Documento Media

Ό φασισμός στην Ελλάδα

Από τον μεσοπόλεμο με τους τριεψιλίτες και τη μεταξική δικτατορία έως τη χούντα των συνταγματαρχών

Του Κώστα Σκολαρίκου

Π «ώς λοιπόν τώρα να πει κάποιος την αλήθεια για το φασισμό όταν δεν θέλει να πει τίποτα για τον καπιταλισμό που τον προκαλεί; [...]

Αυτοί που ’ναι αντίπαλοι του φασισμού χωρίς να ’ναι αντίπαλοι του καπιταλισμού, αυτοί που παραπονιόνται για τη βαρβαρότητα που τάχα έχει αιτία τη βαρβαρότητα την ίδια, μοιάζουν μ’ ανθρώπους που θέλουν το μερτικό τους απ’ τ’ αρνί, χωρίς όμως να σφαχτεί το αρνί. Θέλουν να φάνε το κρέας, να μην δουν όμως τα αίματα. Αυτοί θα ικανοποιηθούν αν ο χασάπης πλύνει τα χέρια του πριν φέρει το κρέας στο τραπέζι. Δεν είναι κατά των σχέσεων ιδιοκτησίας που προκαλούν τη βαρβαρότητα, παρά μονάχα κατά της βαρβαρότητας, υψώνουν την φωνή τους εναντίον της, κι’ αυτό το κάνουν από χώρες που επικρατούν οι ίδιες σχέσεις ιδιοκτησίας, όπου όμως οι χασάπηδες πλένουν ακόμα τα χέρια τους προτού φέρουν το κρέας στο τραπέζι»

Μπέρτολτ Μπρεχτ

Συνθήκες γέννησης του φασισμού

Εάν κάποιος προσπαθήσει να ανιχνεύσει τις ρίζες του φασισμού-ναζισμού, πρέπει να κατευθυνθεί στη μελέτη της ευρωπαϊκής ιστορίας μετά τον Α΄ Παγκόσμιο Ιμπεριαλιστικό Πόλεμο. Ο πόλεμος τελείωσε με νίκη της ιμπεριαλιστικής συμμαχίας της Αντάντ (Μ. Βρετανία, Γαλλία κ.ά.) έναντι της ιμπεριαλιστικής συμμαχίας των Κεντρικών Δυνάμεων (Γερμανική και Αυστροουγγρική Αυτοκρατορία κ.ά.). Ομως, η λήξη του δεν σήμανε και το τέλος των βασάνων της εργατικής τάξης και των λαϊκών στρωμάτων.

Στο στρατόπεδο των νικητών νέοι ανταγωνισμοί ξέσπασαν για το μοίρασμα της λείας (αποικίες, αγορές, σφαίρες επιρροής κ.λπ.), που τροφοδότησαν νέες συρράξεις και μετέτρεψαν κάποια καπιταλιστικά κράτη από νικητές σε ηττημένους ή αδικημένους από την ιμπεριαλιστική μοιρασιά. Ανάμεσα στους τελευταίους η Ιταλία, αλλά και η Ελλάδα μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή.

Τα καπιταλιστικά κράτη-νικητές εκτόνωσαν σε ένα βαθ

μό την οργή των εργαζομένων με οικονομικές παροχές, εκμεταλλευόμενα τα υπερκέρδη τους από τη μοιρασιά της πολεμικής λείας.

Ομως, στο στρατόπεδο των ηττημένων οι απώλειες εδαφών και αγορών σε συνδυασμό με τις εξαντλητικές πολεμικές επανορθώσεις που όριζαν οι συμφωνίες ειρήνης αμφισβητούσαν τη σταθερότητα των καπιταλιστικών καθεστώτων. Πόσο μάλλον αφού η φαινομενικά κραταιά μεταπολεμική τάξη πραγμάτων απειλούνταν ήδη από το παράδειγμα της νικηφόρας Οκτωβριανής Σοσιαλιστικής Επανάστασης. Εμπνευσμένοι από την επανάσταση και έμπειροι από τις κακουχίες και τις θυσίες του πολέμου, πρωτοπόροι εργάτες αποδεσμεύτηκαν από τα σοσιαλδημοκρατικά κόμματα και πρωτοστάτησαν στη δημιουργία κομμουνιστικών κομμάτων. Αυτά καθοδήγησαν τις σοσιαλιστικές επαναστάσεις και εξεγέρσεις της εργατικής τάξης και των φτωχών λαϊκών στρωμάτων που μετά τις σφαγές του πολέμου κλήθηκαν να επωμιστούν τα βάρη της ιμπεριαλιστικής ειρήνης.

Η φινλανδική επανάσταση (1917), η γερμανική επανάσταση (1918-19) και οι εξεγέρσεις που την ακολούθησαν, η ουγγρική επανάσταση (1919), αλλά και η κόκκινη διετία στην Ιταλία (1919-20) που σημαδεύτηκε από τις καταλήψεις των εργοστασίων του Τορίνου αποτέλεσαν σαφή δείγματα της επαναστατικής θύελλας που ξεσήκωσε η Οκτωβριανή Επανάσταση και σηματοδότησαν την έναρξη μιας νέας εποχής, αυτής της άμεσης αναμέτρησης ανάμεσα στις δυνάμεις του κεφαλαίου και της εργασίας.

