Documento Media

Ο οπαδός του Ροβεσπιέρου που στέφθηκε αυτοκράτορας

Του Σωτήριου Φ. Δρόκαλου

Του Σωτήριου Φ. Δρόκαλου Διεθνολόγου – ιστορικού

Η πολιτική διαδρομή του Μεγάλου Ναπολέοντα. Ενας 30χρονος στρατηγός μέσα στο καμίνι ιακωβίνων – γιρονδίνων – μοναρχικών και απέναντι στους εστεμμένους της Ευρώπης. Συνδυασμός ριζοσπαστικής επαναστατικής φλόγας και σκληρής πειθαρχίας

Πλησιάζοντας τα είκοσι χρόνια του ο Ναπολέων Βοναπάρτης ήταν υποστηρικτής του αιτήματος για την ανεξαρτησία της Κορσικής από τη Γαλλία. Διαθέτοντας σημαντική καλλιέργεια και όντας συγγραφέας σύντομων διηγημάτων και δοκιμίων, ο αξιωματικός του γαλλικού στρατού Ναπολέων γοητεύτηκε ωστόσο από την παρισινή επανάσταση του 1789, συντάχτηκε με τις θέσεις της και εξελίχτηκε σε ηγετική φυσιογνωμία της στην Κορσική.

Η εσωτερική αντίφαση ανάμεσα στην ταύτιση με τον επαναστατικό γαλλικό πατριωτισμό και τον νεανικό κορσικανικό πατριωτισμό του όπως και η τραγικά αιματηρή εξέλιξη της επανάστασης βοήθησαν τον Ναπολέοντα να ωριμάσει πολιτικά, αντιλαμβανόμενος τη σχετικότητα των ιδεολογικών και ηθικών αναφορών στην πολιτική, αφήνοντας πίσω του τον Ρουσσώ για τον Μακιαβέλι με όρους πολιτικής θεωρίας. Επίσης, αποκρουστικές ενέργειες λαϊκών όχλων στο πλαίσιο της επανάστασης συνέβαλαν στο να εγκαταλείψει την εξιδανικευμένη ιδέα που ως ενθουσιώδης νεαρός επαναστάτης είχε για τον λαό και τα όρια της δυνατότητάς του να αυτοκυβερνιέται.

Από Κορσικανός εθνικιστής, Γάλλος πατριώτης

Το καλοκαίρι του 1793 ο Ναπολέων άφησε την Κορσική, όπου είχαν επικρατήσει οι φιλοβρετανοί, μεταφέρθηκε οριστικά στη Γαλλία και επανενώθηκε με τη στρατιωτική μονάδα του. Η τελευταία ανήκε στη Στρατιά της Ιταλίας, η οποία τη δεδομένη στιγμή είχε εμπλακεί στις εμφύλιες συγκρούσεις που μαίνονταν στη νότια Γαλλία.

Ηταν πολύ δύσκολη περίοδος για

την επανάσταση. Η ιακωβίνικη πολιτική της κατευθυνόμενης οικονομίας είχε αποτύχει να συγκρατήσει τον καλπάζοντα πληθωρισμό και να αντιμετωπίσει την έλλειψη τροφής. Η περιοχή της Βανδέας είχε εξεγερθεί μαζικά εναντίον της επανάστασης και υπέρ της μοναρχίας, ενώ οι δύο μεγάλες επαναστατικές παρατάξεις, οι ιακωβίνοι και οι γιρονδίνοι, βρίσκονταν σε μετωπική σύγκρουση μεταξύ τους, με τους πρώτους να επικρατούν και να θέτουν τους δεύτερους υπό διωγμόν. Ετσι, πέραν της μοναρχικής Βανδέας κήρυξαν την ανεξαρτησία τους από το Παρίσι και αρκετές περιοχές της χώρας με γιρονδίνικη πλειοψηφία. Η αντιιακωβίνικη εξέγερση ονομάστηκε «ομοσπονδιακή», καθότι το αίτημα των επαρχιωτών ήταν να αποδυναμωθεί η κεντρική εξουσία υπέρ μιας μεγαλύτερης τοπικής αυτονομίας. Την ίδια στιγμή το Παρίσι ζούσε την περίοδο της τρομοκρατίας, καθώς οι ιακωβίνοι προσπαθούσαν να διατηρήσουν τον έλεγχο της χώρας συγκεντρώνοντας την εξουσία και εξοντώνοντας πολιτικούς αντιπάλους. Ολα αυτά συνέβαιναν ενώ η Γαλλία μαχόταν σε διάφορα μέτωπα με τις ευρωπαϊκές μοναρχίες που της είχαν κηρύξει τον πόλεμο μετά το ξέσπασμα της επανάστασης.

