Documento Media

Το Μουσείο της Ακρόπολης σφυρίζει κλέφτικα

Του Αγγελου Χανιώτη

Εν τω μεταξύ, στο Μουσείο της Ακρόπολης παρουσιάζεται η μεγάλη έκθεση «ΝοΗΜΑΤΑ. Προσωποποιήσεις και αλληγορίες από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα», η οποία περιλαμβάνει και δανεικά εκθέματα από το Βρετανικό Μουσείο. Σε μια τέτοια κρίσιμη καμπή των διπλωματικών σχέσεων Ελλάδας και Βρετανίας ο δανεισμός αυτός αποδεικνύεται όχι μόνο άκαιρος αλλά και επικίνδυνος, αφού αποφασίστηκε σε μια περίοδο ευαίσθητη για τις ελληνικές διεκδικήσεις και εν μέσω φημών περί συζητήσεων δανεισμού μέρους των Γλυπτών από το Βρετανικό Μουσείο. Η έκθεση εγκρίθηκε πάντως από το ΚΑΣ ομόφωνα και μετ’ επαίνων, με το αιτιολογικό ότι πρόκειται για επιστημονική συνεργασία. Τα 160 εκθέματα είναι έργα γλυπτικής, κεραμικής, ζωγραφικής, μεταλλοτεχνίας από ελληνικά και ξένα μουσεία. Μεταξύ των αριστουργημάτων του Μποτιτσέλι και του Ρούμπενς εκτίθεται και η «Υδρία του Μειδία», αρχαίο ελληνικό αγγείο εξαιρετικής τέχνης του 420 π.Χ. που βρίσκεται στο Βρετανικό Μουσείο μαζί με άλλα οκτώ έργα από το μουσείο. Το αρχαίο αγγείο που βρέθηκε σε ανασκαφή στην Ιταλία και αποκτήθηκε από το Βρετανικό Μουσείο το 1772 βγαίνει για πρώτη φορά από το μουσείο έπειτα από 250 χρόνια. Η στάση της διοίκησης του Μουσείου της Ακρόπολης πάντως φαίνεται να ταυτίζεται με την κυβερνητική γραμμή και τους μυστικούς χειρισμούς που έχουν υιοθετηθεί μέχρι τώρα για τα Γλυπτά. Mε την ανακοίνωση που εξέδωσε για τις τελευταίες εξελίξεις δεν παίρνει ουσιαστικά καμία θέση για τις κρυφές διαπραγματεύσεις της κυβέρνησης για δανεισμό και σφυρίζει… αδιάφορα. Δεν είναι η πρώτη φορά που συμβαίνει κάτι τέτοιο. Με αφορμή επετειακή εκδήλωση για τα 14 χρόνια λειτουργίας του Μουσείου της Ακρόπολης, ο γενικός διευθυντής του, καθηγητής Νικόλαος Σταμπολίδης, σε συνέντευξη Τύπου το καλοκαίρι όταν ρωτήθηκε για τα Γλυπτά του Παρθενώνα προτίμησε να απαντήσει διπλωματικά: «Μας συγχωρείτε όταν αδυνατούμε να σας δώσουμε τέτοιου είδους πληροφορίες. Το μουσείο εποπτεύεται από το υπουργείο Πολιτισμού και οποιαδήποτε μυστική κυβερνητική διπλωματία απορρέει από την εκάστοτε κυβέρνηση» είχε πει, υπονοώντας όμως ότι οι διαπραγματεύσεις βρίσκονταν σε εξαιρετικό σημείο.

Η βασίλισσα Ελισάβετ, βράχος σταθερότητας επί 70 χρόνια, είδε στη βασιλεία της 48 αποικίες να ανεξαρτητοποιούνται και τη Βρετανική Αυτοκρατορία να μεταμορφώνεται σε περιφερειακή ευρωπαϊκή δύναμη. Ωστόσο η εμμονή της βρετανικής ιθύνουσας τάξης σε φαντασμαγορικές τελετουργίες με παράδοση αιώνων κατόρθωσε να διατηρεί την ψευδαίσθηση της συνέχειας. Τι σχέση έχει αυτό με το Βρετανικό Μουσείο και τα Γλυπτά του Παρθενώνα; Το Βρετανικό Μουσείο ως «εγκυκλοπαιδικό» μουσείο (μουσείο παγκόσμιου πολιτισμού) έχει δύο γονείς: τον Διαφωτισμό, που κέντρισε το ενδιαφέρον για εξωτικούς και αρχαίους πολιτισμούς, και την αποικιοκρατία, που έδωσε τη δυνατότητα για τη δημιουργία και τον εμπλουτισμό των συλλογών του.

