Documento Media

Μεταρρυθμίσεις εξ αντανακλάσεως σε χώρες του Συνασπισμού

Του Αγγελή Ζαρόκωστα

Του Αγγελή Ζαρόκωστα Διδάκτορας Ιστορίας, Πανεπιστήμιο του Μπρίστολ

Εισαγωγή. Η σημασία των Ναπολεόντειων Πολέμων

Οι Ναπολεόντειοι Πόλεμοι (1793-1815) αποτέλεσαν την κορύφωση της Γαλλικής Επανάστασης που είχε ξεκινήσει λίγα χρόνια πριν. Κατά τη διάρκεια των πολέμων απελευθερώθηκαν πολιτικές, κοινωνικές και οικονομικές δυνάμεις οι οποίες προκάλεσαν μεταβολές όσο λίγες περίοδοι στην Ιστορία. Οι επιπτώσεις που έφερε μία περίοδος 22 χρόνων σχεδόν αδιάκοπου πολέμου συχνά υποτιμούνται γιατί θεωρείται ότι οι Ναπολεόντειοι Πόλεμοι υπάγονται στη σφαίρα μιας ενδεχομένως στείρας στρατιωτικής ιστορίας, τα αποτελέσματα της οποίας είναι αμφίβολα. Κι όμως, ο απόηχος των πολέμων ήταν τόσο μεγάλος που αξίζει να μελετηθεί ισάξια με τους δύο παγκόσμιους πολέμους του 20ού αιώνα. Οχι ό,τι αφορά τόσο το μέγεθος της καταστροφής και της απώλειας ανθρώπινων ζωών όσο τις βαθιές κοινωνικές και πολιτικές μεταβολές. Εδώ θα σταχυολογήσουμε μόνο ορισμένες από αυτές στην ηπειρωτική Ευρώπη.

Το αποκορύφωμα αυτών των αλλαγών ήταν η μεταμόρφωση της κυρίαρχης μορφής κράτους μέχρι εκείνη την περίοδο από το δυναστικό στο εθνικό κράτος. Η μεταμόρφωση αυτή παρέσυρε την Ευρώπη και την Αμερική, και φυσικά τα Βαλκάνια, με αποτέλεσμα τη δημιουργία νέων κρατών στο εσωτερικό της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας όπως η Ελλάδα ή η Σερβία. Στην ηπειρωτική Ευρώπη αυτή η περίοδος ξεκίνησε στις αρχές του 19ου αιώνα και ουσιαστικά ολοκληρώθηκε στο τέλος του Α΄ Παγκόσμιου Πολέμου με την τελική κατάρρευση των μεγάλων αυτοκρατοριών, της Αυστριακής και της Οθωμανικής. Η περίοδος των Ναπολεόντειων Πολέμων αποδεικνύει πόσο στενά συνδεδεμένα ήταν μεταξύ τους η μεταμόρφωση του νεότερου κράτους με τον εθνικισμό (ανεξαρτήτως των διαβαθμίσεών του), την κατάκτηση και τον πόλεμο. Πολλές φορές, όμως, η σημασία των πολέμων αυτών υποτιμάται, ιδιαίτερα στην Ελλάδα, καθώς οι Ναπολεόντειοι Πόλεμοι θεωρούνται απλό προοίμιο της Ελληνικής Επανάστασης. Επίσης, η σημασία τους υποτιμάται επειδή συχνά θεωρούνται απλώς παρεπόμενο των ιδεών και συνθηκών που διαμορφώθηκαν στη Γαλλική Επανάσταση. Αυτό που θα κάνουμε εδώ είναι να δείξουμε πως οι Ναπολεόντειοι Πόλεμοι από μόνοι τους, και η ίδια η εμπειρία της γαλλικής κατάκτησης, αποτέλεσαν ουσιαστικό καταλύτη για τις ριζικές μεταβολές που ακολούθησαν στην Ευρώπη.

