Documento Media

Από τα ΜΜΕ στην εγκληματική οργάνωση

Η συμβολή των μέσων μαζικής ενημέρωσης στην εδραίωση της Χρυσής Αυγής: μύθοι και πραγματικότητα

Του Γιώργου Πλειού

Υπάρχουν αρκετοί τόσο στον δημοσιογραφικό και πολιτικό κόσμο όσο και (λιγότερο) στους ακαδημαϊκούς κύκλους οι οποίοι συνδέουν την άνοδο της Χρυσής Αυγής με τη (θετική) στάση των ΜΜΕ ή έστω αρκετών εξ αυτών προς τη ναζιστική συμμορία που σήμερα βρίσκεται στη φυλακή. Η άποψη αυτή μοιάζει σε μεγάλο μέρος του μη ειδικού κοινού ως αληθής μες στο γενικότερο πλαίσιο μιας αρνητικής στάσης τους προς τα ΜΜΕ σχετικά με το πώς καλύπτουν τα γεγονότα και πώς στέκονται απέναντι στην πολιτική εξουσία ιδιαίτερα σε κρίσιμες περιόδους, όπως η οικονομική κρίση και πρόσφατα η υγειονομική.

ΜΜΕ και πολιτική εξουσία σε αλληλεξάρτηση

Η ελληνική κοινωνία, όπως και αρκετές άλλες, μπορούμε να πούμε πως είναι κοντά στα άλλα και μια κοινωνία των Μέσων. Μπορούμε δηλαδή να πούμε ότι τα μέσα επικοινωνίας –πότε τα παλιά, πότε τα νέα, πότε όλα μαζί– παίζουν πρωταγωνιστικό ρόλο στη λειτουργία πολλών κοινωνικών πεδίων. Αυτό μπορεί να το παρατηρήσει κάποιος έντονα στην πολιτική – ιδιαίτερα σε προεκλογικές περιόδους αλλά και σε περιόδους κρίσεων. Τα παραδείγματα είναι πολλά. Οι κυβερνήσεις των τελευταίων χρόνων και πολλά πολιτικά πρόσωπα που πρωταγωνιστούν στην πολιτική σκηνή είναι ένα επικοινωνιακό προϊόν. Η πανδημία επίσης ως πραγματική κατάσταση είναι αναπόσπαστη από την επικοινωνιακή της διαχείριση, η οποία προέταξε την ωραιοποίηση των κατασταλτικών μέτρων (από το lockdown μέχρι την άγρια καταστολή διαδηλώσεων στις 17/11 και τις 6/12 του 2020) έναντι

της επιβαλλόμενης με πρακτικά μέτρα υγειονομικής στόχευσης για την αντιμετώπισή της – για να σταθούμε μόνο σε πιο πρόσφατα γεγονότα.

Ο ρυθμιστικός ρόλος των ΜΜΕ είναι επίσης ορατός στην εκπαίδευση. Επί σειρά ετών αρκετά ΜΜΕ, ιδιαίτερα μεταξύ των εμπορικών, φιλοτεχνούν μια αρνητική εικόνα για τα εκπαιδευτικά ιδρύματα και ιδιαίτερα για τα ΑΕΙ, στα οποία λένε συχνά πως επικρατούν σωματική και ψυχολογική βία, αγοραπωλησία και κατανάλωση ναρκωτικών και πολλά παρόμοια. Αυτό είχε αποτέλεσμα να γίνει αποδεκτή από σημαντικό μέρος της κοινωνίας η αστυνομοκρατική αντίληψη κάποιων πολιτικών κομμάτων και μετέπειτα κυβερνητικών. Ανάλογα ισχύουν και στη διαχείριση των προσφυγικών ροών. Αρκετά ΜΜΕ έχυσαν τόνους μελάνης για να περιγράψουν τους πρόσφυγες ως υγειονομική, δημογραφική, θρησκευτική, πολιτιστική και εθνική απειλή, εκμεταλλευόμενα την αναμενόμενη επιφυλακτική στάση ενός κοινού που με το ένα πόδι βρίσκεται ακόμη στις παραδοσιακές κοινότητες όπου καθετί ξένο αντιμετωπίζεται ως απειλή. Πολιτικές οργανώσεις, μεταξύ αυτών και η εγκληματική οργάνωση Χρυσή Αυγή, «τζόγαραν», πρωταγωνίστησαν τηλεοπτικά στην κατασκευασμένη απειλή· ένας τζόγος από τον οποίο κέρδισαν πρόσωπα και κόμματα. Ανάλογες τάσεις μπορούμε να συναντήσουμε και σε άλλες περιοχές της κοινωνίας: τα ΜΜΕ να παίζουν ρυθμιστικό ρόλο.

