Documento Media

Ανθρώπινο σινεμά

Ο Γιώργος Γούσης μιλάει για τα «Μαγνητικά πεδία», παραμένοντας έκπληκτος με την επιτυχία της ταινίας

Συνέντευξη στον Κωνσταντίνο Καϊμάκη

ΟΓιώργος Γούσης επιθυμούσε πάντα να κάνει σινεμά. Καταξιωμένος κομίστας και αυτοδίδακτος σκηνοθέτης, ο 36άχρονος καλλιτέχνης είδε το όνειρό του να πραγματοποιείται την εποχή της πανδημίας («παράδοξο, αλλά συνέβη») στέλνοντας την ταινία του στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης, στο οποίο θριάμβευσε με έξι βραβεία, ενώ στη συνέχεια προτάθηκε για επτά βραβεία Ιρις της Ελληνικής Ακαδημίας Κινηματογράφου. Τώρα ήρθε η ώρα η ταινία να μετρήσει τις δυνάμεις της και στο εμπορικό κύκλωμα.

Ξεκίνησες από τον χώρο των κόμικς αλλά προσφάτως μεταπήδησες σε εκείνον του σινεμά. Πώς συνέβη αυτό;

Οι δύο συγκεκριμένες μορφές τέχνης έχουν μεγάλες διαφορές, αλλά και ομοιότητες. Τα κόμικς και ο κινηματογράφος έχουν ένα βασικό σκοπό: να αφηγηθούν μια ιστορία χρησιμοποιώντας εικόνες και λόγο.

Η ιστορία των «Μαγνητικών πεδίων» αφορά τη συνάντηση δύο άγνωστων μεταξύ τους ανθρώπων στην Κεφαλονιά. Ποιοι είναι η Ελενα και ο Αντώνης και ποια είναι η ιστορία τους;

Πραγματικά δεν θέλαμε να ψάξουμε καθόλου το παρελθόν ούτε φυσικά το μέλλον τους. Η αλήθεια είναι ότι βασιστήκαμε σε μια απλή περιγραφή του καθενός. Είχαμε αποφασίσει ότι η Ελενα θα αλλάξει δρόμο ενώ βρίσκεται σε προκαθορισμένη πορεία καθώς πηγαίνει σε μια δουλειά. Είναι χορεύτρια, παντρεμένη και μητέρα ενός παιδιού, η οποία ταξιδεύει για επαγγελματικούς λόγους κάποιο Σαββατοκύριακο μακριά από το σπίτι της. Κάτι όμως συμβαίνει το οποίο την οδηγεί να αλλάξει πορεία.

Τι ακριβώς της συνέβη;

Τα «Μαγνητικά πεδία» προβάλλονται στους κινηματογράφους και σύντομα αποκλειστικά στο cinobo.com

Είδε ξαφνικά την αντανάκλασή της κάπου και δεν αναγνώρισε τον εαυτό της. Ο Αντώνης, από την άλλη, είναι ένας καθημερινός άνθρωπος χωρίς φοβερά ταλέντα ή κάποια καλλιτεχνική φύση. Διαθέτει βέβαια πολύ καλή διάθεση, ενώ ξεχωρίζει για την απέραντη τρυφερότητά του. Εχει αναλάβει να μεταφέρει τα κόκαλα της νεκρής θείας του που δεν την είχε γνωρίσει όσο ζούσε – είναι κάπως σαν αγγαρεία. Είναι δύο άνθρωποι με αντίθετα φορτία και διαφορετικές ζωές, των οποίων ο μαγνητισμός και η συντροφιά που θα κάνουν θα τους παρηγορήσουν πρόσκαιρα και ίσως να τους λυτρώσουν. Γι’ αυτό τον λόγο θέλουν να συνεχίσουν όσο μπορούν να είναι λίγο ακόμη μαζί.

Η επιτυχία του φιλμ σε ξάφνιασε;

Ναι, ήταν κάτι που δεν το περίμενα. Οταν μια τόσο φτηνή (κόστισε μόλις 6.500 ευρώ που δεν ήταν αμοιβές αλλά τα έξοδα των γυρισμάτων) χειροποίητη ταινία φτάνει τόσο μα

κριά αποτελεί τεράστια έκπληξη. Ειδικά για μας που είδαμε στην πράξη ότι μπορείς να κάνεις μια ταινία από το τίποτε και να γευτείς την επιτυχία εκεί που δεν το περιμένεις. Ολα αυτά, υποψηφιότητες, βραβεύσεις, ακόμη και η διανομή στις αίθουσες, είναι πράγματα που δεν ανήκουν σε ταινίες όπως τα «Μαγνητικά πεδία». Ή πιο σωστά δεν ανήκουν στον τρόπο με τον οποίο δημιουργήθηκε αυτή η ταινία.