Η κατάσταση έγινε ακόμη πιο κρίσιμη όταν η πόλη της Τουλόν δέχτηκε στο λιμάνι της έναν βρετανικό στόλο εξαιτίας της έλλειψης τροφίμων, την οποία ο Βρετανός ναύαρχος υποσχόταν ότι θα αντιμετώπιζε. Η απώλεια της Τουλόν ήταν μεγάλη στρατηγική και πολιτική ήττα για την επανάσταση με δυνητικά ανυπολόγιστες συνέπειες, καθώς επρόκειτο για το σημαντικότερο στρατιωτικό λιμάνι της Γαλλίας.

Μέσα σε αυτό το δραματικό και εκρηκτικό κλίμα πολλαπλών αιμα

τηρών μετώπων στο εσωτερικό και το εξωτερικό ο Ναπολέων έγραψε τον διάλογο «Δείπνο στο Μπωκαίρ», με τον οποίο απαντούσε στα επιχειρήματα των εξεγερμένων «ομοσπονδιακών» υποστηρίζοντας τον ιακωβίνικο συγκεντρωτισμό και προτάσσοντας, όπως και οι ιακωβίνοι, την έννοια του κοινού πατριωτικού καλού έναντι των επιμέρους αιτημάτων. Ο Ναπολέων δεν απαντούσε στα επιχειρήματα των εξεγερμένων με ιδεολογικές διακηρύξεις και συνθήματα, αλλά με ρεαλιστικά και οικονομικά επιχειρήματα που εμπεριείχαν επιπλέον κριτική προς την επαναστατική κυβέρνηση και τόνιζε ότι οι εμφύλιες συγκρούσεις αναπόφευκτα ενίσχυαν τους εξωτερικούς εχθρούς της χώρας. Η ιακωβίνικη ηγεσία ενθουσιάστηκε με το κείμενο και διέταξε να εκτυπωθεί και να διανεμηθεί στο πλαίσιο της πολιτικής αντιπαράθεσης.

Μεταξύ Ροβεσπιέρου και Θερμιδοριανών

Τον Σεπτέμβριο του 1793 προτάθηκε στον Ναπολέοντα θέση στη διοίκηση του πυροβολικού των στρατευμάτων που πολιορκούσαν την Τουλόν. Χάρη στις εξαιρετικές του επιδόσεις οι επικεφαλής των δυνάμεων εκπρόσωποι της Συμβατικής Εθνοσυνέλευσης τον προήγαγαν σύντομα σε ταγματάρχη και κυρίως δέχτηκαν να δοκιμάσουν το τακτικό σχέδιο που πρότεινε για την κατάληψη της πόλης. Τα όσα ακολούθησαν αποτέλεσαν τον πρώτο θρίαμβο του Ναπολέοντα και την είσοδό του στην κεντρική σκηνή της Ιστορίας. Με την πτώση της Τουλόν στις 19 Δεκεμβρίου 1793 ο Ναπολέων προάχτηκε σε ταξίαρχο και ορίστηκε διοικητής πυροβολικού της Στρατιάς της Ιταλίας. Η εξέλιξή του ήταν εντυπωσιακή, όμως στις συνθήκες γενικευμένου πολέμου που επικρατούσαν η ταχεία άνοδος νεαρών αξιωματικών ήταν κάτι αρκετά συχνό. Εκείνο που ξεχώριζε ιδιαίτερα τον Ναπολέοντα ήταν ότι η στρατιωτική του ικανότητα συνδυαζόταν με εξίσου σπουδαία πολιτική σκέψη και συγγραφικό ταλέντο.

