Documento Media

Τα παιδιά θέλουν φροντίδα, όχι ιδρύματα

Η Ελλάδα είναι από τις τελευταίες χώρες της Ευρώπης όπου λειτουργούν δομές που τραυματίζουν τα πιο ευάλωτα μέλη της κοινωνίας αντί να τα «θεραπεύουν»

Αντιγόνη Μιχοπούλου

● Εν συντομία

Οριστική κατάργηση της ιδρυματικής φροντίδας παιδιών ζητούν κοινωνικοί λειτουργοί.

● Γιατί ενδιαφέρει

Παρόλο που έχει αποδειχτεί επιστημονικά ότι κανένα ίδρυμα δεν μπορεί να καλύψει τις ανάγκες ενός παιδιού, στην Ελλάδα, σε αντίθεση με πολλές χώρες της Ευρώπης, ακόμη κοιτάζουμε με τα κιάλια την αποϊδρυματοποίηση.

Κάπου ανάμεσα στις τηλεοπτικές κόντρες, τις καταγγελίες, τις ποινικές διώξεις και τις υπουργικές αποφάσεις που θέτουν τις προδιαγραφές για την ίδρυση και τη λειτουργία ιδιωτικών μονάδων παιδικής προστασίας υπάρχουν και τα παιδιά. Εκείνα τα παιδιά που δεν έχουν την τύχη να κοιμούνται στο παιδικό τους δωμάτιο, που δεν απολαμβάνουν το βραδινό χάδι της μητέρας τους λίγο προτού βαρύνουν τα βλέφαρά τους επειδή η «φωλιά» τους σε πολλές περιπτώσεις έγινε κόλαση. «Γι’ αυτά τα παιδιά, σε αντίθεση με άλλες χώρες της Ευρώπης, στην Ελλάδα υπάρχει μεν πρόνοια, αλλά όπως τη γνωρίζαμε πριν από 50 χρόνια» λένε στο Documento πρόσωπα που ξέρουν πολύ καλά τον τρόπο που λειτουργεί εδώ η παιδική προστασία.

Σχολιάζοντας όσα προκλήθηκαν με αφορμή την κοινή υπουργική απόφαση για τις προδιαγραφές λειτουργίας των ιδρυμάτων αναφέρουν ότι «όλη η προσπάθεια ώστε να εφαρμοστούν η παλαιότερη ευρωπαϊκή οδηγία και η παλιά παρότρυνση του Συνηγόρου του Παιδιού να κλείσουν τα ιδρύματα τέτοιου τύπου φροντίδας ξεκίνησε με όρους εντυπωσιασμού και θεάματος, όταν στις πιο πολλές χώρες της Ευρώπης, ακόμη και της ανατολικής Ευρώπης, έχουν κλείσει. Είμαστε από τις τελευταίες ευρωπαϊκές χώρες που έχουν ιδρύματα».

Οι ίδιοι χαρακτηρίζουν την παιδική προστασία στη χώρα «αναχρονιστική» καθώς σε πολλές περιπτώσεις προσφέρει μόνο φαγητό και στέγη και όχι ουσιαστική στήριξη, κάνοντας ταυτόχρονα σαφές ότι «η φροντίδα του παιδιού σε μια οικογένεια έξω από το ίδρυμα είναι προς το συμφέρον του, σε αντίθεση με αυτό που συμβαίνει τώρα». Οπως αναφέρουν, «σύμφωνα με διεθνείς στατιστικές της UNICEF, από τη στιγμή που θα τοποθετηθεί ένα παιδί σε ίδρυμα έχει περίπου 85% πιθανότητες να κακοποιηθεί από τους συνενοίκους στα μεγάλα απρόσωπα ιδρύματα».

Πολλά χρόνια πίσω η Ελλάδα

Την ώρα που τόσο η κοινή λογική όσο και όλοι οι φορείς γνωρίζουν πολύ καλά τις επιπτώσεις στην ψυχική υγεία των παιδιών από την τοποθέτησή τους σε ίδρυμα, η Ελλάδα με ρυθμούς χελώνας προσπαθεί να προσεγγίσει ό,τι εδώ και χρόνια έχουν πετύχει άλλες ευρωπαϊκές χώρες: την αποϊδρυματοποίηση. Την ανάθεση δηλαδή των παιδιών σε ανάδοχες οικογένειες ώστε να λαμβάνουν τη σωστή φροντίδα. Ολα αυτά, όπως εξηγούν ειδικοί της παιδικής προστασίας, καθυστερούν για διάφορους λόγους καθώς προϋποθέτουν «αλλαγή πλεύσης» σε πολλούς τομείς και κυρίως προσλήψεις κοινωνικών λειτουργών και αλλαγή της πορείας των κονδυλίων στην παιδική προστασία.

