείσμα της βρετανικής προπαγάνδας, ο ΕΛΑΣ απέφυγε να στραφεί κατά των Βρετανών, χρησιμοποίησε τα όπλα του κυρίως κατά των Ελλήνων ακροδεξιών, ενώ κράτησε τις ετοιμοπόλεμες δυνάμεις του στην επαρχία, εκτός της σύγκρουσης στην Αθήνα, για να μη γενικευτεί αυτή και γίνει περισσότερο καταστροφική. Την ίδια στιγμή ενεπλάκη σε έναν αμυντικό πόλεμο χωρίς καν να απειλεί το κέντρο της πόλης και τις έδρες εξουσίας σ’ αυτήν και αναλώθηκε μόνο σε μάχες εναντίον της Ειδικής και Γενικής Ασφάλειας, της Σχολής της Χωροφυλακής στο Γουδί και του Συντάγματος του Μακρυγιάννη, κάτι που επέτρεψε στους αποφασισμένους Βρετανούς να καταλάβουν τα κύρια σημεία της πρωτεύουσας.

Είναι χαρακτηριστικό ότι όταν ο Τσόρτσιλ υποχρεώθηκε, πιεζόμενος από την κακή πορεία των συμμαχικών επιχειρήσεων στις Αρδέννες, να έρθει στην Αθήνα, στις 24 Δεκεμβρίου 1944, για να αποδεσμεύσει τα βρετανικά στρατεύματα από την πόλη, το ΕΑΜ άδραξε την ευκαιρία και συμφώνησε αμέσως με την προσφερόμενη διευθέτηση. Μόλις δε οι Βρετανοί όρισαν ως αντιβασιλέα τον Δαμασκηνό και «παραίτησαν» τον Παπανδρέου, στον οποίο το ΕΑΜ απέδιδε την ευθύνη της σφαγής στην πλατεία Συντάγματος, ο ΕΛΑΣ συνθηκολόγησε και παρέδωσε τα όπλα του.

Μάλιστα, η ηγεσία του ΚΚΕ γνώριζε ότι αν ήθελε θα μπορούσε να συνεχίσει τον πόλεμο και αυτό ήταν που φοβούνταν οι Βρετανοί, αφού το βρετανικό στρατιωτικό επιτελείο είχε καταστήσει σαφές στους αξιωματικούς του ότι ένας πόλεμος με σκοπό την οριστική διάλυση του ΕΛΑΣ ήταν εντελώς ανέφικτος.16 Το ΕΑΜ, δεδομένης της έλλειψης εμπιστοσύνης στις προοπτικές ενός πολέμου χωρίς μακροπρόθεσμους στόχους πέραν της απόκρουσης της βρετανικής επίθεσης και του μοναρχικού πραξικοπήματος που θεωρούσε ότι εξελισσόταν, φοβούμενο και μια πιθανή διάσπασή του εξαιτίας της διαφοροποίησης των σοσιαλιστών στο εσωτερικό του (Σβώλος και Τσιριμώκος), υπέγραψε στη Βάρκιζα μια συμφωνία, τον Φεβρουάριο του 1944, χωρίς καν να προστατέψει τους μαχητές του από μελλοντικές διώξεις.

Η εξώθηση προς τον Εμφύλιο Πόλεμο

Το επόμενο διάστημα και μέχρι τις εκλογές του Μαΐου του 1946 το ΚΚΕ και το ΕΑΜ τήρησαν εξίσου απαρέγκλιτα τη γραμμή της ομαλής πολιτικής διευθέτησης σε συνθήκες πρωτοφανούς κρατικού και παρακρατικού κατατρεγμού των οπαδών του. Επ’ ουδενί δεν λήφθηκαν υπόψη οι διαμαρτυρίες του για τις συνθήκες αυτές, ειδικά όταν η χώρα εισερχόταν σε προεκλογική περίοδο, όταν μάλιστα οι ίδιες οι μυστικές υπηρεσίες των Βρετανών διαπίστωναν ότι σε όλη την Ελλάδα μόνο οι οργανωμένοι παρακρατικοί της Χ είχαν ξεπεράσει τους 50.000 και δρούσαν ανεξέλεγκτα. Ούτε, βέβαια, ελήφθη υπόψη ότι από τον Ιανουάριο του 1946 ήταν το ίδιο το ΕΑΜ που πρότεινε ακόμη και προεκλογική συ

νεννόηση και στην κεντροδεξιά αλλά και στον ίδιο τον πρωθυπουργό Θ. Σοφούλη, αφήνοντας υπό καθεστώς διαπραγμάτευσης το θέμα των μετεκλογικών πολιτικών ρόλων.17

Ωστόσο, ο Θ. Σοφούλης γρήγορα αναίρεσε τις δηλώσεις του περί της αναγκαιότητας τίμιων εκλογών και έπειτα από ιταμή πίεση Βρετανών και Αμερικανών δεν ανέβαλε τις εκλογές, όπως είχε υποσχεθεί, για να αναθεωρηθούν οι εκλογικοί κατάλογοι18 και, μάλιστα, όταν η πλειοψηφία των υπουργών του δεδηλωμένα συμμερίστηκαν την άποψη του ΕΑΜ και απείχαν από τις εκλογές. Σε κάποιους ιστορικούς του ΓΕΣ και στους δεξιούς προπαγανδιστές απέμεινε η προσπάθεια να «αποδείξουν» ότι το ΚΚΕ απείχε από τις εκλογές γιατί σχεδίαζε «επανάσταση», την οποία υποτίθεται ότι αποφάσισε η 2η Ολομέλεια της ΚΕ του ΚΚΕ στις 12 Φεβρουαρίου 1946, παρό

τι στην απόφασή του αυτή το κόμμα απέφυγε καν να δηλώσει ρητά ότι ήταν υπέρ της αποχής.19 Μια αναφορά στη δημιουργία άοπλων –και φυσικά ατελέσφορων– «ομάδων αυτοάμυνας», στις οποίες το ΚΚΕ είχε αποδώσει τον χαρακτήρα μιας απόπειρας αυτοπροστασίας των μελών του, εμφανίστηκε ως η εφαρμογή της επιλογής του υπέρ βίαιων «λύσεων» που υποτίθεται επιβεβαίωσε μια άτυπη σύσκεψη πρώην καπεταναίων του κόμματος, παρότι αυτή απλώς εξέτασε την προστασία των ηγετικών στελεχών του από τις παρακρατικές συμμορίες.20 Το ότι λίγους μήνες πριν αποκηρύχθηκε ο Βελουχιώτης επειδή χρησιμοποίησε όπλα προσπαθώντας να διαφύγει από τους διώκτες του φυσικά και δεν ελήφθη υπόψη από τους αντιπάλους του ΚΚΕ.