Την άνοιξη του 1794 ο Ναπολέων γνώρισε τον Αυγουστίνο Ροβεσπιέρο, που βρισκόταν στον νότο ως εκπρόσωπος της Συμβατικής. Ο Αυγουστίνος εντυπωσιάστηκε και έγραψε στον αδερφό του Μαξιμιλιανό Ροβεσπιέρο πολύ εγκωμιαστικά λόγια για τον Ναπολέοντα, με αποτέλεσμα εκείνος να προτείνει στον νεαρό αξιωματικό την ανάληψη της διοίκησης της Παρισινής Εθνικής Φρουράς. Ο Ναπολέων αρνήθηκε την πρόταση και προτίμησε να παραμείνει στη Στρατιά της Ιταλίας, προφανώς σκεπτόμενος ότι η αντιμετώπιση των εχθρών της χώρας θα ήταν προτιμότερη για την επαγγελματική και πολιτική του ανέλιξη από τον εγκλωβισμό του στον εμφύλιο παρισινό σπαραγμό. Ετσι ανέλαβε τον ρόλο του στρατηγικού σχεδιαστή της στρατιάς, ενώ χάρη στη φιλία του με τον Αυγουστίνο είχε την πλέον άμεση και καθαρή εικόνα για όσα διαδραματίζονταν στο Παρίσι.

Δεν αποστασιοποιείται από τον συγκεντρωτικό ιακωβινισμό

Πρέπει να υπογραμμιστεί ότι η στήριξη του Ναπολέοντα στους ιακωβίνους και η σχέση του μαζί τους δεν ήταν απλώς ευκαιριακή και οπορτουνιστική αλλά προερχόταν από τον θαυμασμό του για την προσωπικότητα του Μαξιμιλιανού Ροβεσπιέρου και τη συμφωνία του με τον τρόπο που είχε προσπαθήσει να επιβάλει

«ΤΙ ΩΡΑΙΑ ΠΟΥ ΗΤΑΝ Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΕΠΙ ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΙΑΣ!»

την επαναστατική τάξη. Είναι μάλιστα εντυπωσιακό ότι ο Ναπολέων συνέχιζε να δηλώνει ανοιχτά τη στήριξή του στον Ροβεσπιέρο και να τον θεωρεί τον μεγάλο ηγέτη της επανάστασης χρόνια μετά την 9η Θερμιδώρ (24 Ιουλίου 1794) και την εκτέλεση του «αδιάφθορου», όταν πάμπολλοι πρώην φλογεροί ιακωβίνοι είχαν αρνηθεί τη μνήμη του και συνέπλεαν με το κυρίαρχο πολιτικό κλίμα που τον παρουσίαζε ως αιμοσταγή τύραννο. Για τον Ναπολέοντα ο Ροβεσπιέρος ήταν ένας σοβαρός ηγέτης που καταλάβαινε ότι η ελευθερία και η αρετή πηγάζουν από στιβαρή θεσμική δομή, πειθαρχία και κυριαρχία του νόμου και της τάξης, όπως και ότι οι αλήθειες της επανάστασης δεν θα μπορούσαν να επιβιώσουν παρά μόνο με σιδηρά πυγμή. Επίσης, ο Ναπολέων και ο Ροβεσπιέρος συμφωνούσαν για την αναγκαιότητα επιθετικού πολέμου και εξαγωγής της επανάστασης, ενώ αντίθετα οι θερμιδωριανοί θεωρούσαν αυτή την πολιτική ως την πλέον λανθασμένη και πίστευαν ότι η επανάσταση έπρεπε να περιοριστεί στην υπεράσπιση του γαλλικού εδάφους.