Ωστόσο, θα πρέπει να μη λησμονούμε ότι σε αντίθεση με άλλες χώρες του δυτικού κόσμου στην Ελλάδα τα ΜΜΕ εξαρτώνται ισχυρώς από την πολιτική εξουσία, όπως και αντίστροφα. Συνεπώς, αν υπάρχει συμμετοχή των ΜΜΕ

στην κατασκευή της εγκληματικής οργάνωσης και ευρύτερα του χρυσαυγιτισμού ως κοινωνικού και πολιτικού φαινομένου αυτό είναι κάτι που δεν γίνεται χωρίς πολιτική ευθύνη ή/και πολιτική σκοπιμότητα. Να θυμίσω στο σημείο αυτό ότι σύμφωνα με ορισμένα ερευνητικά δεδομένα μεγάλο κανάλι, κατά την προεκλογική περίοδο του 2007, πρόβαλλε τον ΛΑΟΣ δυσανάλογα πολύ σε σχέση με την κοινοβουλευτική του δύναμη. Η λογική εξήγηση αυτού είναι ότι το Μέσο, με συγκεκριμένη πολιτική προτίμηση προς το ΠΑΣΟΚ, προσδοκούσε αυτή η προβολή να αφαιρέσει πολιτική δύναμη από τη ΝΔ στις επερχόμενες εκλογές.

Η τριπλή συμβολή των Μέσων

Αυτή η δικέφαλη πολιτική – επικοινωνιακή ευθύνη στην κατασκευή της φασιστικής ακροδεξιάς και ειδικότερα της εγκληματικής συμμορίας δεν είναι απλή ούτε και η προβολή της οργάνωσης από τα Μέσα είναι η σημαντικότερη μορφή ενίσχυσης του φασισμού. Ισως είναι η τελευταία σταγόνα ή η κορυφή του παγόβουνου, αλλά πάντως όχι η πιο σημαντική – το κυριότερο δε είναι ότι είδαμε πολύ αργά τη συνδρομή της πολιτικής – επικοινωνιακής συμβολής στην κοινωνική κατασκευή της εγκληματικής ακροδεξιάς. Η συμβολή αυτή είναι κατά τη γνώμη μου τριπλή:

Η πρώτη και πιο σημαντική συμβολή της πολιτικής – επικοινωνιακής εξουσίας στην κοινωνική κατασκευή της ακροδεξιάς εν γένει και της φασιστικής ιδιαίτερα είναι η καλλιέργεια των ιδεολογικών προϋποθέσεων στις οποίες βασίστηκε η επιρροή αλλά και η στρατολόγηση της εγκληματικής οργάνωσης.

Η δεύτερη εντοπίζεται στη δημιουργία των πολιτιστικών προϋποθέσεων που γέννησαν· προϋποθέσεις τις οποίες εκμεταλλεύτηκε η εγκληματική οργάνωση για να παγιδεύσει στα δίχτυα της ναζιστικής πολιτικής ιδεολογίας ένα μέρος των Ελλήνων, κυρίως απολιτίκ μικροαστών και λούμπεν στοιχείων, ως προγραμματικής βάσης για την αντιμετώπιση αυτής της κρίσης. Γεγονός που επέσυρε και την επιθετικότητα της εγκληματικής οργάνωσης εναντίον των Μέσων, συχνά και εκείνων που την εξέθρεψαν άμεσα.

Η τρίτη, ορατή πλέον, μορφή του καταλυτικού ρόλου της πολιτικής – επικοινωνιακής εξουσίας στην κοινωνική κατασκευή της φασιστικής ακροδεξιάς ως πολιτικού φαινομένου ήταν η προβολή των στελεχών και της δράσης της από διάφορα έντυπα και ηλεκτρονικά Μέσα.

