Documento Media

Εφιάλτες στο Μαξίμου

Η κυβέρνηση στις συμπληγάδες πανδημίας, οικονομίας, ελληνοτουρκικών και πόθεν έσχες

Σπύρος Γκουτζάνης

Εν συντομία

Σε τέλμα η κυβέρνηση αναζητά διαφυγή, καθώς η αποτυχία της στην αντιμετώπιση της Covid-19 φρενάρει τα σενάρια για πρόωρες κάλπες.

Γιατί ενδιαφέρει

Πολλαπλασιάζονται οι εσωκομματικές γκρίνιες με τον Αντώνη Σαμαρά να βάλλει ευθέως κατά Μητσοτάκη για τα ελληνοτουρκικά.

Πανδημία, οικονομία και ελληνοτουρκικά προκαλούν εφιάλτες στο Μέγαρο Μαξίμου καθώς προοιωνίζονται ένα δύσκολο φθινόπωρο, ενώ οι αποκαλύψεις για το ψευδές πόθεν έσχες του πρωθυπουργού υποσκάπτουν το κύρος του και αυξάνουν τις παρασκηνιακές προς το παρόν γκρίνιες στο εσωτερικό της κοινοβουλευτικής του ομάδας.

Ο πρωθυπουργός θα ήθελε μια φυγή μέσω εκλογών, που δεν έφυγαν ποτέ από το πίσω μέρος του μυαλού του, ωστόσο η δραματική καθυστέρηση στους εμβολιασμούς και η αποτυχία να δημιουργήσει το τείχος ανοσίας με το 70% εμβολιασμένου πληθυσμού όπως και η μετάλλαξη Δέλτα ελαχιστοποιούν, αν δεν ματαιώνουν, το εκλογικό σενάριο. Καθώς όμως είναι εμφανές ότι η κυβέρνηση έχει περιέλθει σε τέλμα, το «επιτελικό κράτος» είναι σε αναζήτηση του επόμενου αφηγήματος που θα του προσδώσει δυναμική. Στο πολιτικό πεδίο εκ των πραγμάτων επανέρχεται στο τραπέζι ο ανασχηματισμός σαν μια συνολική επανεκκίνηση της κυβέρνησης, παρότι ο πρωθυπουργός τον έχει τοποθετήσει στις αρχές του επόμενου έτους. Αλλά όπως λέει και κυβερνητικό στέλεχος «μία διαρροή ήταν, δεν είναι γραμμένο και στο μάρμαρο».

Μια ιστορία αποτυχίας

Η διαχείριση της πανδημίας εξελίσσεται στη μεγαλύτερη ιστορία αποτυχίας της κυβέρνησης που σταδιακά γίνεται και συνείδηση στην κοινή γνώμη ενώ αποτυπώνεται και στις μετρήσεις. Οχι μόνο δεν πέτυχε να δημιουργήσει το τείχος ανοσίας αλλά έφτασε στο σημείο να κλείσει τη Μύκονο, τον υπ’ αριθμόν ένα τουριστικό προορισμό της χώρας. Τον Μάιο ο πρωθυπουργός στη γερμανική «Bild» προεξοφλούσε ένα σχεδόν κανονικό δίμηνο Ιουλίου – Αυγούστου και πρόσθετε ότι κάποια στιγμή μέσα στο καλοκαίρι θα έχει επιτευχθεί