Παρά την ήττα των σοσιαλιστικών επαναστάσεων και εξεγέρσεων, στην οποία συνέβαλαν άμεσα ή έμμεσα τα σοσιαλδημοκρατικά κόμματα αλλά και η αδυναμία ανάλογης συγκρότησης και προετοιμασίας του κομμουνιστικού κινήματος, οι αστικές τάξεις της κάθε χώρας θορυβήθηκαν. Το αστικό νομικό οπλοστάσιο εμπλουτίστηκε γρήγορα με νόμους που στόχευαν ουσιαστικά στην απαγόρευση της δράσης των κομμουνιστών (Γερμανία 1922, Τσεχοσλοβακία και Βουλγαρία 1924, Ιταλία 1926, Γιουγκοσλαβία 1929 κ.λπ.). Μέσα σε αυτό το πλαίσιο, τον Ιούλη του 1929 ψηφίστηκε στην Ελλάδα από την κυβέρνηση του Ελευθερίου Βενιζέλου ο νόμος περί μέτρων ασφαλείας του κοινωνικού καθεστώτος.

Συνολικότερα, αυτή την περίοδο αποδείχτηκε για πολλοστή φορά από την Παρισινή Κομμούνα και έπειτα ότι κάθε φορά που η καπιταλιστική εξουσία αμφισβητείται από την

εργατική τάξη, οι απόπειρες ενσωμάτωσης του εργατικού κινήματος δίνουν τη θέση τους στον ωμό αντικομμουνισμό και οι αστικοδημοκρατικές διακηρύξεις στην πιο ξεκάθαρη όψη της στυγνής δικτατορίας του κεφαλαίου. Και αυτό ανεξάρτητα από το αν η πολιτική μορφή της αστικής εξουσίας είναι δικτατορική ή κοινοβουλευτική, ανεξάρτητα από το αν στην κυβερνητική εξουσία βρίσκονται συντηρητικοί, φιλελεύθεροι ή σοσιαλδημοκράτες.

Με αυτή την έννοια, δεν προκαλούν εντύπωση τα επιτιμητικά σχόλια του Τσόρτσιλ για τον φασισμό (Ρώμη, 20 Γενάρη 1927): «Αν ήμουν Ιταλός, είμαι σίγουρος ότι θα ήμουν ολόψυχα μαζί σας από την έναρξη της θριαμβευτικής σας πάλης ενάντια στις κτηνώδεις ορέξεις και πάθη του λενινισμού [...] Εξωτερικά, το κίνημά σας προσέφερε υπηρεσία σε ολόκληρο τον κόσμο [...] Η Ιταλία έδειξε πως υπάρχει τρόπος καταπολέμησης των ανατρεπτικών δυνάμεων [...] Προσέφερε το αναγκαίο αντίδοτο στο ρωσικό δηλητήριο». 1

Η διαφορά του φασισμού-ναζισμού

Η φασιστική πολιτική μορφή της καπιταλιστικής εξουσίας δεν αποτέλεσε εκτροπή από το τότε πολιτικό περιβάλλον. Πόσο μάλλον αφού η αναρρίχηση του φασισμού στην πολιτική εξουσία δεν ήταν αποτέλεσμα μιας παραβίασης της αστικής νομιμότητας, αλλά βασίστηκε στο σύνταγμα και στο αστικό κοινοβούλιο. Ακόμη και η εκ των υστέρων παύση της λειτουργίας του κοινοβουλίου και η απαγόρευση κομμάτων δεν αποτέλεσαν προνόμιο του φασισμού-ναζισμού, αλλά κοινό γνώρισμα των δικτατορικών καθεστώτων της μεσοπολεμικής Ευρώπης.

Η ουσιαστική διαφορά του φασισμού έγκειται ακριβώς στην επιλογή της ιταλικής αρχικά και της γερμανικής αστικής τάξης στη συνέχεια να αντιμετωπίσουν ταυτόχρονα τον εσωτερικό ταξικό εχθρό και να προετοιμαστούν για μια νέα πολεμική αναμέτρηση που θα τους εξασφάλιζε μεγαλύτερο μερίδιο από την ιμπεριαλιστική λεία. Σε αυτή την κατεύθυνση κινητοποίησαν μικροαστικά στρώματα και λαϊκές μάζες, χρησιμοποιώντας ένα δήθεν αντισυστημικό λόγο και προπαγανδίζοντας ένα πολιτικό πρόγραμμα που στρεφόταν θεωρητικά εξίσου απέναντι στο μεγάλο κεφάλαιο και στους κομμουνιστές.

Στην πράξη βέβαια, ο φασισμός-ναζισμός κάθε άλλο παρά συγκρούστηκε με τα καπιταλιστικά μονοπώλια. Για παράδειγμα στη Γερμανία, η Krupp, η Τhyssen, η I.G. Farben, η United Steels Works, η Volkswagen, η Heinkel, η Bayer, η

Τα αιρετικά

el-gr

2021-11-28T08:00:00.0000000Z

2021-11-28T08:00:00.0000000Z

https://epaper.documentonews.gr/article/282913798763724

Documento Media