Το Βρετανικό Μουσείο στη συνείδηση συντηρητικών πολιτικών και πολιτών γαλουχημένων στην εμμονή σε παραδόσεις –μάλλον και στη συνείδηση της πλειοψηφίας των επιτρόπων του, που προέρχονται από τον κόσμο των επιχειρήσεων και της οικονομίας– αποτελεί σύμβολο της δόξας τής πάλαι ποτέ κραταιάς αυτοκρατορίας. Η αποστολή τους να διατηρήσουν ό,τι απομένει από αυτήν περιλαμβάνει και την ακεραιότητα των συλλογών του Βρετανικού Μουσείου. Η εμμονή οδηγεί σε ακρότητες. Τον Μάιο του 2005 το Ανώτατο Δικαστήριο της Αγγλίας και Ουαλίας απαγόρευσε στο Βρετανικό Μουσείο να επιστρέψει στους κληρο

νόμους του δρα Αρθουρ Φέλντμαν τέσσερα έργα τέχνης που η Γκεστάπο είχε αρπάξει από το σπίτι του το 1939. Το Βρετανικό Μουσείο τα είχε αποκτήσει λίγο μετά τον πόλεμο. Ο γενικός εισαγγελέας λόρδος Γκόλντσμιθ ζήτησε από το δικαστήριο να εκδώσει απόφαση γι’ αυτήν τη διεκδίκηση, όχι επειδή τον ενδιέφεραν τα συγκεκριμένα έργα αλλά για να μη δημιουργηθεί προηγούμενο για τη νομική διεκδίκηση των Γλυπτών του Παρθενώνα. Η απόφαση του αντιπροέδρου του δικαστηρίου σερ Αντριου Μόριτ ήταν ότι ο νόμος για το Βρετανικό Μουσείο, που προστατεύει τις συλλογές του εις το διηνεκές, έχει ανώτερη ισχύ από την ηθική υποχρέωση να επιστραφεί το προϊόν λεηλασίας στους νόμιμους ιδιοκτήτες του.

Μια άλλη χαρακτηριστική περίπτωση είναι τα Χάλκινα του Μπενίν, ανάγλυφα και γλυπτά του 16ου και 17ου που κοσμούσαν το ανάκτορο στην πόλη Μπενίν της Νιγηρίας και λεηλατήθηκαν από τον βρετανικό στρατό το 1897. Περίπου 3.000 αντικείμενα κατέληξαν σε διάφορες συλλογές, κυρίως στο Βρετανικό Μουσείο. Τα δύο τελευταία χρόνια βλέπουμε ένα κύμα επαναπατρισμού τους στη Νιγηρία με σχετικές αποφάσεις των κυβερνήσεων της Γαλλίας και της Γερμανίας αλλά και με επιστροφές από πολλές άλλες συλλογές, όπως του Μητροπολιτικού Μουσείου και του Σμισθόνιαν στις ΗΠΑ, ακόμη από συλλογές στη Μεγάλη Βρετανία (Εκκλησία της Αγγλίας, Αμπερντίν, Κέμπριτζ). Στο αίτημα επαναπατρισμού οι επίτροποι του Βρετανικού Μουσείου απαντούν στην ιστοσελίδα του με μη δεσμευτικές γενικότητες: το μουσείο συμμετέχει στον διάλογο με σκοπό «να διευκολυνθεί μια νέα μόνιμη έκθεση έργων τέχνης του Μπενίν στην πόλη του Μπενίν, που θα περιλαμβάνει έργα από τις συλλογές του Βρετανικού Μουσείου». Σκοπίμως δεν χρησιμοποιείται το οριστικό άρθρο: όχι «τα έργα», αλλά κάποια έργα.

Η απρεπής, αγενής και σε μεγάλο βαθμό παιδιάστικη συμπεριφορά του συντηρητικού Βρετανού πρωθυπουργού («τώρα σου κρατάω μούτρα») είναι απλώς η άκομψη εκδοχή των αρνήσεων σειράς προκατόχων του να συζητήσουν την επανένωση των Γλυπτών του Παρθενώνα. Η στάση τους έχει τη ρίζα της στην εμμονή στην αποικιοκρατική και αυτοκρατορική παράδοση. Ομως τις τελευταίες δεκαετίες ο κόσμος βίωσε με αποστροφή την καταστροφή των αγαλμάτων του Βούδα από τους Ταλιμπάν στο Αφγανιστάν το 2001, τη λεηλασία του Μουσείου της Βαγδάτης το 2003, την καταστροφή των αρχαιοτήτων της Παλμύρας το 2015 και τη βομβιστική επίθεση στον ναό του Καρνάκ στην Αίγυπτο το 2015. Αυτές οι εμπειρίες έχουν αυξήσει την ευαισθητοποίηση στο θέμα της προστασίας και ακεραιότητας μνημείων του παγκόσμιου πολιτισμού. Με την άρνησή τους να δεχτούν το ηθικά αυτονόητο –την αποκατάσταση ενός ενιαίου έργου τέχνης– και να αποδεχτούν τις σημερινές πολιτιστικές αξίες, οι συντηρητικές κυβερνήσεις και οι επίτροποι του μουσείου αποτελούν απολιθώματα του παρελθόντος.

Ville | Γλυπτά Παρθενώνα

el-gr

2023-12-03T08:00:00.0000000Z

2023-12-03T08:00:00.0000000Z

https://epaper.documentonews.gr/article/283300347313168

Documento Media