το τείχος ανοσίας του πληθυσμού με το 70% εμβολιασμένων πολιτών. Καθώς ο Ιούλιος βαίνει στο τέλος του είναι σαφές ότι η κυβερνητική πολιτική με τους διακηρυγμένους στόχους απέτυχε παταγωδώς. Η κυβέρνηση δεν πέτυχε να φτάσει στο απαιτούμενο ποσοστό πείθοντας τους πολίτες να εμβολιαστούν, ενώ φυσικά δεν μπορεί να επιβάλει και τα απαραίτητα μέτρα ώστε να προστατεύσει τον τουρισμό με αυξημένους ελέγχους και τεστ. Κάπως έτσι τρέχει πίσω από τις εξελίξεις και αντιδρά σπασμωδικά. Εκλεισε τη Μύκονο, όχι όμως για πολύ, αφού μόλις πέρασε μία εβδομάδα ξαφνικά διαπιστώθηκε ότι τα κρούσματα άρχισαν να μειώνονται και έτσι από αύριο το νησί θα επανέλθει στην κανονικότητά του. Ενώ όμως ανοίγει ξανά άρον άρον τη Μύκονο (λόγω πιέσεων και προειδοποιήσεων από τους δικούς της επιχειρηματίες), η κυβέρνηση απειλεί ότι θα κλείσει άλλα νησιά εάν παρατηρηθεί αύξηση των κρουσμάτων. Ισως γιατί δεν έχουν όλα τα νησιά την ίδια δυνατότητα πίεσης στην κυβέρνηση.

Σπασμωδικά όμως και με αυταρχισμό αντιμετωπίζει η κυβέρνηση και το κίνημα των αντιεμβολιαστών που κυρίως αφορά δικά της εκλογικά κοινά. Η ένταση της καταστολής στη διαδήλωση της περασμένης Τετάρτης δείχνει πανικό.

Από Σεπτέμβριο η ανοσία

Με δεδομένη την αποτυχία του καλοκαιριού, η κυβέρνηση σπεύδει να πάρει μέτρα για το φθινόπωρο, το κάνει όμως σπασμωδικά, καταφεύγοντας ξανά στις απειλές και στην καταστολή. Ο στόχος για τείχος ανοσίας με ποσοστό 70-75% μετατίθεται για τις αρχές Σεπτεμβρίου. Αφού μάλιστα δεν κατάφερε να πείσει τις μεγαλύτερες ηλικίες, αυξάνει την πίεση για εμβολιασμό των παιδιών και των εφήβων από 12 ετών και πάνω. Η κυβέρνηση όμως επιμένει στη γνωστή συνταγή του εμβολιασμού και της καταστολής. Ούτε σκέψη για ενίσχυση έστω και με καθυστέρηση της υγείας, της παιδείας, των μέσων μαζικής μεταφοράς. Η υπόθεση εργασίας είναι ότι μέχρι το τέλος του χρόνου θα έχουμε ξεμπερδέψει με τον κορονοϊό. Εάν ο ιός εκπλήξει ξανά την επιστημονική κοινότητα με νέες μεταλλάξεις, η κυβέρνηση θα τρέχει και πάλι πίσω από τις εξελίξεις.

Σε κάθε περίπτωση, προετοιμάζεται καθιστώντας ουσιαστικά υποχρεωτικό τον εμβολιασμό στον δημόσιο και τον ιδιωτικό τομέα. Στον μεν δημόσιο τομέα με ρυθμίσεις που κατατείνουν στην αναστολή εργασί

ας, αποδοχών και ασφαλιστικών δικαιωμάτων. Στον δε ιδιωτικό τομέα επαφίεται στη συνεργασία των επιχειρηματιών. Οι εργοδότες θα έχουν τη δυνατότητα να ζητούν από τους εργαζομένους πιστοποιητικό εμβολιασμού. Οι συνέπειες είναι ευνόητες για όσους δεν συμμορφωθούν. Στο ίδιο πλαίσιο αυξάνονται οι πιέσεις στους εκπαιδευτικούς όλων των βαθμίδων, ενώ η υπουργός προανήγγειλε κέντρα εμβολιασμού στα πανεπιστήμια που θα συνοδευτούν βέβαια με υποχρεωτικότητα για τους φοιτητές. Το ενδεχόμενο όμως να χρειαστεί τρίτη δόση προκειμένου να επιτευχθεί το τείχος προστασίας προκαλεί ήδη επιφυλάξεις στον πληθυσμό, όπως και ο εμβολιασμός των παιδιών και των εφήβων.