Πραγματικά, λίγοι παράγοντες συνέβαλαν στην ανάδυση των εθνών-κρατών και τη συγκρότηση των ευρωπαϊκών κρατών όσο η επέλαση των γαλλικών στρατευμάτων και η ίδια η εμπειρία της κατάκτησης των περιοχών από τις οποίες πέρασε ο στρατός του Ναπολέοντα. Για να καταλάβουμε λίγο την έκταση της Γαλλικής Αυτοκρατορίας στο απόγειό της, δηλαδή μεταξύ του 1809 και 1812, πέρα από τα γαλλικά εδάφη καταλάμβανε 750.000 τετραγωνικά χιλιόμετρα και 44 εκατ. πληθυσμό, περιλαμβάνοντας τις σημερινές Ισπανία, Ολλανδία, Βέλγιο, Ελβετία, το μεγαλύτερο μέρος της Γερμανίας, της Ιταλίας και τις δαλματικές ακτές. Ομως, παρ’ όλη τη φαινομενικά ασταμάτητη πορεία του Ναπολέοντα στην Ευρώπη, ήταν η ίδια η πραγματικότητα της γαλλικής κατάκτησης που συντέλεσε στη λεγόμενη «ανάδυση των εθνών», με τρόπους που δεν μπορούσαν φυσι

κά να προβλέψουν τα γαλλικά κατοχικά στρατεύματα. Μέτρα όπως η καταναγκαστική στρατολόγηση κατακτημένων περιοχών στον στρατό του Ναπολέοντα, τα σκληρά αντίποινα και η κατάσχεση κρατικών πόρων των κατακτημένων περιοχών προκάλεσαν έντονες αντιστάσεις. Επιπλέον, η επιβολή του ναπολεόντειου imperium περιλάμβανε τη θεσμοθέτηση ενός ενοποιημένου νομικού κώδικα και την καθιέρωση ενιαίας πολιτικής αρχής, με σκοπό την ομογενοποίηση των περιοχών που βρίσκονταν υπό γαλλική κατοχή. Το αποτέλεσμα ήταν να οριστούν αυθαίρετες διαχωριστικές γραμμές μεταξύ νόμου και στάσης, με τρόπους που πολλές φορές συσπείρωναν κομμάτια κατακτημένων πληθυσμών που δεν θα συσπειρώνονταν υπό διαφορετικές συνθήκες.

Ενα χαρακτηριστικό παράδειγμα ήταν η κατακτημένη Ισπανία. Μόλις στράφηκε κατά της πρώην συμμαχικής χώρας ο Ναπολέων, τα γαλλικά στρατεύματα εισέβαλαν στη χώρα το 1808. Ομως η αντίσταση που αντιμετώπισε στη συνέχεια ήταν απρόσμενη. Η εξέγερση που έλαβε χώρα στις 2 Μαΐου του ίδιου χρόνου στη Μαδρίτη ονομάστηκε «Dos de Mayo» και αποτελεί ακόμη και σήμερα γεγονός καθοριστικής σημασίας στην ισπανική ιστορία. Η αντίσταση των Μαδριλένων κατεστάλη και αντιμετωπίστηκε με σκληρά αντίποινα, με αποτέλεσμα μαζικές εκτελέσεις των κατοίκων αφότου ο στρατηγός Ζοακίμ Μιρά (Joachim Murat) εισήλθε στην πόλη. Το συγκεκριμένο γεγονός, όπως και την ισπανική αντίσταση γενικότερα, είχε αποδώσει ο Φρανθίσκο Γκόγια (1746-1828) πολύ γλαφυρά στους πίνακές του «2α Μαΐου» και «3η Μαΐου 1808», που αποτυπώνουν τα γεγονότα της εξέγερσης

«Dos de Mayo». Και πραγματικά μέσα σε δύο χρόνια ο γαλλικός αυτοκρατορικός στρατός έφτασε τους 370.000 στρατιώτες στην Ισπανία, η μεγαλύτερη συγκέντρωση στρατού κατοχής που είχε παρουσιαστεί σε οποιαδήποτε κατακτημένη περιοχή κατά τη διάρκεια των Ναπολεόντειων Πολέμων.

