Documento Media

Η ΠΡΟΠΑΓΑΝΔΑ ΕΙΝΑΙ ΠΙΟ ΕΥΠΕΠΤΗ ΜΕΣΑ ΑΠΟ ΤΟ ΜΕΛΟ

Οταν τα «σκληροπυρηνικά» ναζιστικά και φασιστικά φιλμ δεν έχουν πέραση επιστρατεύεται η… ελαφρά ψυχαγωγία. Πώς η Αμερική αναδείχτηκε σε πατρίδα των ηρώων από σελιλόιντ

Επιμέλεια Βασιλική Λάζου Ιστορικός, διδάσκουσα τμήματος Πολιτικών Επιστημών ΑΠΘ

Hγραμμή μεταξύ προπαγάνδας και διασκέδασης στις κινηματογραφικές ταινίες ήταν πάντοτε ρευστή. Ηδη από τα πρώτα βήματα του κινηματογράφου, πριν ακόμη από τον Μεγάλο Πόλεμο, όταν οι ταινίες θεωρούνταν γενικά επιπόλαιη ψυχαγωγία, οι κρατικές αρχές συστηματικά απαγόρευαν σκηνές τις οποίες θεωρούσαν ηθικά, κοινωνικά ή πολιτικά ανατρεπτικές. Είχαν ήδη διαισθανθεί αυτό που ο καθηγητής Ερικ Ρέντσλερ υποστηρίζει ότι διδάσκεται δυναμικά από τον ναζιστικό κινηματογράφο: «Η ψυχαγωγία μπορεί να είναι κάτι πολύ περισσότερο από αθώα ευχαρίστηση».

Αν ο κινηματογράφος έχει να κάνει με την κατανάλωση οπτικής ευχαρίστησης, τη διαμεσολάβηση επιθυμιών, συναισθημάτων και ονείρων, η φανταστική και αφηγηματική μορφή με την οποία το κάνει είναι βαθιά ριζωμένη σε κοινωνικές και αισθητικές συμβάσεις. Ο φασισμός και ο ναζισμός δανείστηκαν τις συμβάσεις αυτές για προπαγανδιστικούς λόγους.

«Χωρίς αμφιβολία ο κινηματογράφος είναι τρομερό μέσο προπαγάνδας. Η επίτευξη προπαγανδιστικής επιρροής απαιτούσε πάντα μια “γλώσσα” που να σχηματίζει μια αξέχαστη και παθιασμένη πλοκή μέσω μιας απλής αφήγησης. Στο τεράστιο φάσμα αυτής της “γλώσσας” η κινούμενη εικόνα είναι το πιο αποτελεσματικό εργαλείο. Απαιτεί μόνιμη εγρήγορση, είναι γεμάτη εκπλήξεις ως προς την εναλλαγή χρόνου, χώρου και δράσης και έχει έναν αδιανόητο πλούτο ρυθμού για την εντατικοποίηση ή τη διάλυση των συναισθημάτων». Αυτά υποστήριζε στο δοκίμιό του «Η ταινία ως πολιτικό όργανο» ο ναζί προπαγανδιστής Χανς Τράουμπ το 1932.

Η ταινία ως πολιτικό όργανο των ναζί Ελαφρές ταινίες απόδρασης

Τη διαπίστωση αυτή έσπευσε να αξιοποιήσει ο Γιόζεφ Γκέμπελς, υπουργός Προπαγάνδας του Χίτλερ. Ως αρμόδιος του ναζιστικού κόμματος για τον Τύπο, τις κινηματογραφικές ταινίες, τη ραδιοφωνία και την εθνική παιδεία και ως αυτοανακηρυγμένος «προστάτης του γερμανικού κινηματογράφου» υπέθεσε, με ακρίβεια, ότι ένας εθνικός κινηματογράφος που θα πρόσφερε ψυχαγωγία θα ήταν πιο αποτελεσματικό προπαγανδιστικό μέσο από έναν εθνικό κινηματογράφο στον οποίο το ναζιστικό κόμμα και η πολιτική του θα ήταν πανταχού παρόντα (Τεκμήριο 1). Ως αποτέλεσμα οι ταινίες που αναφέρονταν άμεσα στη ναζιστική πολιτική ανήλθαν σε λιγότερο από το ένα έκτο ολόκληρης της εθνικής κινηματογραφικής παραγωγής, η οποία αποτελούνταν κυρίως από ταινίες ελαφράς ψυχαγωγίας. Κύριος στόχος της ναζιστικής κινηματογραφικής πολιτικής ήταν να προωθήσει την απόδραση από την πραγματικότητα του πολέμου και να κρατήσει τον γερμανικό λαό σε καλή διάθεση. Σύμφωνα με τον Γκέμπελς, στην αποτυχία να διατηρηθεί ψηλά το ηθικό του λαού οφειλόταν εν μέρει η ήττα της Γερμανίας στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο.