Πρέπει να υπογραμμιστεί ότι την ίδια στιγμή που το ΚΚΕ όμνυε υπέρ

της πολιτικής συνεννόησης αντιμετώπιζε έντονα το πρόβλημα με τις ομάδες ατάκτων που είχαν αρχίσει να συγκροτούνται στα βουνά από ανθρώπους που διέφυγαν εκεί καταδιωκόμενοι από τη χωροφυλακή και τους παρακρατικούς. Οι αποκαλούμενες όμως Ομάδες Δημοκρατών Ενόπλων Καταδιωκομένων (ΟΔΕΚ) ποτέ δεν υιοθετήθηκαν από το ΚΚΕ, που με οδηγίες του ΠΓ του κόμματος απαγόρευσε ρητά την οπλοφορία οποιουδήποτε μέλους του. Μάλιστα, οι ομάδες αυτές χαρακτηρίστηκαν και ως εξτρεμιστικές και λήφθηκαν μέτρα ώστε να αποκοπούν από τις κομματικές οργανώσεις της υπαίθρου.21

Ετσι, και παρά τις διαβεβαιώσεις που έδινε το ΚΚΕ ότι παρά την αποχή του ουδέποτε έκλεινε την πόρτα στις εκλογές που θα ήταν δυνατόν ακόμη και μέσα σε λίγες εβδομάδες να διεξαχθούν αν η κυβέρνηση επέτρεπε στοιχειωδώς στους αριστερούς πολίτες να προσφύγουν στις κάλπες χωρίς κίνδυνο της ζωής τους, το κράτος προφασίστηκε ότι απειλούνταν από μια «επανάσταση» που το πρώτο της βήμα ήταν η αποχή από τις εκλογές. Γι’ αυτό, υποτίθεται, δεν είχε λόγους να διορθώσει τις ανώμαλες συνθήκες που επικρατούσαν και προχώρησε στις εκλογές αυτές, παρότι εν απουσία αντιπάλου θα οδηγούσαν στην παντοκρατορία της ακραίας Δεξιάς και μαθηματικά σε ένα μονομερή εμφύλιο πόλεμο από αυτήν.

Η αποχή από τις εκλογές και το Γ΄ Ψήφισμα

Το ίδιο το ΚΚΕ, υπερεκτιμώντας το ενδεχόμενο ότι μια εκτεταμένη αποχή θα μπορούσε να ακυρώσει το εκλογικό αποτέλεσμα, ιδίως αν στην αποχή αθροιζόταν μεγαλύτερο τμήμα των εν ενεργεία ψηφοφόρων από εκείνο που τελικά συμμετείχε, συμπεριφέρθηκε ως ωσεί παρόν στις εκλογές. Εν αναμονή και της βοήθειας της διεθνούς κοινότητας με μια αποκήρυξη της εγκυρότητας των εκλογών, που δεν ήρθε ποτέ, ζητωκραύγασε υπέρ της υψηλής αποχής, αναμένοντας μια νέα αναθεώρηση των εκλογικών καταλόγων, κάτι που δεν έγινε ούτε καν τον Σεπτέμβριο του 1946 με το δημοψήφισμα.22

Η νέα παντοδύναμη κυβέρνηση Τσαλδάρη στις 18 Απριλίου 1946, παραβιάζοντας την αρχική δέσμευση των νικητών των εκλογών υπέρ του σχηματισμού μιας αντιπροσωπευτικής κυβέρνησης, ξεκίνησε αμέσως μια διαδικασία θεσμικής συγκρότησης ενός σκληρού αντικομμουνιστικού κράτους. Το παρακράτος γινόταν πλέον ημιεπίσημος εκφραστής της κρατικής πολιτικής, με άξονα το βασιλικό διάταγμα που ενέκρινε η Βουλή στις 3 Μαΐου 1946 και το οποίο επανίδρυε τις περιβόητες επιτροπές ασφαλείας του Μεταξά, επιβάλλοντας την ποινή του θανάτου για την παράνομη κατοχή όπλων. Βουλευτές των Λαϊκών στο κοινοβούλιο ζητούσαν τη σύλληψη και την εκτέλεση των ηγετών του ΚΚΕ, ενώ ξεκίνησε ένα πραγματικό πογκρόμ διώξεων από τους παρακρατικούς και τα όργανα ασφαλείας με δολοφονίες, καταστροφές των εφημερίδων της Αριστεράς, παράνομες φυλακίσεις, βιασμούς, εκκαθαρίσεις δημοκρατικών αστυνομικών από τα σώματα ασφαλείας, εκδίωξη αριστερών δημόσιων υπαλλήλων, διάλυση συγκεντρώσεων ακόμη και για

συνδικαλιστικούς λόγους κ.λπ., γεγονότα που μάλιστα έφταναν μέχρι και τους «Times» του Λονδίνου.23

Ο αντίλαλος των εκτελεστικών αποσπασμάτων

Υπό αυτές τις συνθήκες, στις 30 Μαΐου 1946 βουλευτές των Λαϊκών υπέβαλαν πρόταση να τεθεί εκτός νόμου το ΚΚΕ, ενώ στις 6 Ιουνίου 1946 ο υπουργός της κυβέρνησης Σπ. Θεοτόκης υπέβαλε προς ψήφιση τον νόμο «περί ασφαλείας του κράτους», το Γ΄ Ψήφισμα «Περί μέτρων τάξεως», δημιουργώντας τις περιβόητες επιτροπές ασφαλείας, αναστέλλοντας πάραυτα τις συνταγματικές ελευθερίες και ενεργοποιώντας τα έκτακτα δικαστήρια με δικαιοδοσία να επιβάλουν την ποινή του θανάτου για πολιτικούς λόγους. Το ψήφισμα εισήγαγε την

ποινή αυτή με την εντελώς αόριστη κατηγορία εις βάρος όσων συμμετείχαν σε «συμμορίες που υποστήριζαν την αυτονομία (;) τμημάτων της επικράτειας», ενώ επέβαλε ποινές φυλάκισης για όσους συμμετείχαν ακόμη και σε παράνομες δημόσιες συγκεντρώσεις και ανέστειλε όλες τις εγγυήσεις προσωπικής ελευθερίας, καταργώντας ακόμη και το άσυλο της οικογένειας. Το νομοσχέδιο αυτό τελικά ψηφίστηκε στις 17 Ιουνίου 1946, με την πλειοψηφία, όμως, της Βουλής να απέχει από τη διαδικασία (138 υπέρ και 181 αποχές).24

Ακολούθησε σειρά από άλλα εμφυλιοπολεμικά νομοθετήματα, όπως αυτό στις 27 Ιουνίου 1946 για την εκκαθάριση των δημόσιων υπηρεσιών που εξεδίωκε μαζικά από αυτές όλους όσοι είχαν συμμετάσχει στην