Η γαλλική κατοχή: βίαιη στρατολόγηση και συγκρότηση της Gendarmerie

Η επιβολή του γαλλικού imperium από τις στρατιές του Ναπολέοντα παρουσίαζε όλα τα χαρακτηριστικά ενός «πολέμου κατά του τρόμου» (ο τρόμος ως πολιτική έννοια εμφανίζεται και χρησιμοποιείται κατά κόρον την περίοδο της Γαλλικής Επανάστασης) από τον 19ο αιώνα. Το κύριο μέσο επιβολής του νόμου και της καταπολέμησης του εννοούμενου από τους Γάλλους ως εγκλήματος ήταν το σώμα της Gendarmerie (χωροφυλακή). Αυτό το σώμα αστυνόμευσης είχε συγκροτηθεί ήδη από την αρχή της Γαλλικής Επανάστασης αλλά απέκτησε ιδιαίτερο χαρακτήρα στις κατακτημένες περιοχές. Είχε στρατιωτική οργάνωση και εκπαίδευση και λογοδοτούσε στο υπουργείο Πολέμου. Οι gendarmes ήταν ανύπανδροι άντρες, επιφορτισμένοι να φυλάσσουν τους κεντρικούς δρόμους, να καταστέλλουν τις οποιεσδήποτε αναταραχές στις αγροτικές περιοχές της αυτοκρατορίας (ο αγροτικός κόσμος στη δυτική Ευρώπη αποτελούσε το 80% του συνολικού πληθυσμού) και να συλλέγουν πληροφορίες που αφορούσαν τον τοπικό πληθυσμό. Το σώμα της Gendarmerie αναδιοργανώθηκε και επεκτάθηκε μετά τις πρώτες κατακτήσεις του Ναπολέοντα σε μικρές ομάδες των έξι αντρών – όλοι με στρατιωτική προϋπηρεσία

τουλάχιστον πέντε χρόνων ή τριών εκστρατειών.

Οι μονάδες των gendarmes ήταν σταθμευμένες σε αγροτικές περιοχές αντί για αστικά κέντρα, δίνοντας έτσι στο (κατοχικό) κράτος άμεση στρατιωτική και διοικητική πρόσβαση στην καρδιά των αγροτικών κοινοτήτων. Εδώ αξίζει να σημειωθεί ότι σε σχέση με προηγούμενα χρόνια οι ομάδες αστυνόμευσης, όπως οι dragonnades του Λουδοβίκου του 14ου, ήταν παροδικές: οι θηριωδίες που προκαλούσαν οι dragonnades στην καταδίωξη όσων διέφευγαν από τον νόμο κατά τον 17ο αιώνα (αλλά και άλλων ομάδων, όπως Ουγενότων) κρατούσαν όσο βρίσκονταν οι κυβερνητικές δυνάμεις εκεί. Σε αντίθεση με τους gendarmes, προηγούμενες δυνάμεις αστυνόμευσης μετά την ολοκλήρωση των επιχειρήσεών τους αποσύρονταν σε αστικά κέντρα, εγκαταλείποντας τις αγροτικές κοινότητες στα δικά τους μέσα. Ουσιαστικά ο Ναπολέων αναδιοργάνωσε τα σώματα των gendarmes, με πρότυπο την οργάνωση ευέλικτων ένοπλων ομάδων που για πολλά χρόνια ήταν ιδιαίτερα διαδομένο φαινόμενο στην Ευρώπη, όπως οι ληστές.

Η επιτυχία των gendarmes ήταν ανάμεικτη και βεβαίως ανάλογη με τη γεωγραφία και την αντίσταση που προβαλλόταν στους Γάλλους κατακτητές σε κάθε περιοχή. Στην Ισπανία, για παράδειγμα, το ορεινό περιβάλλον και ο συνεχής ανταρτοπόλεμος παράλληλα με τις μεγάλες στρατιωτικές επιχειρήσεις είχαν καθιερώσει έναν «μικρό» πόλεμο «χαμηλής έντασης» (guerilla = μικρός πόλεμος). Οι συνθήκες αυτές είχαν καταστήσει την παρουσία των gendarmes μέσα σε αγροτικές κοινότητες ιδιαίτερα επικίνδυνη. Ετσι, οι μονάδες αστυνόμευσης δεν μπορούσαν παρά να ήταν σταθμευμένες σε οχυρωμένα σημεία παράλληλα με τους μεγάλους δρόμους, τα λεγόμενα blokhaus. Ο κύριος ρόλος τους ήταν να αποτρέπουν επιθέσεις των Ισπανών guerillas στις γαλλικές γραμμές ανεφοδιασμού και να στρατολογούν καταναγκαστικά τον τοπικό πληθυσμό, ένα μέτρο το οποίο συνάντησε βίαιες αντιστάσεις σχεδόν σε όλες τις κατακτημένες περιοχές. Συμπτωματικά, η βίαιη στρατολόγηση από τους Γάλλους αποκαλούνταν «φόρος του αίματος» σε όλες ανεξαιρέτως τις περιοχές της Γαλλικής Αυτοκρατορίας, χωρίς κοινές αναφορές, χωρίς καν να μιλάνε την ίδια γλώσσα.