Filmakademie Babelsberg. Η σχολή των «αξιόπιστων» κινηματογραφιστών

Για να υποτάξει τον κινηματογράφο στους στόχους της προπαγάνδας (Gleichschaltung) το ναζιστικό κόμμα υποχρέωσε ολόκληρη την κινηματογραφική βιομηχανία και διοίκηση να υπαχθεί στο υπουργείο Προπαγάνδας και σταδιακά εθνικοποίησε την παραγωγή και τη διανο

μή των ταινιών. Ιδρύθηκε μια κρατική επαγγελματική σχολή για «πολιτικά αξιόπιστους» κινηματογραφιστές (Deutsche Filmakademie Babelsberg) και η συμμετοχή σε επίσημη επαγγελματική οργάνωση κατέστη υποχρεωτική για όλους τους ηθοποιούς, τους κινηματογραφιστές, τους διανομείς κ.λπ. Η λογοκρισία που είχε ήδη καθιερωθεί κατά τη διάρκεια του Α΄ Παγκόσμιου Πολέμου και της Δημοκρατίας της Βαϊμάρης εντάθηκε. Η κριτική ταινιών απαγορεύτηκε και καθιερώθηκε ένα εθνικό βραβείο ταινιών. Μια «κινηματογραφική τράπεζα» (Filmkreditbank GmbH) ιδρύθηκε για να παρέχει χαμηλότοκα δάνεια για την παραγωγή πολιτικά ευπρόσδεκτων ταινιών, στις οποίες επιπρόσθετα προσφέρονταν φοροελαφρύνσεις.

Μαύρη προπαγάνδα με μελόδραμα, ειδύλλια και ελαφρόκαρδες κωμωδίες

Ιταλική πολιτική και κινηματογράφος δεν μπόρεσαν ποτέ να συνεργαστούν ή να ενοποιηθούν. Ως εκ τούτου, οι ιταλικές ταινίες δεν απέκτησαν ποτέ έντονα προπαγανδιστικό περιεχόμενο όπως αυτές της ναζιστικής Γερμανίας. Η πραγματική φασιστική προπαγάνδα βρισκόταν στις «μαύρες» ταινίες, οι οποίες υπερασπίζονταν τη φασιστική ιδεολογία και σκοπό. Συχνά αντί για ταινίες μεγάλου μήκους επρόκειτο για σύντομα επίκαιρα που προβάλλονταν στις κινηματογραφικές αίθουσες πριν από την κύρια ταινία.

Στην άλλη άκρη του φάσματος, οι κινηματογραφιστές παρήγαν ταινίες με μελοδραματικά ειδύλλια και ελαφρόκαρδες κωμωδίες. Η πλειονότητα των ταινιών που γυρίστηκαν στη φασιστική εποχή ήταν πολεμικές με μια φανταστική ιστορία και βαριά δόση προπαγάνδας. Προκειμένου να οργανώσει την κινηματογραφική βιομη

χανία, η φασιστική κυβέρνηση πειραματίστηκε με πολιτικές οργανώσεις και επιτροπές λογοκρισίας. Η LUCE (L’Unione Cinematografica Educativa, 1925-29) επέβλεψε όλες τις κινηματογραφικές δραστηριότητες στην Ιταλία. Κύριος στόχος της ήταν να προωθήσει την παραγωγή εκπαιδευτικών ταινιών και ντοκιμαντέρ προκειμένου να αυξηθεί η ευαισθητοποίηση για τη σχέση μεταξύ κινηματογράφου και πολιτικής. Ο οργανισμός αυτός ασχολήθηκε κυρίως με τα ειδησεογραφικά πρακτορεία και όχι με την εμπορική κινηματογραφική βιομηχανία (Τεκμήριο 2).