Αντίσταση κατά τη διάρκεια της Κατοχής. Ηταν έπειτα από περίπου μία εβδομάδα, όταν στις 14 Ιουλίου η αναψηλάφηση όλων των δικών που προηγήθηκαν για συνεργασία με τον εχθρό κατέληξε σε πλήρη αθώωση διαβόητων δωσίλογων.25 Ταυτόχρονα, μέσα σε δύο μόλις εβδομάδες τα στρατοδικεία πρόλαβαν και πραγματοποίησαν τις πρώτες εκτελέσεις για «κατοχή όπλων» (16 Ιουλίου 1946), ενώ στις 27 του ίδιου μήνα πρόλαβαν και έστειλαν στο εκτελεστικό απόσπασμα στα Γιαννιτσά επτά πρώην αγωνιστές της Εθνικής Αντίστασης, ανάμεσά τους και την 24χρονη δασκάλα Ειρήνη Γκίνη. Μέχρι τις 31 Αυγούστου 1946 μόνο στη Μακεδονία είχαν εκτελεστεί 35 άτομα, 46 καταδικάστηκαν σε ισόβια και 245 σε άλλες πολύχρονες ποινές. Την ίδια στιγμή ένα κύμα βίας σάρω

σε την Ελλάδα προερχόμενο από τους παρακρατικούς και άντρες των δυνάμεων της χωροφυλακής.26

Η δολοφονία, όμως, του δημοσιογράφου του «Ριζοσπάστη» Κ. Βιδάλη από παρακρατικούς στη Λάρισα στις 18 Αυγούστου 1946 ώθησε το ΚΚΕ να σκληρύνει τη στάση του, αφού συνέπεσε με την αδυναμία του να ελέγξει τις αθρόες πλέον διαφυγές ΕΑΜικών στο βουνό, που πλήθαιναν με γεωμετρική πρόοδο, παρότι καμία κομματική εντολή δεν είχε δοθεί γι’ αυτό, και μάλιστα οι οπαδοί του συνέχιζαν, με εντολή και του κόμματος, να παρουσιάζονται στα κέντρα εκπαίδευσης του αστικού στρατού και να συλλαμβάνονται μαζικά.

Δημοψήφισμα. Υπό το φάσμα προκλητικής νοθείας

Να σημειωθεί ότι παρά τις συνθήκες αυτές, το ΚΚΕ περιοριζόταν να στέλ

νει κομματικές αντιπροσωπείες για να διαμαρτυρηθούν στον Τσαλδάρη για τα φαινόμενα καταδίωξης των οπαδών του. Την ίδια στιγμή οι οργανώσεις του κόμματος εμπόδιζαν οποιαδήποτε απόπειρα γινόταν να εμφανιστούν στα χωριά αντάρτες ως οργανωμένη δύναμη.

Παράλληλα, ως μια τελευταία προσπάθεια να αποφύγει την πορεία προς ένα γενικευμένο εμφύλιο πόλεμο που τον θεωρούσε παγίδα, το ΕΑΜ συμμετείχε στο δημοψήφισμα με την πεποίθηση ότι ήταν δυνατή η νίκη του ψηφοδελτίου της δημοκρατίας, παρά την πεποίθησή του ότι η νοθεία θα ήταν προκλητική. Με συνθήματα όπως περί «μάχης για τη δημοκρατία», ώστε «κάθε Ελληνας να ακολουθήσει τον δρόμο της Ελλάδας», με «εξασφαλισμένο τον θρίαμβο της δημοκρατίας» και με το επιχείρημα ότι το ορθότερο θα ήταν η αποχή από

το δημοψήφισμα, αλλά η συμμετοχή της Αριστεράς ήταν αναγκαία αφού έτσι αποφάσισαν τα υπόλοιπα δημοκρατικά κόμματα της χώρας, το ΚΚΕ πρωτοστάτησε στη συμμετοχή της Αριστεράς στο δημοψήφισμα. Οι επιλογές αυτές έγιναν εν αναμονή παρέμβασης από τη Σοβιετική Ενωση, που αναμενόταν κατά το ΚΚΕ να αποσύρει τον πρεσβευτή της από την Ελλάδα σε ένδειξη διαμαρτυρίας, κάτι που ποτέ δεν έγινε. Είναι χαρακτηριστικό ότι ο «Ριζοσπάστης» ακόμη και μετά το σκανδαλώδες αποτέλεσμα υπέρ του βασιλιά, ενώ διαφήμιζε τις αντιρρήσεις που εξέφραζαν οι Σοβιετικοί στη Διάσκεψη των Παρισίων, δήλωνε την πεποίθησή του ότι ήταν μαχητός ο στόχος ώστε το δημοψήφισμα να ακυρωθεί, να σχηματιστεί αντιπροσωπευτική κυβέρνηση και να μην επανέλθει τελικά ο Γεώργιος Β΄ στην Ελλάδα.

Η απροσχεδίαστη δημιουργία του ΔΣΕ

Στο μεταξύ η ελληνική Δεξιά προσπαθούσε να καταστήσει απρόσιτη την ελληνική ύπαιθρο σε οπαδούς της Αριστεράς. O Εθνικός Στρατός, ειδικά εξοπλισμένα τμήματα των σωμάτων ασφαλείας, καθώς και σώματα ένοπλων πολιτών, οι Μονάδες Αυτασφαλείας Υπαίθρου (ΜΑΥ) και οι Μονάδες Αποσπασμάτων Δίωξης (ΜΑΔ), μετεξελίξεις των παραδοσιακών παρακρατικών συμμοριών, ανέλαβαν να διεξάγουν ένα πογκρόμ εναντίον συλλήβδην όλων όσοι είχαν καταγγελθεί στις κατά τόπους αρχές ως οπαδοί του ΕΑΜ. Ηταν τέτοιες οι συνθήκες που επέβαλαν ώστε οι παραστρατιωτικές ομάδες υποκατέστησαν πλήρως τον κρατικό μηχανισμό και οι ΜΑΥ ανέλαβαν τον «έλεγχο παντός ξένου προς την περιοχήν ατόμου και κινουμένου διά ταύτης άνευ ειδικής αδείας της αρμοδίως εξουσιοδοτημένης Αρχής ή ετέρου γειτονικού στρατιωτικού τμήματος», αλλά και εναντίον όλων των κατοίκων για τους οποίους υπήρχε έστω και στοιχειώδης υπόνοια ότι είχαν συμβάλει στην τροφοδοσία των «συμμοριών».