Στις αρχές του 1795 ο Ναπολέων υποβαθμίστηκε από το θερμιδωρια- νό καθεστώς, ως άνθρωπος του Ροβεσπιέρου. Του αφαιρέθηκε ο στρατηγικός σχεδιασμός των επιχειρήσεων της Στρατιάς της Ιταλίας και μετατέθηκε στη Στρατιά της Δύσης, η οποία διεξήγε τον εμφύλιο πόλεμο ενάντια στην επαναστατημένη φιλοβασιλική Βανδέα. Εκεί ο Ναπολέων ορίστηκε μεν διοικητής μιας μεραρχίας πεζικού, ωστόσο ήταν σαφές ότι επρόκειτο για τη δυσμενέστερη δυνατή μετάθεση αφού το συγκεκριμένο εμφύλιο μέτωπο ήταν κάθε άλλο παρά ένδοξο και ευνοϊκό για την επαγγελματική και πολιτική ανέλιξη ενός αξιωματικού, με δεδομένη μάλιστα τη σφαγή

των άμαχων κατοίκων της περιοχής που είχαν διαπράξει τα δημοκρατικά στρατεύματα το 1793.

Η κυρίως σύγκρουση στη Βανδέα έληξε ευτυχώς για τον Ναπολέοντα τον Απρίλιο του 1795 και τους επόμενους μήνες είχε την ευκαιρία να διαμείνει στο Παρίσι και να χαρεί τα πολιτισμικά του δρώμενα. Ο Ναπολέων επισκεπτόταν την όπερα και το αστεροσκοπείο και παρακολουθούσε διαλέξεις του διάσημου αστρονόμου Λαλαντέ, όμως είναι αμφίβολο κατά πόσο ήταν ικανοποιημένος με τη γενικότερη κατάστασή του, όπως προκύπτει από τις επιστολές του. Κατάσταση που έμελλε να γίνει ακόμη χειρότερη, καθώς ακολούθησαν περαιτέρω υποβιβασμοί της θέσης του στο στράτευμα και πλήρης απομάκρυνσή του από το επίκεντρο των γεγονότων. Ωστόσο η καταιγιστική πολιτική εξέλιξη και αστάθεια πολύ σύντομα θα ανέτρεπε ξανά τα δεδομένα.

Επανασυσπείρωση διά τον φόβον των βασιλοφρόνων

Η πτώση του Ροβεσπιέρου και το τέλος της τρομοκρατίας έδωσαν στους βασιλόφρονες την ευκαιρία να αναθαρρήσουν. Η φιλομοναρχική κινητικότητα θορύβησε τους θερμιδωριανούς, που αντέδρασαν αποφυλακίζοντας αρκετούς ιακωβίνους και ενεργοποιώντας αξιωματικούς που είχαν απομακρυνθεί ή υποβιβαστεί ως ροβεσπιερικοί. Ενας από αυτούς ήταν και ο Ναπολέων. Στις 13 Βεντεμιαίρ του έτους IV (5 Οκτωβρίου 1795) η φιλομοναρχική εξέγερση έγινε πραγματικότητα, καθώς 30.000 ένοπλοι βασιλόφρονες επιχείρησαν να καταλάβουν τον έλεγχο του Παρισιού. Στη μάχη που πραγματοποιήθηκε στους δρόμους της γαλλικής πρωτεύουσας οι δημοκρατικές δυνά

μεις θριάμβευσαν, με τον Ναπολέοντα να αναδεικνύεται ο πλέον σημαντικός πρωταγωνιστής της νίκης μαζί με τον τότε αρχηγό τους Πολ Μπαράς. Με αυτό τον τρόπο ο Βοναπάρτης όχι μόνο επέστρεψε στο προσκήνιο, αλλά επιπλέον κέρδισε την προαγωγή του σε στρατηγό. Στις 2 Μαρτίου 1796 επέστρεψε και στη Στρατιά της Ιταλίας, αυτήν τη φορά ως ανώτατος διοικητής της. Τρεις εβδομάδες αργότερα θα ξεκινούσε η πρώτη μεγάλη ναπολεόντεια εκστρατεία.