Το 1933 η κυβέρνηση ψήφισε νόμους για τη διατήρηση της ακεραιότητας των ιταλικών ταινιών στο εξωτερικό. Σύμφωνα με τους κανονισμούς, οι ιταλικές ταινίες δεν μπορούσαν να μεταφραστούν σε ξένες γλώσσες. Επιπλέον, ήταν υποχρεωτικό όλες οι ξένες ταινίες να μεταγλωττιστούν στα ιταλικά, κόστος το οποίο επωμίζονταν οι ξένοι οίκοι παραγωγής.

Χρηματοδότηση έως και 100% για φιλμ με φιλοφασιστικά μηνύματα

Το 1934 ο Λουίτζια Φρέντι τέθηκε επικεφαλής της Γενικής Διεύθυνσης για τον Κινηματογράφο, μιας κρατικά χρηματοδοτούμενης και ελεγχόμενης επιτροπής λογοκρισίας που αποτελούνταν από φασίστες και αξιωματούχους του υπουργείου Πολέμου. Η ευθύνη τους ήταν να διαβάζουν και να τροποποιούν σενάρια, να απονέμουν βραβεία σε κινηματογραφιστές που υπερασπίζονταν τον φασιστικό αγώνα και να παρακολουθούν την εισαγωγή ξένων ταινιών. Αρκετές αμερικανικές ταινίες απαγορεύτηκαν επειδή θα μπορούσαν να επηρεάσουν αρνητικά τον πληθυσμό. Οποιοδήποτε όμως σενάριο με φιλοφασιστικά μηνύματα θα μπορούσε να λάβει έως και 100% χρηματοδότηση από το κρατικό τμήμα ταινιών της Τράπεζας Εργασίας.

Το 1935 η ENIC (Εθνική Βιομηχανία Κινηματογράφου) ολοκλήρωσε τη φασιστική διείσδυση σε κάθε πτυχή του κινηματογραφικού βασιλείου αγοράζοντας μια αλυσίδα κινηματογραφικών αιθουσών. Το 1938 η ENIC επεκτάθηκε για να ρυθμίσει τον αριθμό των ξένων ταινιών στη χώρα. Την ίδια χρονιά ο Μουσολίνι ίδρυσε το Centro Sperimentale di Cinematografia, μια επαγγελματική σχολή κινηματογράφου που εξακολουθεί να λειτουργεί μέχρι σήμερα. Και, ακόμη πιο σημαντικό, το 1937 εγκαινίασε το πρώτο κινηματογραφικό στούντιο της Ιταλίας, την Τσινετσιτά (Cinecitta), για να βοηθήσει τους κινηματογραφιστές να παράγουν ταινίες με φασιστικά μηνύματα. Η 21η Απριλίου, ημέρα των μεγάλων εγκαινίων, ήταν η επέτειος ίδρυσης της αρχαίας Ρώμης. Ετσι το ρωμαϊκό μεγαλείο συνδεόταν με αυτό του ιταλικού κινηματογράφου. Ο Μουσολίνι ονόμασε τον εαυτό του κύριο ενορχηστρωτή του ιταλικού κινηματογράφου, τοποθετώντας στα στούντιο της Τσινετσιτά μια τεράστια φωτογραφία του πίσω από μια κινηματογραφική κάμερα, με τη σημείωση «Ο κινηματογράφος είναι το πιο ισχυρό όπλο» (Τεκμήριο 3).