Οσο η παρουσία των Γάλλων στην Ισπανία γινόταν εντονότερη, και παράλληλα η αντίσταση γινόταν μεγαλύτερη, η αγριότητα των κατακτητών εξαπολυόταν με ολοένα και

λιγότερες διακρίσεις. Οσοι και όσες αντιστέκονταν κατά των γαλλικών στρατευμάτων στην Ισπανία αντιμετωπίζονταν ως εχθροί του νόμιμου (ναπολεόντειου) καθεστώτος και οι Γάλλοι αξιωματικοί δεν έμπαιναν πολύ στη διαδικασία να καταλάβουν περισσότερα για τα διαφορετικά κίνητρα διάπραξης αδικημάτων. Οι gendarmes που συλλάμβαναν Ισπανούς, για παράδειγμα, δεν έκαναν διαχωρισμούς μεταξύ guerillas και κοινών ληστών ούτε τα στρατιωτικά και πολιτικά δικαστήρια που τους καταδίκαζαν. Το ίδιο συνέβαινε και σε άλλες κατακτημένες περιοχές, όπως στην Ιταλική χερσόνησο. Ισως είναι αντιπροσωπευτικό παράδειγμα αυτής της συλλογικής και άκριτης αντίληψης που απέδιδε ληστρικά χαρακτηριστικά στην αντίσταση κατά του γαλλικού καθεστώτος η περίπτωση του Σαρλ Αντουάν Μανιές (Charles Antoine Manhès), Γάλλου στρατηγού υπό τον Μιρά. Ο πόλεμος που εξαπέλυσε κατά της ληστείας στη Σικελία το 1810 ο Μανιές συνοδεύτηκε από τεράστια αγριότητα συλλήβδην κατά του τοπικού πληθυσμού. Τα γαλλικά στρατεύματα έκλεισαν τις εκκλησίες, εφάρμοσαν την τακτική της καμένης γης για να αναγκάσουν τους ληστές σε λιμοκτονία, ενώ παράλληλα καταπατήθηκε πλήρως η ιδιωτική σφαίρα της κοινότητας, απαγορεύοντας ακόμη και την προσωπική αλληλογραφία μεταξύ ζευγαριών με την ποινή του θανάτου.

Αντιστάσεις στη γαλλική κατοχή: Ισπανία και γερμανικές χώρες

Ο πόλεμος του 1808-14 στην Ισπανία εναντίον των Γάλλων εισβολέων έχει προκαλέσει πολλές συζητήσεις και έχει πολλές φορές εξιδανικεύσει

τα πραγματικά κίνητρα ληστρικών ομάδων που δρούσαν στην Ισπανία πριν από τη γαλλική εισβολή. Ομως τέτοιοι ξεκάθαροι διαχωρισμοί δεν έχουν πολύ νόημα σήμερα. Η πραγματικότητα που βίωναν οι άνθρωποι στο παρελθόν αντιστέκεται πεισματικά σε εύκολους διαχωρισμούς κοινών ληστών – «αγνών» πατριωτών και η περίπτωση του απελευθερωτικού πολέμου των Ισπανών κατά των Γάλλων δεν ήταν διαφορετική. Μια ενδιαφέρουσα περίπτωση είναι η περίπτωση του νεαρού Χαβιέρ Μίνα (Javier Mina) από το Navarre. O Μίνα ξεκίνησε τη δράση του ως αρχηγός μικρής ομάδας guerillas, με τους οποίους εξουδετέρωσε γαλλικές περιπόλους εκτελώντας όσους Γάλλους έπεφταν στα χέρια του. Οσο η δράση του γινόταν πιο γνωστή πύκνωναν οι τάξεις του με αντάρτες. Τους αντάρτες τους πλήρωνε από λε

ηλασίες και από εκκλησιαστική περιουσία την οποία κατάσχε. Ο Μίνα έπαιξε καθοριστικό ρόλο αργότερα στον πόλεμο ανεξαρτησίας του Μεξικού, όπου και συνελήφθη και εκτελέστηκε το 1817. Αλλά επιπλέον και πέρα από κοινές πρακτικές, οι ληστές και οι ιδεολόγοι αγωνιστές κατά των Γάλλων μοιράζονταν μια κοινή κουλτούρα βεντέτας και ηθικού κώδικα.