Ηταν αυτό το καθεστώς που γέννησε το φαινόμενο του ΔΣΕ παρά την άοκνη προσπάθεια της εμφυλιακής επίσημης ιδεολογίας και ιστοριογραφίας, έστω και με κάποιες παραλλαγές, να αποδοθεί αυτός σε μια υποτιθέμενα άπαξ ειλημμένη απόφαση με στόχο τη βίαιη κατάληψη της εξουσίας από το

ΚΚΕ.28 Να σημειωθεί ότι ήταν οι Αμερικανοί αυτοί που υποδείκνυαν στο ελ

ληνικό κράτος να αντιμετωπίζεται ο ΔΣΕ προπαγανδιστικά ως η εκδήλωση μιας κομμουνιστικής «επανάστασης», γιατί αυτό νομιμοποιούσε την αντιδημοκρατική εκτροπή που συντελούνταν τότε. Ομως, στις κατ’ ιδίαν συνομιλίες τους αναγνώριζαν ότι ο ΔΣΕ ήταν μια ένοπλη αντίδραση καταδιωκόμενων ανθρώπων στην πολλαπλή προσπάθεια εξόντωσής τους, αλλά το αντιμετώπισαν ως μια αναπόφευκτη παρενέργεια, αφού κόστιζε λιγότερο από τον έλεγχο του ελληνικού κρατικού μηχανισμού, επιβάρυνε σε μικρότερο βαθμό την ελληνική οικονομία και δεν υποχρέωνε τις ΗΠΑ να δαπανούν υπερβολικά ποσά για να ομαλοποιηθεί η κοινωνική κατάσταση στην Ελλάδα. Αλλωστε, ο Εθνικός Στρατός αποτελούσε ιδανικό πελάτη για την αμερικανική πολεμική βιομηχανία και μάλιστα με χρήματα που δάνειζαν στο ελληνικό κράτος, ενώ το πρόβλημα αφορούσε μικρό τμήμα της ελληνικής παραγωγικής ζωής, γιατί ο ΔΣΕ ήταν, ως επί το πλείστον, ένα φαινόμενο της ελληνικής υπαίθρου, με συνέπειες κυρίως στην ελληνική αγροτική παραγωγή.

Πράγματι, όταν εμφανίστηκε στα ελληνικά βουνά ο ΔΣΕ, το φθινόπωρο του 1946, αποτελούνταν από 150 άντρες στον Ταΰγετο, 60 έως 100 στον Παρνασσό (ομάδα Διαμαντή), 100-150 (ομάδα Μπελή) στον ορεινό όγκο μεταξύ Οίτης και Τυμφρηστού, ενώ στα υψώματα μεταξύ Λαμίας – Αλμυρού υπήρχαν άλλοι 90 άντρες μαζί με 200 περίπου ενόπλους στην περιοχή της Ευρυτανίας (στα χωριά Σέκλιζα – Ραχούλα, Μαστρόγιαννη, Νεράιδα), όπως και 150 στην περιοχή μεταξύ Αλμυρού – Πηλίου. Συνολικά η δύναμη των ανταρτών στην περιοχή του

Ολύμπου ανερχόταν σε περίπου 700 άντρες, ενώ στα Πιέρια υπήρχαν άλλοι περίπου 200-300 άντρες, στα Αντιχάσια – Χάσια – Γρεβενά υπολογιζόταν ότι δρούσαν 1.200 φτωχά εξοπλισμένοι μαχητές, στην ευρύτερη περιοχή του Γράμμου (Κόνιτσα – Σαμαρίνα – Νεστόριο) 400-500, στο Βίτσι 300, ενώ στην περιοχή Καϊμακτσαλάν – Βέρμιο άλλοι 500. Αλλοι 400 είχαν αναπτυχθεί στην περιοχή του Εβρου, συγκροτώντας ένα συνολικό αριθμό περίπου 4.700 αντρών.29

Ο χαρακτήρας της δράσης του ΔΣΕ

Η δύναμη αυτή ακόμη και στην αποκορύφωση της μαζικότητάς της εξελίχθηκε να επιχειρεί το πολύ με 20.000 έως 25.000 άντρες στους απομονωμένους ορεινούς όγκους της χώρας, χωρίς αναφορά στο οργανωμένο μαζικό κίνημα των πόλεων, ως μια δύναμη με αποκλειστικό στόχο την επιβίωση των μελών της αλλά και την άσκηση πολιτικοστρατιωτικής πίεσης ώστε να εκδημοκρατιστεί η χώρα. Γιατί αυτό ήταν αντικειμενικά ο Ελληνικός Εμφύλιος: η ιστορία των προσπαθειών του Εθνικού Στρατού να διαλύσει τον ΔΣΕ για να ακυρώσει την έμπρακτη απαίτηση που συνιστούσε η δράση του να υποχρεωθεί η ελληνική κυβέρνηση να επανεντάξει την ελληνική Αριστερά στην πολιτική ζωή της χώρας και του τελευταίου να διατηρήσει εν ζωή το «δεύτερο αντάρτικο» που διεξήγαγε.

Είναι χαρακτηριστικό έναντι της θεωρίας περί «επανάστασης» ότι όταν ο ΔΣΕ μπορούσε να επιβληθεί, στην αρχή της σύγκρουσης, όταν ο εθνικός στρατός ήταν εντελώς ανοργάνωτος, και μάλιστα την εποχή που ο ΔΣΕ είχε με το μέρος του την απροθυμία των

φαντάρων του Εθνικού Στρατού να πολεμήσουν αλλά και την ισχυρή ακόμη παρουσία πρώην μελών του ΕΑΜ και του ΚΚΕ στις τάξεις του, απέφυγε κάθε μορφής ολομέτωπη σύγκρουση. Γι’ αυτό ακριβώς καθυστέρησε και η μαζικοποίησή του. Οι οπαδοί του ΚΚΕ με σαφείς οδηγίες συνέχιζαν να παρουσιάζονται στα κέντρα εκπαίδευσης του αστικού στρατού και να συλλαμβάνονται, διατυμπανίζοντας με πρωτοφανή επιμονή την ανάγκη για πολιτική συνεννόηση σε δημοκρατική βάση.

Σε αυτό το πλαίσιο λογικής ήταν ενταγμένη και η απόφαση του ιστορικού γραμματέα του ΚΚΕ Ν. Ζαχαριάδη, που μέχρι τότε απαγόρευε στα μέλη του ΚΚΕ την ένοπλη δράση, να στείλει σιωπηλά στο βουνό τον Μάρκο Βαφειάδη, χωρίς καν να ειδοποιήσει το ΠΓ του ΚΚΕ, αιφνιδιάζοντας την υπόλοιπη ηγεσία του κόμματος, και να τον διατάξει να τεθεί επικεφαλής των αντάρτικων δυνάμεων που δρούσαν στα βουνά, με αποκλειστικό στόχο να μπει μια τάξη στις ομάδες αυτές. Ηταν ο όρος για να μπορέσουν να αξιοποιηθούν πολιτικά ως δύναμη πολιτικής

πίεσης.30 Μάλιστα, τέθηκε ρητός περιορισμός να μην αυξηθούν οι αντάρτες πέραν των 5.000 (4.000 ήταν ήδη στα βουνά). Υπήρχε, άλλωστε, και αντίστοιχη παραίνεση από τον Γκ. Δημητρόφ, ως εκπρόσωπο του διεθνούς σοσιαλιστικού κέντρου, ώστε να μην επικεντρωθεί το διεθνές ενδιαφέρον στο ελληνικό πρόβλημα, κάτι που αργά ή γρήγορα θα προκαλούσε η αύξηση του αριθμού των καταφευγόντων στα ελληνικά βουνά.