Ο Ναπολέων πίστευε ότι το ιταλικό ήταν το κρισιμότερο μέτωπο από στρατηγικής άποψης, γιατί η κατάληψη της βόρειας Ιταλίας θα επέφερε αποφασιστικό χτύπημα στους Αυστριακούς. Επίσης θεωρούσε ότι ο ιταλικός βορράς ήταν πρόσφορο έδαφος για την εξαγωγή των επαναστατικών ιδεών και θεσμών, ιδίως εφόσον ο ίδιος καταγόταν από τη χώρα και μητρική του γλώσσα ήταν τα ιταλικά, οπότε οι Ιταλοί πατριώτες και δημοκράτες θα τον αποδέχονταν με προθυμία.

Οι μοναρχικοί καταγγέλλουν τον «ιμπεριαλιστικό πόλεμο»

Πίεσε επομένως το αρχικά διστακτικό Διευθυντήριο να εγκρίνει το σχέδιό του και δικαιώθηκε, αφού η εκστρατεία στέφτηκε από μεγάλη επιτυχία και απογείωσε τη δημοτικότητά του, παρά τις δριμύτατες επιθέσεις που εξαπέλυε εναντίον του ο βασι

λόφρων και γενικά δεξιός Τύπος, ο οποίος καταδίκαζε τον πόλεμο στην Ιταλία ως ιμπεριαλιστικό. Η επιτυχία του Ναπολέοντα στην Ιταλία απέφερε επίσης την ευνοϊκή για τη Γαλλία Συνθήκη του Κάμπο Φόρμιο το 1797 και τη διάλυση του εναντίον της Α΄ Συνασπισμού.

Επιστρέφοντας στο Παρίσι τον Δεκέμβριο του 1797 ο Ναπολέων απέφυγε να ταυτιστεί με κάποια συγκεκριμένη πολιτική παράταξη, κατανοώντας ότι κάτι τέτοιο θα έβλαπτε την τεράστια δημοφιλία που είχε αποκτήσει με τη νίκη στην Ιταλία. Αντίθετα, δέχτηκε με προθυμία να ηγηθεί μιας νέας εκστρατείας, αυτήν τη φορά στην οθωμανική Αίγυπτο, την οποία πρότεινε ο υπουργός Εξωτερικών Ταλλεϋράνδος. Με την κατάκτηση της Αιγύπτου η γαλλική ηγεσία εκτιμούσε ότι θα εξασφάλιζε τον έλεγχο της Μεσογείου και θα άνοιγε τον δρόμο για μια νέα επέκταση στην Ινδία, καταφέρνοντας καίρια πλήγματα στον μεγάλο της αντίπαλο, τη Βρετανική Αυτοκρατορία.

Η εκστρατεία στην Αίγυπτο ήταν νικηφόρα για τα χερσαία στρατεύματα του Ναπολέοντα, ωστόσο ο γαλλικός στόλος που τα υποστήριζε συνετρίβη από τον βρετανικό στόλο στον κόλπο του Αμπουκίρ, στο δέλτα του Νείλου, με αποτέλεσμα ο στόχος της επικράτησης στη Μεσόγειο να μην ευοδωθεί ούτε κατ’ ελάχιστον. Εκείνο όμως που ανέτειλε με ακόμη μεγαλύτερη ένταση ήταν το άστρο του Ναπολέοντα, ο οποίος πλέον καθιερωνόταν ως ο μεγάλος ήρωας της δημοκρατίας και γενικότερα του έθνους.