Σε ό,τι αφορά την πρώτη, η εικόνα είναι αποκαλυπτική. Επί δεκαετίες αναπαράγονται ευρέως τα αφηγήματα στα οποία οικοδομήθηκε η (φασιστική) ακροδεξιά. Μεταξύ αυτών πρωταρχική θέση καταλαμβάνει ένας πολυπλόκαμος και ακραίος, πολιτιστικός και όχι πολιτικός κατά βάση εθνικισμός. Περιλαμβάνει τον ισοπεδωτικό και χωρίς πολιτικό βάθος αντιτουρκισμό, ο οποίος θεωρεί συλλήβδην όλους τους Τούρκους εχθρούς, βάρβαρους, αγνοώντας στοιχειωδώς τη διαφορά ανάμεσα στην Οθωμανική Αυτοκρατορία και την Τουρκική Δημοκρατία ή τις ευθύνες του ελληνικού στρατού στη μικρασιατική εκστρατεία και λέγοντας συχνά μπούρδες σε πολιτικώς αδαείς περί επανάκτησης των «χαμένων» ή «αλησμόνητων» πατρίδων (σημειωτέον ότι όταν είπε κάτι ανάλογο ο Ερντογάν είχε υπάρξει μεγάλη εσωτερική και εξωτερική αντίδραση). Είναι σημαντικό ότι η πολιτική – επικοινωνιακή εξουσία συχνά, έστω και «υπό τας γραμμάς», θεωρεί την Κύπρο ελλαδικό έδαφος και το κυπριακό ελληνοτουρκική διαφορά, ενώ χαρακτηρίζει αυτάρεσκα το κράτος στα κατεχόμενα ως «ψευδές» (το οποίο παρ’ όλα αυτά είναι αληθινότατο), αφήνοντας να της διαφύγει το σημαντικότερο, ότι είναι παράνομο κράτος και όχι ψευδές, προϊόν εισβολής και κατοχής.

Τα ιδεολογικά αφηγήματα που χρησιμοποίησε η πολιτική – επικοινωνιακή εξουσία περιλαμβάνουν επίσης την υποτιμητική εχθρότητα προς γειτονικούς λαούς. Επί 30 συναπτά έτη όροι όπως «κρατίδιο», «Σκόπια» κ.ά. επικράτησαν στην αντίληψη των περισσοτέρων στον δημόσιο διάλογο, τη στιγμή που 130 κράτη είχαν αναγνωρίσει τη γειτονική χώρα ως Δημοκρατία της Μακεδονίας. Μην ξεχνάμε ότι η εγκληματική οργάνωση χρησιμοποίησε τα συλλαλητήρια για το μακεδονικό της περιόδου 1990-93 ως πλαίσιο για να μετατραπεί σε πολιτικό κόμμα από «πολιτιστικό» σύλλογο. Επί δεκαετίες, η πολιτική – επικοινωνιακή εξουσία συνεχίζει απροβλημάτιστα την πρακτική που εγκαινίασε η χούντα να γιορτάζουν ή να επισκέπτονται το Πάσχα οι πολιτικοί τα στρατόπεδα (αλήθεια για ποιο λόγο; Γιατί όχι τα Χριστούγεννα ή άλλη γιορτή ή επέτειο που θα ταίριαζε και καλύτερα;).

Στα αφηγήματα αυτά ανήκει επίσης ο φρικαλέος ρατσισμός με τα κύματά του να εντείνονται ταυτόχρονα με τα κύματα των προσφύγων που έρχονταν από τις χώρες του πρώην «υπαρκτού σοσιαλισμού» και αργότερα από εμπόλεμες και πενόμενες περιοχές της Ασίας και της Αφρικής. Ενοπλες μιλίτσιες από τη Μακεδονία, την Αττική και άλλες περιοχές παρήλαυναν στις οθόνες, τηλεπαρουσιαστές βάφτιζαν εμμέσως ή ευθέως ενόχους τους ξένους όταν τελούνταν εγκλήματα, τηλεπαρουσιαστής έκανε τον διαπραγματευτή με τον δολοφόνο Ματέι και οι πρώτοι τους οποίους τα Μέσα κατονόμασαν ως δράστες στο έγκλημα των Γλυκών Νερών ήταν «Αλβανοί κακοποιοί». Το πρώτο εκλογικό ξεδίπλωμα της εγκληματικής οργάνωσης πιο παλαιά (2010) εξέρρευσε από τον ρατσισμό των Μέσων στην υπόθεση του Αγίου Πα

ντελεήμονα και από το φωτοστέφανο που φόρεσαν στις ρατσιστικές επιθέσεις των μελών της εναντίον μεταναστών. Αυτό το ρατσιστικό δηλητήριο που αναπαρήγαγαν αφειδώς πολλά Μέσα έγινε η αιτιολόγηση των πογκρόμ και των φόνων που διέπραξαν τα μέλη της εγκληματικής οργάνωσης ή και άλλοι ρατσιστές, όπως παλαιότερα ο Καζάκος. Χωρίς αυτό το ευνοϊκό κλίμα που καλλιέργησαν έγκυροι, αξιόπιστοι θεσμοί της ελληνικής δημοκρατίας δεν θα είχε τέτοια απήχηση ο ρατσιστικός λόγος της εγκληματικής οργάνωσης και δεν θα μπορούσε να λειτουργήσει ως πρόσχημά της.

