Documento Media

Οι κελτικοί σταυροί της Νέας Χαλκηδόνας: ένα α-μνημείο

Ακη Γαβριηλίδη Μεταδιδάκτορα Πολιτικής Ανθρωπολογίας – μεταφραστή

Στον νομό Θεσσαλονίκης, λίγα χιλιόμετρα έξω από την πόλη προς τα βορειοδυτικά, υπάρχει ένα χωριό που λέγεται Νέα Χαλκηδόνα. Κατά τη Βικιπαίδεια, η ονομασία αυτή δόθηκε το 1926, όταν εγκαταστάθηκαν εκεί πρόσφυγες της Συνθήκης της Λωζάννης από διάφορες περιοχές, αλλά κυρίως από την παλιά Χαλκηδόνα. Κατά την ίδια πηγή, για το χωριό αναφέρονται όχι ένα αλλά δύο παλαιότερα ονόματα: Γιάλετζικ και Ιλιτζίεβο, στα τουρκικά και τα «ανύπαρκτα» ντόπια αντίστοιχα.

H Xαλκηδόνα-χωριό υπάγεται στον καποδιστριακό δήμο της Χαλκηδόνας, δεν είναι όμως η έδρα του· ως τέτοια ορίστηκε το τέως Κουφάλοβο, το οποίο μετονομάστηκε, κατά τρόπο όχι ιδιαίτερα ευφάνταστο, σε Κουφάλια.

Οταν ήμουν παιδί υπήρχε η φήμη ότι στη Χαλκηδόνα μπορεί κανείς να φάει εξαιρετικά σουβλάκια (με τη βορειοελλαδική έννοια του όρου). Δεν ξέρω πού υποτίθεται ότι βασιζόταν αυτή η υπεροχή, δεδομένου ότι για να φτιάξεις σουβλάκια (καλαμάκια) δεν απαιτείται κάποια ιδιαίτερη επιδεξιότητα· λογικά δε οι χασαποταβέρνες της περιοχής τα ίδια κρέατα θα πρέπει να χρησιμοποιούσαν σε σχέση με τα γύρω χωριά. Εν πάση περιπτώσει, μέσω της συνήθειας και της επανάληψης οι Θεσσαλονικείς είχαν πειστεί ότι υπήρχε κάποιο μυστικό στα χαλκηδονιακά σουβλάκια. Μεταξύ αυτών και οι γονείς μου. Ετσι σε αμέτρητες εκδρομές θυμάμαι να κάνουμε τη σχετική στάση στον γυρισμό και να ενισχύουμε την τοπική οικονομία.

Αυτό που δεν ήταν καθόλου γνωστό, ούτε σ’ εμένα ούτε σε πολλούς άλλους από τους καταναλωτές σουβλακίων, και που έμαθα πολλά χρόνια αργότερα, ήταν ότι στη Νέα Χαλκηδόνα υπήρχε ένα μυστικό όχι κοινό, αλλά κανονικό, μυστικό μυστικό, το οποίο όσοι ήξεραν φρόντιζαν να το κρατήσουν όσο το δυνατόν περισσότερο μυστικό· μερικοί δε προσπαθούσαν ευσυνείδητα να το εξαφανίσουν, με αρκετή αλλά όχι πλήρη επιτυχία (μέχρι στιγμής). Αυτό ήταν ένα σύνολο από ογκώδεις πέτρινους σταυρούς εγγεγραμμένους σε κύκλο, από αυτούς που λέμε περιγραφικά «κελτικού τύπου», προφανώς υπολείμματα από κάποιο νεκροταφείο, στην είσοδο του χωριού. Εδώ και κάποια χρόνια, από τη στιγμή που «ανακαλύφθηκε» και άρχισε να

συζητιέται η ύπαρξή τους, επικράτησε γι’ αυτούς η ονομασία «βογομιλικοί» – ανακριβώς, όπως υποστηρίζουν κάποιοι (είχα στο μυαλό μου κατά καιρούς να ρωτήσω σχετικά τον Ζάχο, αλλά όλο το ξεχνάω).

Προσωπικά έχω επισκεφθεί δύο φορές τον χώρο από τη στιγμή που πληροφορήθηκα προφορικά την ύπαρξή του.

Πρόκειται φυσικά για ένα χώρο με ευρήματα αρχαιολογικής σημασίας. Ωστόσο είναι το ακριβές αντίθετο από αυτό που συνήθως ορίζουμε ως «αρχαιολογικό χώρο».

Ακούγοντας αυτό τον όρο φανταζόμαστε μια περίφραξη, ένα εκδοτήριο εισιτηρίων/κατάστημα αντιγράφων ή σουβενίρ, ένα συνοδευτικό λόγο, είτε σε μορφή φυλλαδίων και επεξηγηματικών καρτελών κάτω από τα εκθέματα στα ελληνικά ή/και σε άλλες γλώσσες είτε από την περιρρέουσα ατμόσφαιρα του επίσημου εκπαιδευτικού μηχανισμού (σχολεία, ραδιόφωνα, τηλεοράσεις κ.λπ.), και πλήθη επισκεπτών. Εδώ δεν υπήρχε τίποτε απ’ όλα αυτά. Δεξιά ένα χωράφι, αριστερά ένα χωράφι και στη μέση του πουθενά διάσπαρτοι, παρατημένοι κάποιοι σταυροί – στη δεύτερη επίσκεψη αισθητά λιγότεροι από την πρώτη. Και κυρίως πλήρης σιωπή και ερημιά. Κυριολεκτική και μεταφορική.

Αυτό το τελευταίο από μόνο του δεν είναι κακό. Το να μην έχουμε μια φλυαρία που (προ) καταλαμβάνει όλο τον χώρο και εντάσσει τα πάντα στα κουτάκια τους ίσως αφήνει περισσότερο χώρο στην (αντι)αρχαιολογική μας φαντασία.

Επιπλέον, όμως, η σιωπή αυτή μας επιτρέπει –και μας ενθαρρύνει– να σκεφτούμε κάποια πράγματα για τον ίδιο τον αρχαιολογικό θεσμό.

Η ανάδειξη και η αξιοποίηση αυτού του μυστικού πιθανότατα θα απέφερε στην τοπική οικονομία πολλαπλάσια κέρδη απ’ όσα έβγαλε από όλα μαζί τα σουβλάκια που πούλησε όλα αυτά τα χρόνια. Εξάλλου θα τόνωνε και την ίδια την πώληση σουβλακίων μεταξύ άλλων. Ωστόσο, αντίθετα απ’ ό,τι νομίζουμε καμιά φορά, η οργανωμένη και η «από τα κάτω» αρχαιολατρία μας δεν έχει μόνο γνώμονα το κέρδος: ο ιδεολογικός κίνδυνος να αποκαλυφθεί ότι η μακεδονική γη κρύβει και ευρήματα που δεν είναι τρισχιλιετώς ελληνικά ή/ και ορθόδοξα χριστιανικά είναι τόσο επίφοβος που η επιταγή αποφυγής του προέχει έναντι της τόνωσης του τουρισμού – του αποκαλούμενου και «βαριά βιομηχανία της χώρας μας».

Ville | Μαρμαρένιοικήποι

el-gr

2022-08-07T07:00:00.0000000Z

2022-08-07T07:00:00.0000000Z

https://epaper.documentonews.gr/article/282621741482245

Documento Media