«Αποσωλήνωση» της αγοράς

Το επιδιωκόμενο τείχος προστασίας για τον Σεπτέμβριο συνδέεται με τη δευτερογενή οικονομική κρίση. Η κυβέρνηση, όπως έχει προαναγγείλει, θα επιχειρήσει την «αποσωλήνωση της οικονομίας», δηλαδή την επιστροφή της σε κανονικούς ρυθμούς, δίχως κρατικές ενισχύσεις για τους επιχειρηματίες και τους ελεύθερους επαγγελματίες, όπως προανήγγειλε ο Αδωνης Γεωργιάδης όταν είπε ότι «τα λεφτά τελείωσαν». Οι επαγγελματικές ενώσεις των βιοτεχνών και των μικρομεσαίων προειδοποιούν ότι στο τέλος του χρόνου θα αυξηθούν τα λουκέτα καθώς θα φανεί η αδυναμία των μελών τους να καλύψουν τις υποχρεώσεις και τα χρέη τους που επιδεινώθηκαν ή σωρεύθηκαν στην περίοδο της πανδημίας. Στο πλαίσιο αυτό η κυβέρνηση θα κάνει δεκτό το αίτημα των φορέων να μην υπάρξει αύξηση του κατώτατου μισθού. Ενώ όμως έτσι ικανοποιεί τους επαγγελματίες, αφήνει δυσαρεστημένη τη μάζα των μισθωτών.

Στο συνολικότερο πεδίο η κυβέρνηση ποντάρει στην εξειδίκευση και προβολή του ελληνικού σχεδίου ανάκαμψης «Ελλάδα 2.0». Ενώ όμως τα ποσά που περιμένει να εισρεύσουν μέχρι το τέλος του χρόνου είναι περί τα 8 δισ. ευρώ, είναι σαφές ότι η επικοινωνιακή προβολή του σχεδίου δεν προκαλεί ενθουσιασμό και δεν έχει τον αντίκτυπο που θα ήθελε.

Επιμένει ο Ερντογάν

Οι προκλήσεις του Ταγίπ Ερντογάν στην Κύπρο ανέδειξαν το κενό στην εξωτερική πολιτική του Κυρ. Μητσοτάκη και έδωσαν αφορμή για μια ηχηρή επανεμφάνιση του Αντώνη Σαμαρά. Ο Μητσοτάκης μετά την προσωπική του επαφή με τον Ερντογάν εξασφάλισε ένα «ήσυχο καλοκαίρι στο Αιγαίο», όχι όμως και στην Κύπρο. Χρεώνεται ότι δεν προέβλεψε ή ότι δεν απέτρεψε τον «νέο Αττίλα». Καθώς μάλιστα ο Ερντογάν έδειξε ότι δεν ξεφεύγει από τις σταθερές του διεκδικήσεις, δημιουργείται το ερώτημα «μέχρι πού θα προχωρήσει τον διάλογο ο Μητσοτάκης όταν παρέλθει το “ήσυχο καλοκαίρι”;».

Ο πρώην πρωθυπουργός έκανε αισθητή την παρουσία του στο πολιτικό και εσωκομματικό πεδίο. Ο Αντ. Σαμαράς δεν φείδεται χαρακτηρισμών για τον Ταγίπ Ερντογάν και τον διεθνή παράγοντα. Προχώρησε όμως και βάλλει ευθέως κατά της πολιτικής Μητσοτάκη στα ελληνοτουρκικά βάζοντας τις κόκκινες γραμμές του. Οι φράσεις του πρώην πρωθυπουργού είναι ιδιαίτερα σκληρές: “...ο Αττίλας είναι ξανά εδώ. Η Δύση παρακολουθεί τον εισβολέα, τον καταπατητή, τον ένοχο για εγκλήματα πολέμου, τον πειρατή του διεθνούς δικαίου να ανακοινώνει με περισσό θράσος τις “αποφάσεις” του για το κατεχόμενο τμήμα μιας ανεξάρτητης χώρας, κράτους-μέλους της ΕΕ κι όλων των διεθνών οργανισμών! Αδιαφορώντας για όλους και για όλα, ευτελίζοντας τον ρόλο, τα ψηφίσματα και τις αποφάσεις ακόμη και του ΟΗΕ».