Ωστόσο, εξαιτίας της πρωτοβουλίας ορισμένων καπεταναίων οι άτακτοι αυτοί είχαν πλέον, τον Οκτώβριο του 1946, συγκροτηθεί σε μικρές ένοπλες ομάδες, συνιστώντας έναν παράγοντα ανωμαλίας στην ελληνική ύπαιθρο, αμυνόμενοι εναντίον δυνάμεων της χωροφυλακής που τους καταδίωκαν, πλήττοντας παρακρατικές συμμορίες που τρομοκρατούσαν τους κατοίκους των χωριών ή προβαίνοντας σε μεμονωμένες επιθέσεις εναντίον τοπικών σταθμών χωροφυλακής (Σταθμός Χωροφυλακής Καστανιάς Καρδίτσας, Καρυάς Ελασσόνας, Βαρδικούσιας, Νεζερού, Ραψάνης κ.λπ.). Στην ουσία,

εκτεταμένο πλήγμα κατά του Εθνικού Στρατού υπήρξε μόνο ένα, στις 5 Ιουλίου 1946 στην Ποντοκερασιά του Κιλκίς, όπου μια δύναμη ανταρτών επιτέθηκε σε ένα λόχο του Εθνικού Στρατού και τον διέλυσε, στην πραγματικότητα επειδή 40 φαντάροι πέρασαν στις τάξεις των ανταρτών. Αυτό ήταν και το στοιχείο που πανικόβαλε το ελληνικό κράτος, αφού ακόμη και οι μεμονωμένες αψιμαχίες σταδιακά εξελίσσονταν σε κανονικές μάχες με τους κληρωτούς του Εθνικού Στρατού να περνούν στις τάξεις των ανταρτών. Την ίδια στιγμή τα επαγγελματικά σώματα, όπως οι δυνάμεις χωροφυλακής, εγκατέλειπαν πολύ εύκολα τις θέσεις τους, όπως έγινε όταν στις 10 Αυγούστου 1946 περίπου 500 χωροφύλακες και παρακρατικοί της ομάδας Σούρλα, κινούμενοι προς τα Αμπελάκια Λάρισας, συνεπλάκησαν με πέντε ομάδες του Αρχηγείου Κισσάβου του ΔΣΕ και τράπηκαν σε άτακτη φυγή ή όπως έγινε στις 28 Αυγούστου 1946 με τη μάχη τμημάτων του ΔΣΕ του Αρχηγείου Χασίων με την εθνοφρουρά Κρανιάς Δεσκάτης που αποτελούνταν

από περίπου 60 χωροφύλακες, οι οποίοι παρέδωσαν πολύ εύκολα τον οπλισμό τους στους αντάρτες.31

Το ΚΚΕ αναγνωρίζει τον ΔΣΕ στις 22 Νοεμβρίου 1946

Στην ουσία το ΚΚΕ αναγνώρισε την ύπαρξη του ΔΣΕ μόνο στις 22 Νοεμβρίου 1946, έναντι μιας κατάστασης που ήταν αδύνατο πλέον να αγνοήσει, και αφού δημοσιοποιήθηκε η δράση των δυνάμεων αυτών από έρευνα ξένων δημοσιογράφων. Αλλά ακόμη και τότε δεν έγινε καμία εκτεταμένη κομματική στρατολογία. Οσοι αντιμετώπιζαν διώξεις έπρεπε, με βάση τις εντολές του κόμματος, απλώς να καταφύγουν στα ελληνικά βουνά μέχρι να τους δοθεί αμνηστία. Είναι χαρακτηριστικό ότι το ΚΚΕ είχε τότε τη δυνατότητα να κινητοποιήσει πάνω από 70.000 ανθρώπους κατά τις εκτιμήσεις επιτελικών αξιωματικών του ΔΣΕ και δεν το έκανε.32 Την ίδια στιγμή κατήγγειλε «τα ύποπτα εκείνα στοιχεία» που διέδιδαν ότι είχαν εξουσιοδότηση να στείλουν αντάρτες στα βουνά. Επρόκειτο για «πράκτορες» που είχαν σκοπό να δημιουργήσουν πειστήρια ότι το ΚΚΕ προωθούσε εμφύλιο πόλεμο. Ο ίδιος ο Ζαχαριάδης δημοσίευε άρθρα στον «Ριζοσπάστη» που διατυμπάνιζαν ως απολύτως εφικτή τη δυνατότητα της εθνικής συμφιλίωσης, ενώ αναφερόταν σε περιπτώσεις όπου μοναρχικοί και ΕΑΜικοί έδιναν τα χέρια ή σε διαμαρτυρίες δεξιών πολιτών που ζητούσαν από τις τρομοκρατικές οργανώσεις να σταματήσουν τον «αδελφοκτόνο» –κατά τις διατυπώσεις του ΚΚΕ– πόλεμο. Σε κυρίαρχο σύνθημα

του ΚΚΕ αναγόταν πεισματικά η συμφιλίωση, η οποία διατρανωνόταν από τα κομματικά έντυπα ως ανέκκλητη υποχρέωση κάθε πραγματικού κομμουνιστή. Το ΚΚΕ, παράλληλα, ζήτησε από το ΚΚ της Σοβιετικής Ενωσης στις 12 Σεπτεμβρίου 1946 να βοηθήσει ώστε η Ελλάδα να κηρυχθεί «ουδέτερη» χώρα κάτω από την εγγύηση των μεγάλων δυνάμεων και με τον τρόπο αυτό να αποτραπεί πρακτικά ο Εμφύλιος, που συνιστούσε –κατά τις διατυπώσεις των ηγετικών στελεχών του ΚΚΕ– μια τοπική διάσταση των αντιθέσεων των μεγάλων δυνάμεων. 33

Ετσι, σύμφωνα με έκθεση του Μακεδονικού Γραφείου του ΚΚΕ, ακόμη και τον Ιανουάριο του 1947 η βασική δουλειά των κομματικών οργανώσεων ήταν ακόμη η οργάνωση του κινήματος της συμφιλίωσης. Στο 45% των χωριών της βορείου Ελλάδας το ίδιο το ΚΚΕ είχε οργανώσει μαζικές εκδηλώσεις συμφιλίωσης με γλέντια και χορούς και με χρήματα των κομματικών του οργανώσεων. Στο υπόλοιπο 35% που δεν είχε καταστεί δυνατή η προώθηση της πολιτικής αυτής, όπως διαπίστωναν οι κομματικές εκθέσεις, δεν είχαν γίνει δημόσιες εκδηλώσεις συμφιλίωσης, μόνο και μόνο γιατί οι χωρικοί φοβήθηκαν τα αντίποινα των παρακρατικών συμμοριών.