«Σε σχέση με τις άλλες ευρωπαϊκές χώρες είμαστε πολύ πίσω στην αποϊδρυματοποίηση και στα βήματα που έχουμε κάνει. Πρέπει να τρέξουμε πολύ γρήγορα και να κάνουμε μεγάλα άλματα για να τις φτάσουμε. Οι περισσότερες χώρες της Ευρώπης έχουν καταφέρει να μην έχουν ιδρύματα όπως έχουμε εμείς. Δηλαδή μεγάλα χαοτικά κτίρια μέσα στα οποία καλούνται να έρθουν παιδιά που το συναίσθημά τους είναι το χάος λόγω των άσχημων συνθηκών διαβίωσης στην οικογένειά τους, η οποία δυστυχώς δεν μπόρεσε να τa φροντίσει» εξηγεί στο Documento o κοινωνικός λειτουργός και μέλος του περιφερειακού τμήματος Αττικής του Συνδέσμου Κοινωνικών Λειτουργών Ελλάδας Tάσος Λουκάς.

Οπως εξηγεί, οι κοινωνικές συνθήκες και οι ανάγκες έχουν αλλάξει από τη μεταπολεμική περίοδο που τα ιδρύματα είχαν γεμίσει ορφανά. «Αυτήν τη στιγμή δεν έχουμε ορφανά. Εχουμε παιδιά εκτεθειμένα σε κίνδυνο ή που έχουν κάποια αναπηρία και οι γονείς τους δεν μπορούν να τα φροντίσουν. Εκεί η αναδοχή θα έπαιζε πολύ μεγάλο ρόλο ως ανακουφιστική ή ως επαγγελματική αναδοχή προκειμένου οι γονείς παιδιών με αναπηρία να ξεκουράζονται από τη φροντίδα ενός τέτοιου παιδιού, ώστε να μπορούν να το έχουν στην οικογένειά τους και όχι να πηγαίνει σε ίδρυμα. Βάζοντας την έννοια της επαγγελματικής αναδοχής βάζουμε και την παιδική προστασία σε μια άλλη διάσταση και διασφαλίζουμε το νόμιμο συμφέρον του παιδιού» σημειώνει.

«Η παραμονή παιδιών σε ιδρύματα έστω και μια μέρα είναι κακοποιητική από μόνη της, όποιες και αν είναι οι προδιαγραφές τους» σχολίασε ο Σύνδεσμος Κοινωνικών Λειτουργών με αφορμή την υπουργική απόφαση που σήκωσε θύελλα αντιδράσεων και συνεχίζει: «Κατά συνέπεια, η πολιτεία θα έπρεπε να προχωρήσει στη θεσμοθέτηση προγράμματος άμεσης τοποθέτησης των παιδιών που φιλοξενούνται στα ιδρύματα σε ανάδοχες οικογένειας και την απαγόρευση της εισαγωγής παιδιών σε ιδρύματα».

«Περιθώριο για κλείσιμο ιδρυμάτων»

Η εμπειρία όσων γνωρίζουν καλά τι προκαλεί στα ήδη ψυχολογικά επιβαρυμένα παιδιά η παραμονή τους στο ίδρυμα δεν τους αφήνει να έχουν δεύτερες σκέψεις. «Θα πρέπει να πούμε υπεύθυνα ως χώρα, με ένα χρονικό ορίζοντα πενταετίας μέχρι δεκαετίας,

«Σε μια δομή του υπουργείου Δικαιοσύνης οι φροντιστές είναι σωφρονιστικοί υπάλληλοι… δεν έχουν την εκπαίδευση να παρέχουν φροντίδα σε παιδιά που έχουν έντονη ανάγκη από συναισθηματική πρόσδεση, από ένα πρόσωπο αναφοράς» ºΠαναγιώτης Βουτυράκος Παιδοψυχίατρος

να κλείσουν τα ιδρύματα, προκειμένου να αρχίσουμε να εφαρμόζουμε τις πολιτικές και να κάνουμε ανακατεύθυνση και πολιτικής αλλά και των πόρων που έχουμε. Αντί δηλαδή οι πόροι να κατευθύνονται στα ιδρύματα, να πηγαίνουν στις πολιτικές για να σταματήσουμε να έχουμε ιδρύματα και να έχουμε περισσότερες ανάδοχες οικογένειες» αναφέρει ο Τ. Λουκάς.