Ο Ναπολέων αποβιβάστηκε με τις δυνάμεις του σε γαλλικό έδαφος στις 9 Οκτωβρίου 1799 και έγινε δεκτός με αποθεωτικό τρόπο απ’ όπου περνούσε βαδίζοντας προς το Παρίσι. Στην πρωτεύουσα διοργανώθηκαν εορταστικά δείπνα προς τιμήν του ένδοξου 30χρονου στρατηγού και αρκετοί πολιτικοί παράγοντες έλπιζαν να τον χρησιμοποιήσουν προς όφελός τους, μεταξύ των οποίων οι δύο ισχυροί του Διευθυντηρίου, Εμανουέλ Σιεγές και Πολ Μπαράς.

Εκλέκτορας, τριανδρία, πρώτος ύπατος, αυτοκράτορας

Ο Σιεγές ήταν ο θεωρητικός της επανάστασης του 1789 και σε συνεργασία με τα μέλη του Εθνικού Ινστιτούτου και άλλους κορυφαίους διανοούμενους σχεδίαζαν μια βαθιά συνταγματική μεταρρύθμιση που εκτιμούσαν ότι θα έφερνε επιτέλους σταθερότητα και ειρήνευση στη χώρα, διατηρώντας τις θεμελιώδεις κατακτήσεις της επανάστασης. Το ισχύον σύνταγμα προέβλεπε όμως μια αργόσυρτη διαδικασία αναθεώρησης και επίσης η τεταμένη πολιτική κατάσταση ήταν τελείως ακατάλληλη για κάτι τέτοιο, επομένως χρειάζονταν άμεσες αλλαγές και λύσεις που προϋπέθεταν πραξικοπηματική ανατροπή. Παράλληλα είχε ισχυροποιηθεί και μια νεοϊακωβίνικη παράταξη, η οποία επιθυμούσε να προωθήσει ριζοσπαστικές αλλαγές που επίσης μόνο πραξικοπηματικά θα μπορούσαν να πραγματοποιηθούν.

Κανένας όμως δεν μπορούσε να συγκριθεί σε δημοφιλία και δόξα με τον κατακτητή της Ιταλίας και της Αιγύπτου Ναπολέοντα, συνεπώς τόσο οι μετριοπαθείς του Σιεγές όσο και οι αριστεροί νεοϊακωβίνοι τον προσέγγιζαν και προσπαθούσαν να τον πείσουν να συστρατευτεί μαζί τους. Ο Ναπολέων βρισκόταν αρχικά μάλλον εγγύτερα στους νεοϊακωβίνους, γιατί εκείνοι ήταν πλειοψηφικοί στον στρατό και ιδιαίτερα μεταξύ των στρατευμάτων του στις δύο νικηφόρες εκστρατείες: ο ίδιος ο Ναπολέων είχε ενθαρρύνει αυτή την τάση, βλέποντας ότι ο συνδυασμός ριζοσπαστικής επαναστατικής φλόγας, σκληρής πειθαρχίας και προσωπικής του χαρισματικής αύρας χαλύβδωνε το ηθικό των αντρών του και την πίστη τους στον ίδιο και τον σκοπό. Ωστόσο η ανεδαφικότητα και η ακρότητα ορισμένων αριστερών θέσεων κατέληγαν να αποδυναμώνουν το δημοκρατικό στρατόπεδο και να ενισχύουν τους βασιλόφρονες. Επίσης, το γεγονός ότι προκειμένου να εναντιωθούν στον Σιεγές οι νεοϊακωβίνοι έφταναν να υπερασπίζονται το ισχύον σύνταγμα έφερνε πρακτικά στο προσκήνιο τον διαβόητα διεφθαρμένο Μπαράς. Από την άλλη πλευρά, ο Σιεγές ήταν κατά τον Ναπολέοντα ξεροκέφαλος και αυτάρεσκος, όμως διέθετε ένα συγκεκριμένο σχέδιο και σταθερή υποστήριξη από ρεβιζιονιστές και μετριοπαθείς της επανάστασης, όπως και από παλιούς ιακωβίνους.