Ο διεθνής παράγοντας και η γενίκευση της σύγκρουσης

Είναι πάντως αρκούντως χαρακτηριστικό ότι ούτε η εθνική κυβέρνηση, τουλάχιστον μέχρι τα τέλη του 1946, θεωρούσε ότι βρισκόταν πραγματικά μπροστά σε μια «επανάσταση». Σε σύσκεψη

που είχε συγκαλέσει ο Κ. Τσαλδάρης στις 25 Οκτωβρίου 1946 μιλούσε για το «πρόβλημα» στα βουνά που αποκτούσε πλέον και στρατιωτικό χαρακτήρα, χωρίς να του αποδίδει τη σημασία μιας ευρύτερης σύγκρουσης. Ζητούσε, απλώς, την αποκατάσταση της τάξης από τις διοικήσεις του Β΄ και Γ΄ Σώματος Στρατού εκεί όπου είχαν εμφανιστεί «συμμορίες».34 Ακόμη και οι Αμερικανοί θεωρούσαν υπερβολικά τα περί αντεθνικής απειλής που επικαλούνταν η ελληνική άκρα Δεξιά, προσπαθούσαν να περιορίσουν τις αντικομμουνιστικές εξάρσεις της ελληνικής κυβέρνησης και την πίεζαν να περιορίσει τις ακρότητες των σωμάτων ασφαλείας γιατί έτειναν προς τον φασισμό, κάτι που φοβούνταν ότι θα προκαλούσε και την αντίδραση των Ηνωμένων Εθνών αν γινόταν κάποια προσφυγή. Αν, αντίθετα, τιθασευόταν η ελληνική κυβέρνηση, οι Αμερικανοί θεωρούσαν ότι το 70% αυτών που είχαν καταφύγει στα βουνά θα επέστρεφε στα σπίτια τους.35

Στη στρατηγική αυτή να χρησιμοποιείται ο ΔΣΕ ως δύναμη πολιτικής πίεσης για να αναδεικνύει την αντιδημοκρατική εκτροπή στη χώρα που προκαλούσε την αντίδραση των ανταρτών ενέτεινε το ΚΚΕ, ιδίως από τη στιγμή που ανακοινώθηκε ότι επιτροπή των Ηνωμένων Εθνών θα επισκεπτόταν την Ελλάδα με σκοπό τη διερεύνηση των δυνατοτήτων επίτευξης πολιτικής ομαλότητας και την εξομάλυνση των συνοριακών διαφορών των βαλκανικών κρατών. Επιπλέον, το ΚΚΕ ενέτεινε την προσπάθειά του να διεθνοποιήσει το πρόβλημα, επιμένο

ντας να κηρυχθεί η Ελλάδα από τον ΟΗΕ ως «ουδέτερη» χώρα –και μάλιστα τελικά χωρίς καν την έγκριση της Μόσχας– ώστε να παρασχεθεί η επίβλεψη των μεγάλων δυνάμεων που θα εγγυούνταν την επιβολή της πολιτικής ομαλότητας.36 Ο ΔΣΕ, μάλιστα, και ενώ εξαπέλυε αλλεπάλληλες επιθέσεις εναντίον του ο Εθνικός Στρατός, πρότεινε εκ νέου και επίσημα ανακωχή στην τότε κυβέρνηση του Δημητρίου Μαξίμου στις 25 Ιανουαρίου 1947, με σκοπό να βρεθεί «έντιμη» πολιτική λύση στο ελληνικό πρόβλημα.

Η ακροδεξιά ψύχωση και η δολοφονία Ζεύγου

Να σημειωθεί ότι αν το ΚΚΕ ήθελε πραγματικά να καταλάβει την εξουσία και να διαλύσει τον ελληνικό στρατό μέχρι τα μέσα του 1947, θα το είχε πιθανότατα πετύχει. Γιατί την περίοδο εκείνη, με βάση και τα επίσημα στοιχεία της κυβέρνησης, υπήρχαν περίπου 15.000 αντάρτες έναντι 120.000 αντρών του Εθνικού Στρατού, στον οποίο, όμως, περίπου οι μισοί ήταν σε βοηθητικές στρατιωτικές υπηρεσίες και μόνο οι υπόλοιποι 60.000 ήταν μάχιμοι, που και από αυτούς λόγω πλημμελούς εκπαίδευσης τουλάχιστον οι μισοί είχαν αναλάβει στατικά καθήκοντα προστασίας σε μεγάλες αγροτικές πόλεις και σε κόμβους επικοινωνίας και συγκοινωνιών. Αρα, υπέρ της ελληνικής κυβέρνησης, στην ουσία, βρίσκονταν διαθέσιμοι μόνο περίπου 30.000 άντρες για να παραταχθούν εναντίον των ανταρτών, που αν και υπολείπονταν σε αριθμούς διέθεταν εμπειρία πολέμου από το αντάρτικο στην Κατοχή.

Ωστόσο, οι εμφυλιοπολεμικές δυνάμεις της ελληνικής Δεξιάς υπερίσχυσαν στο αστικό στρατόπεδο, χρησιμοποιώντας ένα όργιο ψευδολογίας σε επίπεδο ψύχωσης. Εφημερίδες της μιλούσαν για την επικείμενη απώλεια της Μακεδονίας και σχέδια αφελληνισμού της από τους αντάρτες, ανακάλυπταν χάρτες και μυστικές συμφωνίες που είχε υπογράψει ο ΕΛΑΣ με τους Βούλγαρους για την έξοδό τους στο Αιγαίο, ακόμη και συστηματική υπονόμευση από το ΚΚΕ ώστε να ματαιωθεί η αποστολή οικονομικής βοήθειας στην Ελλάδα από τις ΗΠΑ. Κορύφωση αυτών των πολωτικών μεθοδεύσεων ήταν η δολοφονία του Γ. Ζεύγου στη Θεσσαλονίκη στις 20 Μαρτίου 1947, η κλήση του Ζαχαριάδη σε στρατοδικείο και κυρίως η εκδήλωση της σφοδρής επίθεσης του Εθνικού Στρατού εναντίον του ΔΣΕ με το σχέδιο «Τέρμινους» τον Απρίλιο του 1947, που επεκτάθηκε σε όλη την κεντρική Ελλά

δα. Η μόνη λύση που είχε πλέον μείνει στον ΔΣΕ ήταν να στρατιωτικοποιηθεί περαιτέρω και να αποκτήσει ένα ενιαίο σχέδιο στρατιωτικής δράσης, αφού οι αξιωματικοί του ΔΣΕ διαμαρτύρονταν μέχρι τότε ότι δεν διέθεταν κανένα σχέδιο στρατιωτικής απάντησης στον αντίπαλο.

Είναι ενδεικτικό ότι την ίδια στιγμή το ΚΚΕ για να αντιπαρέλθει τις κατηγορίες περί συνεργασίας με τις γειτονικές χώρες απέφυγε, μέχρι και τον Απρίλιο του 1947, να ζητήσει εκτεταμένη βοήθεια από τους Γιουγκοσλάβους σε στρατιωτικό εξοπλισμό, περιορίζοντας, επιπλέον, όσο ήταν δυνατόν, τις προσχωρήσεις στον ΔΣΕ, επιτρέποντας σε μερικές μόνο εκατοντάδες νέων μαχητών να ενταχθούν σ’ αυτόν.