Στα πιο πάνω δεν θα πρέπει να ξεχνάμε τον αντισημιτισμό με θρησκευτική όσο και ιδεολογική προέλευση που συχνά ντύνεται το ένδυμα των υποστηρικτών των Παλαιστινίων και των Αράβων, τους οποίους όμως σε άλλη στιγμή θα ξεκοιλιάσουν τα μέλη της εγκληματικής οργάνωσης.

Ο κατάλογος των ιδεολογικών και πολιτιστικών προϋποθέσεων στις οποίες στηρίχτηκε για να οργανωθεί πολιτικά η φασιστική ακροδεξιά είναι μακρύς. Ισως από τις σημαντικότερες και θεμελιώδεις που έχουν διαπεράσει οριζόντια το μεγαλύτερο μέρος του πολιτικού φάσματος είναι η αρχαιοπληξία και η θεωρία περί συνέχειας των Ελλήνων και ευθείας καταγωγής, μέσω μιας στάσης στον σταθμό Βυζάντιο, από τους αρχαίους Ελληνες. Τώρα ποιους, είναι άλλο ζήτημα. Η Μακεδονική Αυτοκρατορία και ο Μ. Αλέξανδρος εκλαμβάνονται ως το ενοποιητικό στοιχείο, το εφαλτήριο όλων των «αρχαίων προγόνων» μαζί, γι’ αυτό ίσως και η υπόθεση της Μακεδονίας είναι τόσο σημαντική για τον εθνικιστικό λόγο, ειδικότερα στις απλοϊκές εκδοχές τής περί συνέχειας θεωρίας.

Αν και η ταύτιση ελληνισμού και ορθοδοξίας παίζει επίσης καθοριστικό ρόλο σε μεγάλο φάσμα ιδεολογικών αποχρώσεων, από τον απλό συντηρητισμό μέχρι την ακροδεξιά, εντούτοις δεν προσφέρθηκε ως βάση της εγκληματικής οργάνωσης. Πιθανόν αυτό θα το πράξουν οι διάδοχοί της, απαλλαγμένοι από τις σβάστικες και τον ναζιστικό χαιρετισμό, δίνοντας μια πιο υλική μορφή στο ιδεολογικό ναρκωτικό του φασισμού π.χ. του καταποτήματος.

Η δεύτερη συμβολή της πολιτικής – επικοινωνιακής εξουσίας είναι ακόμη πιο ελκυστική για μεγάλο μέρος του κοινού γιατί είναι πιο σύγχρονη. Η πολιτική – επικοινωνιακή εξουσία ήδη από τη δεκαετία του ’80, κυρίως από τις αρχές της και μετά, ανέδειξε τον δυτικότροπο καταναλωτισμό και λαϊφστάιλ (δηλαδή το «ξεβλάχεμα» ή ο «εισαγόμενος» με όρους τηλε-διαφήμισης της δεκαετίας ’80) σε δεσπόζουσα ιδεολογία, αλλά και σε ιδεολογική και πολιτιστική πρακτική. Παρελκόμενά της ήταν και είναι η πολιτική απάθεια, ο κυνισμός, ο ηδονισμός, η διασκεδαστική ισοπέδωση των κοινωνικών σχέσεων, των υλικών αγαθών, αλλά ιδιαίτερα των πολιτιστικών αγαθών, ο σαρκασμός και η εγκατάλειψη των πολιτικών ιδεολογιών, φυσικά εκτός του εθνικισμού και του ρατσισμού κ.ά. Αν τα πολιτικά γραφεία των κομμάτων ήταν ναοί των πολιτών στη δεκαετία ’80, τα «σκυλάδικα» της παραλιακής (τα «πολιτιστικά κέντρα» κατά τον αείμνηστο Ευάγγ. Γιαννόπουλο) έγιναν οι νέοι «ναοί». Δεν είναι άλλωστε τυχαίο ότι μια σημαντική πηγή της εγκληματικής οργάνωσης, μετά τους υποστηρικτές του Μεταξά και της χούντας, ήταν τα «παιδιά των μπουζουκιών». Οταν ο κόσμος τους κατέρρευσε στην οικονομική κρίση προσπάθησαν να κρατηθούν από ό,τι ήξεραν, δηλαδή αυτά που είπαμε πιο πάνω. Το έκαναν ρίχνοντας το ανάθεμα στους ξένους και τους «αριστερούς» που «ήθελαν διορισμό στο δημόσιο» και τους πολιτικούς που ανταποκρίνονταν. Δεν είναι τυχαίο ότι από τον κόσμο του σκυλάδικου βγήκαν πολλοί κρυφοί και φανεροί θαυμαστές της εγκληματικής οργάνωσης. Αυτός ο κόσμος εκτόπισε ό,τι άλλο υπήρχε σε μουσική και διασκέδαση, σε ραδιοσυχνότητες και οθόνες. Σκυλάδικο την Πρωτοχρονιά, σκυλάδικο τις Απόκριες, σκυλάδικο μετά την Ανάσταση και το Πάσχα, σκυλάδικο στη Μύκονο και την Αράχοβα, σκυλάδικο, σκυλάδικο, σκυλάδικο. Σκυλάδικο και καταναλωτισμός. Κυρίως από τα Μέσα αλλά και εκτός αυτών.