Το Χόλιγουντ παίρνει το προπαγανδιστικό όπλο του

Στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού το Χόλιγουντ αποτέλεσε με τη σειρά του το ανεπίσημο χέρι της στρατιωτικής προπαγάνδας κατά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Εκεί που προηγουμένως η αναπτυσσόμενη κινηματογραφική πόλη παρήγε ελαφρές ψυχαγωγικές ταινίες, η έναρξη του πολέμου σήμαινε ότι τώρα θα επιστρατευόταν για να πείσει τους Αμερικανούς να υποστηρίξουν την πολεμική προσπάθεια. Το Αμερικανικό Γραφείο Πολεμικών Πληροφοριών είχε μια μονάδα αφιερωμένη αποκλειστικά στο Χόλιγουντ, το Γραφείο Κινηματογραφικών Ταινιών. Μεταξύ 1942 και 1945 το γραφείο εξέτασε 1.652 σενάρια, αναθεωρώντας ή απορρίπτοντας οτιδήποτε απεικόνιζε τις ΗΠΑ δυσμενώς, συμπεριλαμβανομένου οποιουδήποτε υλικού έκανε τους Αμερικανούς να φαίνεται ότι «αγνοούν τον πόλεμο ή είναι εναντίον του πολέμου».

Ο Ιταλοαμερικανός σκηνοθέτης Φρανκ Κάπρα υπηρέτησε ως αντισυνταγματάρχης στον αμερικανικό στρατό κατά τη διάρκεια του Β΄ Πα

γκόσμιου Πολέμου. Σκηνοθέτησε το έργο «Why we fight», μια σειρά από επτά ντοκιμαντέρ που του ανατέθηκαν από την κυβέρνηση των ΗΠΑ κατά τη διάρκεια του πολέμου. Επικεφαλής του Γραφείου Πολεμικών Πληροφοριών ήταν ο Ελμερ Ντέιβις (Τεκμήριο 4), ο οποίος είπε ότι «ο ευκολότερος τρόπος για να εισαγάγουμε μια ιδέα προπαγάνδας στο μυαλό των περισσότερων ανθρώπων είναι να την αφήσουμε να περάσει μέσα από μια εικόνα ψυχαγωγίας όταν δεν συνειδητοποιούν ότι υφίστανται προπαγάνδα». Το Χόλιγουντ είχε λάβει τις εντολές του από τον στρατό και κατά τη διάρκεια του πολέμου άνθρωποι που είχαν εκπαιδευτεί να πουλούν σαπούνι, δημητριακά και οικιακές συσκευές επιστρατεύτηκαν από το κράτος για να πουλήσουν τον πόλεμο στο αμερικανικό κοινό.

Η Μέριλιν ανυψώνει το ηθικό του στρατεύματος στην Κορέα

Καμία χώρα στον κόσμο δεν βγάζει από μόνη της τόσες εικόνες για τον στρατιωτικό ήρωα όσες οι Ηνωμένες Πολιτείες. Αυτό είναι μοναδικό πολιτιστικό φαινόμενο. Οι σχέσεις που σφυρηλατήθηκαν μεταξύ των κυβερνητικών υπηρεσιών των ΗΠΑ και του Χόλιγουντ κατά τη διάρκεια του Β΄ Παγκόσμιου Πολέμου και του Ψυχρού Πολέμου διαμόρφωσαν τον τρόπο με τον οποίο οι στρατιωτικές ιστορίες εξακολουθούν να λέγονται.

Γνωστοί ηθοποιοί επιστρατεύτηκαν στο πλαίσιο της προπαγάνδας για την ανύψωση του ηθικού του στρατεύματος. Η τετραήμερη περιοδεία της Μέριλιν Μονρό στην Κορέα στις αρχές του 1954 αποτελεί την πιο γνωστή περίσταση. Η δημοφιλής σταρ ερμήνευσε τραγούδια από τις ταινίες της για πάνω από 60.000 Αμερικανούς στρατιώτες. Δημοσίευμα της στρατιωτικής εφημερίδας «Stars and Stripes» της 20ής Φεβρουαρίου 1954 και πλούσιο οπτικοακουστικό υλικό κατέγραψαν τις ενθουσιώδεις αντιδράσεις του κοινού αλλά και την εντυπωσιακή εμφάνιση της ξανθιάς καλλονής, η οποία αψηφώντας το τσουχτερό κρύο εμφανίστηκε με κολλητά καλοκαιρινά φορέματα (Τεκμήριο 5) για να τραγουδήσει επιτυχίες της όπως τα «Διαμάντια είναι ο καλύτερος φίλος της γυναίκας».

Docfiles

el-gr

2021-09-19T07:00:00.0000000Z

2021-09-19T07:00:00.0000000Z

https://epaper.documentonews.gr/article/284666145283605

Documento Media