Ο τελικός λόγος στους Αμερικανούς

Ηταν, πάντως, η απόφαση των Αμερικανών να πολώσουν τα πράγματα

στην Ελλάδα ο καθοριστικός παράγοντας που διέγραψε τις εξελίξεις. Αρκετά επιτελικά στελέχη της κυβέρνησης των ΗΠΑ όπως ο Ντιν Aτσεσον, ο βασικός σύμβουλος του Χάρι Τρούμαν την περίοδο εκείνη και μετέπειτα υπουργός των Εξωτερικών, ανέπτυσσαν το επιχείρημα ότι η Ελλάδα κινδύνευε να χαθεί από τη σφαίρα επιρροής της Δύσης γι’ αυτό και έπρεπε να αντιμετωπιστεί δραστικά ο ΔΣΕ. Δεν πρέπει να αφίσταται της προσοχής ότι η διεθνής αμερικανική στρατηγική της «ανάσχεσης» της επιρροής των Σοβιετικών στην Ευρώπη, το «containment», συνδυαζόταν στην περίπτωση της Ελλάδας και με τα ενδιαφέροντα Αμερικανών επιχειρηματιών να «αξιοποιήσουν» τα παραγωγικά πλεονεκτήματα της χώρας, ιδίως στο μέτρο που το 1946 οι αμερικανικές εξαγωγές ανέρχονταν συνέχεια και κάλυπταν το ποσό των 143.826.000 δολαρίων, ήτοι το 1/3 του συνόλου των ελληνικών εισαγωγών. Παράλληλα, αυτοί ενδιαφέρονταν ιδιαίτερα για τα κοιτάσματα μολύβδου, χρωμίου και βωξίτη της χώρας που υπόσχονταν πολύ υψηλές αποδόσεις κεφαλαίου.

Στη βάση αυτή ο Αμερικανός υπουργός Εξωτερικών Τζορτζ Μάρσαλ έδωσε πάραυτα εντολή να προετοιμαστεί μνημόνιο για το θέμα της βοήθειας που θα δινόταν στην Ελλάδα, κάτι που έγινε αμέσως αποδεκτό από τον πρόεδρο Tρούμαν και προωθήθηκε για ψήφιση στο Κογκρέσο. Το νέο πρόγραμμα προϋπέθετε ότι η ελληνική κυβέρνηση έπρεπε για να δανειοδοτηθεί να υποβάλει την οικονομική της πολιτική στον απόλυτο έλεγχο της Αμερικανικής Αποστολής Βοήθειας (ΑΜΑG). Στις 4 Μαρτίου 1947 ο Τρούμαν ανακοίνωσε στο Κογκρέσο την κυβερνητική απόφαση σε σχέση με την Ελλάδα,39 με το επιχείρημα ότι αν οι Αμερικανοί ήθελαν έλεγχο στα πετρέλαια της Μέσης Ανατολής ήταν υποχρεωμένοι να βοηθήσουν την Ελλάδα και την Τουρκία, ιδίως στο μέτρο που ήδη τεράστια ποσά είχαν ξοδευτεί από την αραβο-αμερικανική εταιρεία

πετρελαίου (Αramco) για τη δημιουργία αγωγών προς διοχέτευση του μεσανατολικού πετρελαίου στην Ευρώπη. Αλλωστε, σύμφωνα με τον ειδικό επιτετραμμένο του Στέιτ Ντιπάρτμεντ Τζ. Φόρεσταλ, οι ΗΠΑ έπρεπε πάση θυσία να διατηρήσουν τη δυνατότητα να εμπορεύονται στην ανατολική Μεσόγειο, στο μέτρο που κατά 73% το εμπόριο αυτό αποτελούνταν από πρώτες ύλες απαραίτητες για τη βιομηχανία τους. Γι’ αυτό και η επέμβασή τους στην Ελλάδα θα έπρεπε να είναι ολόπλευρη, ιδίως στα θέματα εσωτερικής πολιτικής κατάστασης στη χώρα, αφού κατά την αμερικανική εκτίμηση η κυβέρνηση και ο ελληνικός στρατός θα κατέρρεαν χωρίς εξωτερική υλική και πολιτική ενίσχυση. Γιατί, όπως είχαν διαπιστώσει, ο ελληνικός στρατός στερούνταν και ηθικού και αποφασιστικότητας, ενώ και η κυβέρνηση έχανε ραγδαία την υποστήριξη της ελληνικής κοινής γνώμης, αδυνατώντας να βελτιώσει τη δεινή οικονομική κατάσταση της χώρας.40

1 P. Papastratis, British Foreign Policy Towards Greece During the Second World War, 1941-1944, Cambridge 1984, σ. 139-143

2 «Εθνικαί Ομάδες Ανταρτών Ελλάδος, Κοινόν Γενικόν Στρατηγείον», Απόφασις υπ’ αριθ. Ι, 19 Ιουλίου 1943, ΓΕΣ/ΔΙΣ, Αρχεία Εθνικής Αντίστασης, τόμ. 3, ΕΑΜ-ΕΛΑΣ, Αθήνα 1998,

σ. 89-90 3 Ριζοσπάστης 23 Ιανουαρίου 1944

4 FO 371/43689, R 10713, Waterhouse προς Laskey, 30 Ιουνίου 1944

5 Αρχείο ΚΚΕ, κουτί 493, Φ 30/1/55, ΕΛΑΣ, Γ.Σ, Επιτ. Γραφ. ΙΙΙ, αρ. Α.Π 1836, Διαταγή, 16 Δεκεμβρίου 1943

6 FO 371/43705, R 73708, Leeper προς FO, 3 Μαΐου 1944

7 Β. Νεφελούδης, Η Εθνική Αντίσταση στη Μέση Ανατολή, τομ. Β, Αθήνα 1981, σ. 88-105

8 Αρχείο ΚΚΕ, κουτί 145, Φ 7/32/137, Σιάντος προς Κομματικές Επιτροπές Περιοχής, Ραδιοτηλεγράφημα αρ. 46, 7 Σεπτεμβρίου 1944, ΑΣΚΙ 9 Αρχείο ΚΚΕ, κουτί 145, φ 7/32/130, Σιάντος προς ΠΓ Αθήνα, αρ. 36, 6 Σεπτεμβρίου 1944, ΑΣΚΙ

10 Αρχείο ΚΚΕ, κουτί 145, φ 7/32/208, ραδιοτηλ. 74, Ιωαννίδης προς ΠΓ, 24 Σεπτεμβρίου 1944, ΑΣΚΙ