Η τρίτη συμβολή της πολιτικής – επικοινωνιακής εξουσίας στην κατασκευή της εγκληματικής ακροδεξιάς ως πολιτικής οργάνωσης ήταν η ίδια η προβολή της από τις σελίδες των περιοδικών, τις ραδιοσυχνότητες και τις τηλεοπτικές οθόνες. Τότε που «βοηθούσαν» τις γιαγιάδες να περάσουν να κάνουν αναλήψεις από ATMs ή εκφόβιζαν μετανάστες ενοίκους που καθυστερούσαν τα νοίκια τους ή όταν σουλατσάριζαν οι ναζί στις παραλίες και ας γέμιζε με σβάστικα ο φακός ή όταν παντρεύονταν ή όταν άνοιγαν ένα καινούργιο κατάστημα (με στολές και σβάστικες βέβαια) κ.ο.κ.

Τα Μέσα που αγαπούν το «κίτρινο»

Είναι αλήθεια ότι τότε πολλοί δημοσιογράφοι και Μέσα σοκαρίστηκαν, αλλά ήταν πλέον αργά, το κακό είχε γίνει. Από τα διαθέσιμα ερευνητικά στοιχεία προκύπτει ότι από τις τρεις κατηγορίες Μέσων μόνο μια προμοτάριζε τη Χρυσή Αυγή. Αν εξαιρέσουμε τα κομματικά Μέσα, μπορούμε να διακρίνουμε τρεις ακόμη κατηγορίες ΜΜΕ. Τα κρατικά (ραδιοτηλεοπτικά) ΜΜΕ, τα έντυπα και ιδιωτικά ραδιοτηλεοπτικά ΜΜΕ σοβαρών ειδήσεων και τα έντυπα Μέσα («κίτρινα») ελαφρών ειδήσεων. Τα ραδιοτηλεοπτικά Μέσα στην πραγματικότητα ήταν ένα ενδιάμεσο μείγμα. Φιλοξενούσαν τόσο σοβαρές ειδήσεις (τα περισσότερα) όσο και εκπομπές λαϊφστάιλ.

Αυτό που προκύπτει από τα διαθέσιμα ερευνητικά στοι

χεία είναι ότι για μια περίοδο δέκα ετών (2004-14) τόσο τα κρατικά όσο και τα έντυπα σοβαρών ειδήσεων, αλλά και τα δελτία των ιδιωτικών ραδιοτηλεοπτικών σταθμών, αντίθετα απ’ ό,τι πιστεύουν αρκετοί, δεν πρόβαλλαν εκτεταμένα την εγκληματική οργάνωση. Το ποσοστό των ειδήσεων στις οποίες αναφέρεται η εγκληματική οργάνωση είναι χαμηλό, αν και σε κάποιες περιόδους (2010-13) έφτασαν να αποτελούν το 18%, με εξαίρεση ένα κανάλι που ήταν περισσότερες. Συνολικά, οι ειδήσεις που μιλούσαν για την εγκληματική οργάνωση ήταν σαφώς περισσότερες στα ιδιωτικά απ’ ό,τι στα κρατικά τηλεοπτικά Μέσα. Ωστόσο, τόσο στα κρατικά όσο και στα ιδιωτικά τηλεοπτικά ΜΜΕ –αλλά και στα έντυπα σοβαρών ειδήσεων– η άνοδος της ΧΑ δεν συνδεόταν συνήθως με τη μετανάστευση ή με την οικονομική κρίση, αλλά με άλλους παράγοντες όπως ανέπτυξα πιο πάνω, ο δε τόνος αναφοράς στην εγκληματική οργάνωση ήταν αρνητικός.