Εξηγεί ότι για να προχωρήσουν οι αναδοχές πρέπει να γίνουν ορισμένα βασικά βήματα. «Εάν η αναδοχή δεν στηριχτεί από εξειδικευμένο προσωπικό, και ειδικότερα κοινωνικούς λειτουργούς, δεν θα μπορέσει να προχωρήσει για κανένα παιδί και καμιά ανάδοχη οικογένεια. Ειδάλλως θα ζήσουμε το φαινόμενο που βλέπουμε σε άλλες χώρες, όπου παιδιά αλλάζουν μέχρι και δέκα οικογένειες μέχρι την οριστική οικογενειακή αποκατάστασή τους. Ούτε αυτό το θέλουμε» ξεκαθαρίζει.

Οι σοβαρές ελλείψεις όμως σε κοινωνικούς λειτουργούς ώστε να προχωρήσουν σωστά τις αναδοχές αποτελούν ένα από τα βασικά εμπόδια ώστε η προστασία του παιδιού να περάσει έστω και καθυστερημένα στην επόμενη φάση. «Η αναδοχή χρειάζεται υποστήριξη από εξειδικευμένο επιστημονικό προσωπικό. Η αιχμή του δόρατος για την αναδοχή είναι οι κοινωνικοί λειτουργοί. Στις περισσότερες χώρες όπου εφαρμόζεται και υπάρχει πραγματικά ο θεσμός της αναδοχής και υλοποιείται όπως πρέπει, δίνοντας έμφαση στις ανάγκες του παιδιού και της φυσικής του οικογένειας, η αναλογία είναι ένας κοινωνικός λειτουργός ανά 20, το ανώτερο 25 ανάδοχες οικογένειες. Στην Ελλάδα αυτήν τη στιγμή από όσο γνωρίζω είναι ένας κοινωνικός λειτουργός στην καλύτερη των περιπτώσεων για 40 οικογένειες ή ακόμη περισσότερες. Δεν μπορούμε να κάνουμε σωστή υποστήριξη της αναδοχής» προσθέτει.

Τα ιδρύματα βλάπτουν τα παιδιά

«Συνήθως η τοποθέτηση ενός παιδιού σε ίδρυμα δεν γίνεται εν κενώ. Δηλαδή τα παιδιά σε πολλές περιπτώσεις προέρχονται ήδη από ένα δύσκολο οικογενειακό περιβάλλον. Οπότε αυτά τα ιδρύματα υποδέχονται ευάλωτους ανθρώπους, ταλαιπωρημένους ψυχικά, και θα έπρεπε να έχουν ισχυρότατη ψυχοκοινωνική πλαισίωση, την οποία όμως δεν έχουν τα πιο πολλά» εξηγεί μιλώντας στο Documento ο Παναγιώτης Βουτυράκος, παιδοψυχίατρος, διευθυντής της δομής Πειραιά του Ελληνικού Κέντρου Ψυχικής Υγιεινής και Ερευνών (ΕΚΕΨΥΕ) και μέλος του ΔΣ της Παιδοψυχιατρικής Εταιρείας.

Μάλιστα όπως αναφέρει, «πολλές φορές τα παιδιά που έρχονται από μια οικογένεια δεν πλαισιώνονται από επαγγελματίες όπως θα έπρεπε. Συχνά οι φροντιστές τους είναι ανειδίκευτοι. Σε μια δομή του υπουργείου Δικαιοσύνης, για παράδειγμα, οι φροντιστές είναι σωφρονιστικοί υπάλληλοι οι οποίοι μπορεί να είχαν την καλύτερη πρόθεση, δεν είχαν όμως την εκπαίδευση να παρέχουν φροντίδα σε παιδιά που έχουν έντονη ανάγκη από συναισθηματική πρόσδεση, από ένα πρόσωπο αναφοράς». Ολα αυτά συμβαίνουν σε ήδη επιβαρυμένα παιδιά. Σε παιδιά που καθημερινά αναζητούν ένα πρόσωπο αναφοράς ανάμεσα στις βάρδιες του προσωπικού ενός ιδρύματος.