Αρχικά η εξέγερση πέρασε απαρατήρητη από τους Γάλλους αλλά γρήγορα εξαπλώθηκε σε ολόκληρη την Ισπανία. Ο ρόλος του ισπανικού κλήρου ήταν καθοριστικός στο να ξεσηκώσει τον ισπανικό λαό κατά των «υπηρετών του διαβόλου», όπως αποκαλούσαν τους Γάλλους. Αρκετοί ιερείς πήραν τα όπλα και απέκτησαν ηγετικό ρόλο στις ομάδες των guerillas. Πραγματικά, η δράση των guerillas είχε τρομοκρατήσει τα γαλλικά στρατεύματα. Οι τακτικές τους περιλάμβαναν γρήγορες επιθέσεις ακριβείας τη νύχτα, όχι διαφορετικές από των χαϊντούκων στα Βαλκάνια ή βεβαίως των Σουλιωτών κατά του Αλή πασά και αργότερα στην Ελληνική Επανάσταση. Ο ρόλος των γυναικών ήταν επίσης πολύ καθοριστικός: λίγο γνώριμη στην Ελλάδα είναι η ιστορία της Αυγουστίνας της Αραγονίας, της «Ισπανίδας Ζαν ντ’ Αρκ», όπως έγινε γνωστή. Ο θρύλος της ξεκίνησε από τη μάχη της Σαραγόσα, όταν έμεινε μόνη της σε ένα κανόνι να βάλλει κατά των Γάλλων, αφού οι Ισπανοί είχαν αρχίσει να υποχωρούν. Η εικόνα μιας γυναίκας μόνης της να προβάλλει πεισματική αντίσταση κατά των Γάλλων ενέπνευσε τους αμυνόμενους και επέστρεψαν στις θέσεις τους αναβάλλοντας την πτώση της πόλης για εβδομάδες. Μετά την πτώση της Σαραγόσα η Αυ

γουστίνα διέφυγε και συνέχισε τον αγώνα της ως guerilla, φτάνοντας να ενταχθεί στον ισπανικό στρατό, να παρασημοφορηθεί και να γίνει αξιωματικός.

Ο συνεχής ανταρτοπόλεμος απέτρεπε οποιαδήποτε απόπειρα των Γάλλων να εγκαθιδρύσουν ένα πολιτικό κράτος πιστό στον αυτοκράτορα, ενώ είδαμε πως οι gendarmerie αδυνατούσαν να εισχωρήσουν βαθιά στην αγροτική και ορεινή Ισπανία. Οι εκτελέσεις και τα αυστηρά αντίποινα που είχαν εξαπολύσει οι στρατιές του Ναπολέοντα αδυνατούσαν να εξουδετερώσουν όλες τις εστίες των guerillas. Εδώ πρέπει να προσθέσουμε ότι η αντίσταση κατά των Γάλλων παρουσίαζε αξιοσημείωτες ομοιότητες στις αγροτικές περιοχές, είτε αυτές στην Ιταλική ή την Ιβηρική χερσόνησο είτε στις γερμανικές χώρες: αυτές οι ένοπλες ομάδες που αντιστέκονταν ήταν μικρές και ευκίνητες, είχαν καλή γνώση της γεωγραφίας και του περιβάλλοντος στο οποίο κινούνταν, επιδίδονταν σε λεηλασίες και ζούσαν κάτω από πολύ αντίξοες συνθήκες.

Ποικίλες αντιδράσεις στον Γάλλο κατακτητή: ξενοφοβία

Η γαλλική παρουσία στις κατακτημένες περιοχές προκαλούσε αντιδράσεις οι οποίες έπαιρναν διάφορες μορφές. Αρκετοί, επηρεασμένοι και από την ίδια τη Γαλλική Επανάσταση, ζητούσαν εκδημοκρατισμό και δικαιώματα, ενώ η ξενοφοβία –ή μάλλον περισσότερο «γαλλοφοβία»– ήταν επίσης συχνό φαινόμενο. Στις γερμανικές χώρες (η Γερμανία ενοποιήθηκε το 1871, αποκτώντας περίπου τη σημερινή της μορφή) ο Γκαίτε έγραφε για τη «φωτιά που εξαπλωνόταν» κατά της γαλλικής κατοχής ενώ

παράλληλα πολλοί προσπάθησαν να απαλλαγούν από την πολιτισμική ηγεμονία της γαλλικής γλώσσας όπως και της γαλλικής κουλτούρας γενικώς, η οποία ήταν κυρίαρχη στις αυλές της Ευρώπης για εκατοντάδες χρόνια.