Ο Αντ. Σαμαράς όμως αποδομεί πλήρως την πολιτική Μητσοτάκη, καταλογίζοντάς του πολιτική κατευνασμού και προσδοκίες για ήσυχο καλοκαίρι. Προτείνει δε καθαρά συνολική αλλαγή στρατηγικής με «ενεργοποίηση της αποτρεπτικής πολιτικής και καθαρές κόκκινες γραμμές». Ενώ μάλιστα ο πρωθυπουργός εγκαινίασε και την απευθείας επαφή με τον Ερντογάν στο πλαίσιο του ευρύτερου διαλόγου, ο Αντ. Σαμαράς διαμηνύει: «Οσο ο Τούρκος πρόεδρος συνεχίζει απτόητος την πολιτική του, ο επίσημος διάλογος μαζί του δεν έχει απολύτως κανένα νόημα». Ο πρώην πρωθυπουργός όμως στρέφει τα πυρά του και εναντίον «ομάδων πίεσης που προωθούν συστηματικά την πολιτική της “αποδοχής τετελεσμένων”, του κατευνασμού και της υποταγής». Ο πρώην πρωθυπουργός αναφέρεται στους διαδόχους της πολιτικής Σημίτη, που όμως σε σημαντικό βαθμό είναι εντός της ΝΔ και δη στον κύκλο που περιστοιχίζει τον πρωθυπουργό.

Ο Αντ. Σαμαράς έχει ήδη μπλοκάρει, όπως και ο Κώστας Καραμανλής, τα πρωτόκολλα συνεργασίας με τη Βόρεια Μακεδονία. Παρομοίως οι δύο πρώην πρόεδροι της ΝΔ και πρωθυπουργοί έχουν βάλει –ο καθένας με τον τρόπο του– τις κόκκινες γραμμές τους για τα ελληνοτουρκικά. Είναι σαφές ότι τον κόσμο και τη συντριπτική πλειονότητα των ψηφοφόρων του κόμματος όσον αφορά τα εθνικά την εκφράζουν οι δύο πρώην πρόεδροι και όχι ο Μητσοτάκης.

Το δίλημμα προβάλλει δύσκολο: εάν ακολουθήσει την «πολιτική των μειοψηφιών», που ανέφερε ο Σαμαράς, θα έχει απέναντί του τους δύο προέδρους και θα χάσει τους ψηφοφόρους. Εάν πάλι «σταματήσει τον διάλογο με τον Ερντογάν», θα πρέπει να αντιμετωπίσει τις πιέσεις του διεθνούς παράγοντα, κυρίως των Γερμανών. Η προοπτική δεν είναι μακρινή, είναι μες στους επόμενους μήνες όταν ο Κυρ. Μητσοτάκης θα πρέπει να αντιμετωπίσει τις δυσκολίες στην οικονομία, αποδυναμωμένος από τη δυσαρέσκεια που προκάλεσαν τα τραγικά του λάθη στη διαχείριση της πανδημίας και η απαξία από τις αποκαλύψεις για το πόθεν έσχες.

Στο βάθος καραδοκεί ο Αντώνης Σαμαράς που στα ελληνοτουρκικά εκφράζει τη θέληση του κόσμου της ΝΔ πολύ περισσότερο από τον Μητσοτάκη!

Doc | Πολιτική

el-gr

2021-07-25T07:00:00.0000000Z

2021-07-25T07:00:00.0000000Z

https://epaper.documentonews.gr/article/281749862381473

Documento Media