«Ενα άλλο πρόβλημα με τα ιδρύματα είναι οι συχνές εναλλαγές προσωπικού –το προσωπικό που είναι σε βάρδιες κ.λπ.–, κάτι που δεν διευκολύνει ένα παιδί το οποίο έχει ανάγκη από ένα σταθερό πρόσωπο πρόσδεσης και συναισθηματικής αναφοράς για να δημιουργήσει μια σχέση επανορθωτική με έναν ενήλικα» σημειώνει ο Π. Βουτυράκος.

Πάντως οι επιπτώσεις στα παιδιά που φιλοξενούνται σε ιδρύματα δεν είναι μόνο ψυχολογικές. «Τα ιδρύματα γενικά βλάπτουν όλα τα παιδιά. Ερευνες αναφέρουν ότι κατά μέσο όρο τα παιδιά σε ιδρύματα χάνουν ένα μήνα σωματικής ανάπτυξης για κάθε πέντε μήνες ιδρυματικής φροντίδας» λέει ο Τ. Λουκάς.

Χωρίς πρόληψη και ενημέρωση δεν θα κλείσουν

Ωστόσο το πρόβλημα δεν θα λυνόταν ακόμη και αν όλα τα παιδιά που βρίσκονται σε ιδρύματα αποδίδονταν άμεσα σε ανάδοχη οικογένεια. Η αναδοχή δεν θα έπρεπε να χρησιμοποιείται ως εργαλείο αποϊδρυματοποίησης. Διότι το ζήτημα δεν είναι μόνο να βγουν τα παιδιά από τα ιδρύματα, αλλά να σταματήσουν να μπαίνουν κι άλλα σε αυτά, όπως εξηγούν επαγγελματίες του χώρου. «Επομένως θα πρέπει να στηρίξουμε και να έχουμε προσωπικό για την πρόληψη, τις πρωτογενείς κοινωνικές υπηρεσίες, που είναι οι κοινωνικές υπηρεσίες των δήμων, εκεί όπου ζουν οι πολίτες, στα σχολεία όπου μεγαλώνουν τα παιδιά, ώστε να μπορέσουμε να προλαβαίνουμε» επισημαίνουν.

Ενα από τα πρώτα βήματα που θα πρέπει να επιχειρηθούν είναι ότι «θα πρέπει να μπει στην κουλτούρα μας η αναδοχή και η στήριξη της βιολογικής οικογένειας» όπως εξηγεί ο Τ. Λουκάς και συνεχίζει: «Η αναδοχή είναι ένας θεσμός που εκπροσωπεί τον αλτρουισμό. Γονείς καλούνται να μεγαλώσουν σαν δικά τους τα παιδιά κάποιων άλλων, που ίσως στην παρούσα χρονική στιγμή δεν έχουν δυνατότητα. Επίσης καλούνται ενδεχομένως κάποια στιγμή –διότι η αναδοχή είναι θεσμός υποστήριξης της φυσικής οικογένειας– να επιστρέψουν τα παιδιά αυτά στη βιολογική τους οικογένεια επειδή αυτή είναι το φυσικό τους περιβάλλον. Είναι ο υπέρτατος θεσμός της αγάπης, τον οποίο πρέπει να στηρίξουμε. Και για να στηρίξουμε την αναδοχή δεν αρκεί να τοποθετήσουμε ένα παιδί στην ανάδοχη οικογένεια. Καταρχάς πρέπει να φτιάξουμε την κουλτούρα της αναδοχής της Ελλάδα, που δεν υπάρχει».

Από την πλευρά του ο Π. Βουτυράκος επισημαίνει: «Η ελληνική κοινωνία είναι συντηρητική σε πολλά πράγματα. Θεωρεί ότι φροντίζει τα παιδιά με το να μην πεινάνε και ότι αυτό είναι αρκετό, είναι θέμα κουλτούρας».

Doc | Προνοιακήπολιτική

el-gr

2022-05-29T07:00:00.0000000Z

2022-05-29T07:00:00.0000000Z

https://epaper.documentonews.gr/article/281951726442792

Documento Media