11 Parliamentary Debates, Archives, vol. 404, House of Commons, Tenth Session, 5 December 1944, www.parliament.uk. 12 Messages, BOX 7, Churchill to FDR, no 852, 15 Δεκεμβρίου 1944, Franklin D. Roosevelt, Papers as President: Map Room Papers, 1941-1945, Franklin

Roosevelt Library and Museum

13 Parliamentary Debates, Archives, Hansard Archives, Fifth Series, vol. 404, ο.π, www.parliament.uk

14 Office of Strategic Services, Report no 2818, MD21, British policy towards Greece, National Archives of US 15 Φ. Μπαρτζιώτας, «Ο παλλαϊκός χαρακτήρας του Δεκέμβρη», ΚΟΜΕΠ, αρ. φυλ. 44, Αθήνα Δεκέμβριος 1945, σ. 32-37 16 FO 371/48244, R 111/4/19, Leeper προς FO, 1 Ιανουαρίου 1945

17 Ριζοσπάστης, 9 Ιανουαρίου 1946

18 Foreign Relations of the United States, Diρlοmatic Ρapers, 1946, The Near East and Africa,

Volume VII τομ. VΙΙ, United States Government Printing Office, Washington DC 1969, σ. 117, 126 19 Μόνο μια εβδομάδα αργότερα το ΚΚΕ προέβη στη δήλωση ότι συμμεριζόταν την απόφαση των άλλων δυνάμεων του ΕΑΜ υπέρ της αποχής

20 Γ. Μπλάνας (Κίσσαβος), Εμφύλιος πόλεμος 1946-1949, αυτοέκδοση, Αθήνα 1976. σ. 73-79 και Γ.

Βοντίσιος (Γούσιας) Οι αιτίες για τις ήττες – τη διάσπαση του ΚΚΕ και της ελληνικής Αριστεράς, τόμ. 2, Να υπηρετήσουμε τον λαό, Αθήνα 1977, σ. 134 κε

21 Αρχείο ΚΚΕ, κουτί 409, φ 62/165, Γραφείο Περιοχής Μακεδονίας του ΚΚΕ στο Πολιτικό Γραφείο, 8 Ιανουαρίου 1947, ΑΣΚΙ

22 Μ. Λυμπεράτος, Στα πρόθυρα του εμφυλίου πολέμου. Κοινωνική πόλωση, Αριστερά και αστικός

κόσμος στη μεταπολεμική Ελλάδα, Βιβλιόραμα, Αθήνα 2006, σ. 490-526, 589-619

23 FO 371/48267, R 7098, Norton to FO, 9 May 1946

24 Αρχείο Ραδιοφωνικού Σταθμού Ελεύθερη Ελλάδα, 14 Δεκεμβρίου 1947, 002.01.02.29.00020, Ψηφιακό Αρχείο ΑΣΚΙ 25 International Labour Office, Labour Problems in Greece, October-November 1947, Geneva 1949, σ. 260-266

26 Ν. Μηχιώτης, Τα Εκτακτα Στρατοδικεία της περιόδου 1946-1960, Αθήνα 2007, σ. 187-188, 235-241

27 Αρχηγείον Στρατού, Τμήμα Χ, Παράρτημα της υπ’ αριθ. Α.Π.409898/ΓΕΣ/Α3/1, εν Αθήναις τη 7η Οκτωβρίου 1946, ΓΕΣ/ΔΙΣ, Αρχεία Eμφυλίου Πολέμου (1944-1949),

τόμ. 3, σ. 68-73

28 Βλ. Μ. Λυμπεράτος, «Η έννοια του ιστορικού χρόνου και οι προσεγγίσεις στην ιστορία του εμφυλίου πολέμου», Μνήμων, τόμ. 27, Αθήνα 2005, σ. 181-200

29 ΓΕΣ, Διεύθυνσις Πληροφοριών, Τμήμα ΙV, Αρ. πρωτ. Α.Π, Δελτίον υπ. αριθμ. 10 Πληροφοριών επί της Κινήσεως των Συμμοριών ΝΟΦ – ΚΚΕ, από 16-31 Οκτωβρίου 1946, ΓΕΣ/ΔΙΣ, Αρχεία Eμφυλίου Πολέμου (1944-1949), τόμ. 2, σ. 429-432

30 Μ. Βαφειάδης, «Ομιλία στην 7η Ολομέλεια 1957», Νέος κόσμος, 1957, σ. 52

31 ΣΤΓ 916 6.VΙΙ.1946, Ο Διοικητής της Χ Μεραρχίας προς το Γ΄ ΣΣ, ΒΣΤ 903, Γεγονότα Ποντοκερασιάς, 1170/Α/1 Θεσ/νίκη, 6/12/1946, σ. 518-519 32 Υπουργείο Εξωτερικών, Ιστορικό Αρχείο, 1946, κατάταξη 25.3, Πολιτική, Προξενείο Ελλάδας στην Αδριανούπολη προς πρεσβεία στην Αγκυρα αρ. πρωτ. 241, 16 Μαΐου 1946

33 Αρχείο ΚΚΕ, κουτί 409, Φ 62/160, Απόφαση Γραφείου περιοχής Μακεδονίας του ΚΚΕ, 23 Σεπτεμβρίου 1946

34 Αρχείο Κ. Τσαλδάρη, φακ. 17, υποφακ. 1γ, Τσαλδάρης προς τα Συνεργαζόμενα Κόμματα, 25 Οκτωβρίου 1946. 1946, Ιδρυμα Κ. Καραμανλή

35 «The Ambassador MacVeagh to the Secretary of State», Athens 11 October 1946, Foreign Relations of US, Diplomatic Papers, 1946, The Near East and Africa, volume VII

36 Ραδιοτηλεγράφημα του Ιωαννίδη προς τον Ceverkov με το αίτημα του ΚΚΕ σε σχέση με την ουδετεροποίηση της Ελλάδας, 21 Νοεμβρίου 1946, στο Εμφύλιος Πόλεμος, Εγγραφα από τα Γιουγκοσλαβικά και τα Βουλγαρικά Αρχεία, Β. Κόντης, Σ. Σφέτας (επιμ.), Παρατηρητής, Αθήνα 2000, σ. 183 37 Greek Government to the US Mission in Athens, Memorandum, Athens 7 August 1947, Documentary History of Greece (1943-1951), Truman Doctrine and Marshall Plan, σ. 159

38 Γ. Μαλτέζος (Τζουμερκιώτης), ΔΣΕ, Ζητήματα στρατηγικής και τακτικής της ηγεσίας του, αυτοέκδοση, Αθήνα 1984, σ. 86 και 100-104

39 Draft, President’s Message to Congress on Greek Situation, March 4, 1947, The Truman Doctrine and The Beginning of the Cold War, Harry Truman Library and Museum

40 M. Ethridge to the Secretary of State, Athens 19, February 1947, FRUS 1947, vol. V

Περιεχομενα

el-gr

2023-12-03T08:00:00.0000000Z

2023-12-03T08:00:00.0000000Z

https://epaper.documentonews.gr/article/284082031361040

Documento Media