Είναι όμως ισχυρή η προβολή της εγκληματικής οργάνωσης στα «κίτρινα» έντυπα και στις λαϊφστάιλ, συχνά «κίτρινες», εκπομπές, κυρίως των ιδιωτικών τηλεοπτικών σταθμών. Πρόκειται για εκπομπές με ανάλαφρο και διασκεδαστικό ύφος που απευθύνονται σε ένα εκτεταμένο κοινό με χαμηλή πολιτική συμμετοχή και πολιτικό ενδιαφέρον, με περισσότερο κυνισμό και διασκεδαστική ισοπεδωτική διάθεση των πάντων. Και κυρίως πρόκειται για ένα κοινό το οποίο χωρίς ιδιαίτερα φίλτρα άκουγε επί δεκαετίες από τα ΜΜΕ, από τους πολιτικούς, από το σχολείο, από την εκκλησία, από τον στρατό όλο τον κατάλογο των ιδεολογικο-πολιτιστικών αφηγημάτων που προανέφερα. Αυτά που τους έλεγε η Χρυσή Αυγή για την Κύπρο και την Κωνσταντινούπολη,

για τους Τούρκους και το «ψευδοκράτος», για το «κρατίδιο των Σκοπίων» και τους Αλβανούς, για τους Εβραίους, για τις γυναίκες (που πρέπει να μένουν σπίτι και να μεγαλώνουν παιδιά) κ.ά. Αυτά που άκουγαν από την εγκληματική οργάνωση τους φαίνονταν φυσικά και λογικά γιατί με αυτά μεγάλωσαν και με αυτά είχαν μάθει να εξηγούν τον κόσμο και κατά προέκταση την κρίση που πλέον βίωναν.

Κάτι ανάλογο συμβαίνει σήμερα με την πανδημία, όταν τα ΜΜΕ εστιάζουν σε μεμονωμένες περιπτώσεις επιπλοκών από τον εμβολιασμό ή προβάλλουν εκπροσώπους θεωριών συνωμοσίας ή του λαϊφστάιλ ισότιμα απέναντι στους ειδικούς επιστήμονες. Αν λοιπόν τα ΜΜΕ συνέβαλαν στην κατασκευή της φασιστικής ακροδεξιάς ως πολιτικού φορέα, αυτό το έκαναν τα «κίτρινα» Μέσα και οι «κίτρινες» εκπομπές των «κανονικών» Μέσων, πατώντας πάνω στην κρατική ιδεολογία που επί δεκαετίες οικοδομείται και διαχέεται αναπαραγόμενη διά των θεσμών που προαναφέρθηκαν (σχολείο, εκκλησία, στρατός, κυβερνήσεις, τοπικές αρχές κ.ο.κ.). Το ίδιο είναι ισχυρό ενδεχόμενο να συμβεί και σήμερα με αφετηρία την πανδημία. Ηδη έχουμε ενδείξεις από την άνοδο του ΕΛΑΜ στην Κύπρο ή από το γεγονός ότι οι ακροδεξιοί, ναζί ή μη, πρωτοστατούν στις κινητοποιήσεις των αντιεμβολιαστών εντός και εκτός Ελλάδας. Σε κάθε περίπτωση, ο κοινός εχθρός τόσο της εγκληματικής οργάνωσης όσο και των νεο-αναδυόμενων ακροδεξιών και φασιστών είναι τα ατομικά και πολιτικά δικαιώματα των κατοίκων αυτής της χώρας, η ισότητα στα ατομικά δικαιώματα μεταξύ διαφορετικών ομάδων πληθυσμού (π.χ. Ελλήνων – ξένων, αντρών – γυναικών κ.ά.), οι ελευθερίες μας και συνολικά η δημοκρατία.

Τα αιρετικά

el-gr

2021-11-28T08:00:00.0000000Z

2021-11-28T08:00:00.0000000Z

https://epaper.documentonews.gr/article/283463554577612

Documento Media