Αυτή η ξενοφοβία που προέκυψε κατά τη γαλλική κατάκτηση κέρδισε βαθμιαία έδαφος στην Ισπανία, στις γερμανικές χώρες και αλλού, ενώ σχετιζόταν με την «αθεΐα» των Γάλλων, από την οποία πολλοί ένιωθαν ότι απειλούνταν. Για παράδειγμα ο ιστορικός και ποιητής Ερνστ Μόριτζ Αρντ (Ernst Moritz Arndt) (καταγόμενος από το κρατίδιο του Μέκλενμπουργκ) έλεγε το 1813: «Μισώ όλους τους Γάλλους χωρίς διακρίσεις, στο όνομα του Θεού και του λαού μου». Το όραμα του Αρντ –αρκετά οικείο σε εμάς στον 21ο αιώνα– αφορούσε μια Γερμανία «καθαρή» από Γάλλους, Εβραίους και ξένους γενικώς. Οπως μπορούμε να υποθέσουμε, η ξενοφοβία και ο αντισημιτισμός του Αρντ έγιναν εξαιρετικά δημοφιλείς στους παγκόσμιους πολέμους του 20ού αιώνα και ιδιαίτερα στον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Ενώ οι στρατοί των εχθρών του Ναπολέοντα όπως η Ισπανία, η Πρωσία, η Ρωσία κ.λπ. είχαν ηττηθεί σε μεγάλες στρατιωτικές συγκρούσεις, ο πόλεμος μετατοπίστηκε στις ίδιες τις κατακτημένες περιοχές. Κατά ειρωνεία της τύχης, με την ήττα των εχθρών του και στη συνέχεια με την προσπάθειά του να τους ενοποιήσει κάτω από τον Ναπολεόντειο Κώδικα ο Ναπολέων συνέβαλε καθοριστικά στη μετέπειτα ανάδυση των εθνών-κρατών.

Μια από τις πιο χαρακτηριστικές αλλαγές που προκάλεσε η γαλλική επέλαση στην Ευρώπη ήταν η εθνικοποίηση των ευρωπαϊκών στρατών. Οπως είδαμε προηγουμένως,

οι Γάλλοι στρατολογούσαν με τη βία από τις κατακτημένες περιοχές. Εκτός Γαλλίας ο αριθμός άγγιζε το 1.000.000 άντρες. Παρ’ όλη την ύπαρξη ξένων στον αυτοκρατορικό στρατό, η πρόθεση να υπηρετούν μόνο Γάλλοι στον στρατό της αυτοκρατορίας είχε εκφραστεί ήδη από την περίοδο της Γαλλικής Επανάστασης, με τη στρατιωτική θητεία να γίνεται αναπόσπαστη από την ιδιότητα του πολίτη. Εντούτοις, αν και ο ορισμός της γαλλικής υπηκοότητας και εθνότητας είχε αποτυπωθεί σε νομικό έγγραφο για πρώτη φορά ήδη από το σύνταγμα του 1791, ήταν ακόμη δυσκολότερο να αποδοθούν με σαφήνεια τα ακριβή κριτήρια που σχετίζονταν με τη λέξη étranger (ξένος). Πάντως η ξενοφοβία με την οποία συχνά έβλεπε η γαλλική διοίκηση τους ξένους που υπηρετούσαν στον αυτοκρατορικό στρατό την ώθησε πολλές φορές να παραμερίσει τους πρώτους, ακόμη και όσους είχαν στρατιωτικές διακρίσεις.

Πολλές φορές η ανάγκη για ανθρώπινο δυναμικό ήταν αυτή που ωθούσε τους Γάλλους να διατηρήσουν ξένους στον αυτοκρατορικό στρατό, περισσότερο από τη Διακήρυξη των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και του Πολίτη από την εποχή της επανάστασης. Αυτό συνέβη ακόμη και στις τελευταίες 100 μέρες του Ναπολέοντα, οι οποίες οδήγησαν στη μάχη του Βατερλό και στο οριστικό τέλος του αυτοκράτορα: ο αυτοκρατορικός στρατός περιλάμβανε και αρκετούς ξένους, όμως οι γαλλικές κυβερνήσεις μετά την πτώση του Ναπολέοντα γρήγορα κατηγοριοποίησαν τους ξένους που υπηρετούσαν υπό το γαλλικό κράτος με τους Γάλλους πολίτες που απαρτίζανε τον εθνικό στρατό. Η Λεγεώνα των Ξένων, για παράδειγμα, ιδρύθη

Περιεχομενα

el-gr

2021-05-16T07:00:00.0000000Z

2021-05-16T07:00:00.0000000Z

https://epaper.documentonews.gr/article/283699777395529

Documento Media