Η ταινία σου είναι road movie. Αγαπάς το συγκεκριμένο είδος;

Ναι, αρκετά. Προφανώς και είναι αγαπημένο μου είδος, ενώ έχω αναφορές σε ταινίες που με έχουν αγγίξει, όπως οι δημιουργίες του Κιαροστάμι – ειδικά η «Γεύση του κερασιού» ή η «Αλίκη στις πόλεις» και το «King of the road» του Βιμ Βέντερς. Προφανώς και με επηρέασαν αυτά τα φιλμ. Ομως πιο πολύ για τη δημιουργία του φιλμ με επηρέασε ένα άλλο συμβάν. Θυμάμαι να ταξιδεύω με τον διευθυντή φωτογραφίας Γιώργο Κουτσαλιάρη κάποιο καλοκαίρι που είχαμε πάει για διακοπές στην Κεφαλονιά και περιφερόμασταν πέρα δώθε με το αυτοκίνητο. Συζητάγαμε πως θα ήταν ωραία ιδέα να κάναμε ένα road movie σε αυτό το νησί. Εχοντας κάνει το βιντεοκλίπ «Στοπ» για το Παιδί Τραύμα το προηγούμενο διάστημα είχαμε και τη γεύση του αισθητικού αποτελέσματος και την ολοκληρωμένη εικόνα που θα ταίριαζε απόλυτα με την αίσθηση

«Ολα αυτά, υποψηφιότητες και βραβεύσεις, δεν ανήκουν σε ταινίες όπως τα “Μαγνητικά πεδία”. Δεν ανήκουν στον τρόπο με τον οποίο δημιουργήθηκε αυτή η ταινία»

του κινηματογραφικού ταξιδιού που είχαμε στον νου μας.

Από αυτό το σημείο μέχρι την οριστική απόφαση να γυρίσετε τελικά το φιλμ τι μεσολάβησε;

Με τον Αντώνη Τσιοτσιόπουλο είμαστε φίλοι από παλιά. Την Ελενα Τοπαλίδου τη γνώρισα το καλοκαίρι του 2020 στα γυρίσματα του «Στοπ» και είχαμε πει να συνεργαστούμε ξανά. Ολο αυτό το κοκτέιλ λειτούργησε κάπως διαισθητικά. Αρχικά ανακαλύπτω την αισθητική της κάμερας, μετά γνωρίζω την Ελενα, με τον Αντώνη μιλάμε συχνά, στη συνέχεια ανακαλύπτω την Κεφαλονιά και αισθανόμαστε ότι μπορούμε να κάνουμε ένα road movie εκεί. Επίσης, ξέρουμε πως πρακτικά μπορούμε να φτιάξουμε την ταινία επειδή υπάρχει ένας άνθρωπος, ο διευθυντής παραγωγής Μαρίνος Σκλαβουνάκης, ο οποίος θα μας άνοιγε όλες τις πόρτες και θα μας βόλευε απόλυτα για τα ελάχιστα λεφτά που είχαμε. Υστερα βρίσκουμε μια ιστορία για όλο αυτό και προχωράμε πλέον στην υλοποίηση του σχεδίου. Ουσιαστικά δηλαδή το ένα βήμα μας οδηγούσε αυτομάτως στο επόμενο.

Εχεις αφοσιωθεί ολοκληρωτικά στον κινηματογράφο; Ρωτάω επειδή με έκπληξη είδα μετά το φεστιβάλ του Νοεμβρίου στη Θεσσαλονίκη στο οποίο βραβεύτηκαν τα «Μαγνητικά πεδία» μια δεύτερη ταινία σου, τον «Χειροπαλαιστή», με πρωταγωνιστή τον αδερφό σου, στο φεστιβάλ ντοκιμαντέρ του περασμένου Μαρτίου.

Για την ακρίβεια ο «Χειροπαλαιστής» είναι η πρώτη μου ταινία, με την έννοια ότι αυτή ξεκινήσαμε να κάνουμε αρχικά, πολύ πιο πριν από τα «Μαγνητικά πεδία». Είναι ένα πρότζεκτ τα γυρίσματα του οποίου μας πήραν πολύ καιρό· εξαιτίας του κορονοϊού διακόπηκαν και τότε μπήκαν εμβόλιμα τα «Μαγνητικά πεδία». Στο τέλος βέβαια άρχισα να δουλεύω παράλληλα και τα δύο με σκοπό να τα τελειώσω σχεδόν ταυτόχρονα, όπως και συνέβη. Πάντως δεν ξέρω αν έχω αφιερωθεί ολοκληρωτικά στο σινεμά. Θα δούμε. Εχω αρκετές ιδέες αυτή την εποχή. Ακόμη και σκέψεις για κόμικς.

Τα παιδικά σου χρόνια πώς ήταν;

Γεννήθηκα στην Αθήνα, στην πλατεία Αμερικής, και αργότερα έζησα στο Μενίδι, κοντά στην Πάρνηθα. Ως παιδί ήμουν από τα πολλά που συναντάς σε ένα σχολείο και τα υπόλοιπα του λένε ότι ζωγραφίζει ωραία ή που του αρέσει να ζωγραφίζει στα τετράδια και τα βιβλία του. Αυτό το στοιχείο εντόπισε ο πατέρας μου και με ενθάρρυνε να ασχοληθώ πιο συστηματικά. Στο τέλος του λυκείου έκανα μαθήματα σχεδίου και αποφάσισα να περάσω σε μια σχολή. Εδώ να πω ότι η δουλειά του πατέρα μου ήταν ηλεκτρολόγος στην Ακρόπολη. Αυτή είναι και η βασική μου επιρροή, υποσυνείδητη μάλλον σε ό,τι έχει να κάνει με τις τέχνες – επισκεπτόμουν συχνά το μέρος αυτό και μου άρεσε ιδιαίτερα να βλέπω συνέχεια τον Παρθενώνα. Οταν πέρασα στη σχολή γραφιστικής κάποια στιγμή δοκίμασα από περιέργεια να φτιάξω ένα κόμικς. Κάπως έτσι ξεκίνησα…

Doc | Ville

el-gr

2022-05-22T07:00:00.0000000Z

2022-05-22T07:00:00.0000000Z

https://epaper.documentonews.gr/article/282557316818019

Documento Media