Το αρχικό πλάνο του Σιεγές ήταν ένα εκτελεστικό αποτελούμενο από αυτόνομους και ισότιμους ύπατους, το οποίο δεν θα επέτρεπε την εμφάνιση μιας συγκεντρωτικής εξουσίας. Προόριζε τον Ναπολέοντα για τη θέση του «μεγάλου εκλέκτορα», που θα ήταν μεν το ανώτατο αξίωμα αλλά θα είχε απλώς εποπτικό ρόλο. Ο Ναπολέων, που ήταν υπερβολικά ιδιοφυής και φιλόδοξος πολιτικά για να χρησιμοποιηθεί ως διακοσμητικό στοιχείο, απέρριψε αυτή την ιδέα και επέμεινε ότι η εκτελεστική εξουσία θα έπρεπε να είναι ενιαία με επικεφαλής τον ίδιο. Ετσι ο Σιεγές κατέληξε στην πρόταση μιας τριπλής υπατείας, που ο Ναπολέων επέβαλε να είναι αυστηρά ιεραρχική και με συμβουλευτικό μόνο ρόλο για τον δεύτερο και τρίτο ύπατο. Συμφώνησαν επίσης στη σύσταση της Γερουσίας, με πρόεδρο τον Σιεγές, όπως και του Συμβουλίου του Κράτους που θα ήταν συμβουλευτικό όργανο του Ναπολέοντα.

Πολιτικά αρκετοί αντιπρόσωποι ήταν έτοιμοι να στηρίξουν την πραξικοπηματική πολιτειακή αλλαγή. Επιπλέον, μεταξύ των βασικών συνωμοτών ήταν εκτός από τον Σιεγές και ένα άλλο μέλος του Διευθυντηρίου, ο Ροζέ Ντουκό, ενώ με μια κατάλληλη

1 Ο ένδοξος 30χρονος στρατηγός, νέος μεγάλος ήρωας της δημοκρατίας, αποβιβάστηκε με τις δυνάμεις του σε γαλλικό έδαφος στις 9 Οκτωβρίου 1799 και έγινε δεκτός με αποθεωτικό τρόπο. «Ο Ναπολέων στη γέφυρα του Αρκολα». Πίνακας του Baron-Antoine-Jean Gros (Μουσείο Ερμιτάζ, Αγία Πετρούπολη)

2, 3 Ο Εμανουέλ Σιεγές (από Jacques-Louis David), ο θεωρητικός της επανάστασης, και ο δυναμικός αλλά διεφθαρμένος Πολ Μπαράς (μινιατούρα από άγνωστο). Οι δύο ισχυροί άνδρες του Διευθυντηρίου παραμερίστηκαν από τον Βοναπάρτη 4 Ο Ναπολέων ως μέλος της τριπλής υπατείας Οι Καμπασερέ και Ντουκό περιορίζονταν σε συμβουλευτικό ρόλο

5 Τη 18η Μπρυμαίρ ο Ναπολέων εκφώνησε έναν πύρινο λόγο στο Συμβούλιο των Πρεσβυτέρων (λιθογραφία εποχής)

δωροδοκία προσχώρησε τελικά στο κίνημα και ο οπορτουνιστής Μπαράς. Επομένως τα τρία από τα πέντε μέλη του ίδιου του Διευθυντηρίου κατέληξαν να συνωμοτούν για να το ανατρέψουν, δεδομένο που απεικονίζει γλαφυρά πόσο σύνθετη και αδιέξοδη ήταν η πολιτική κατάσταση στη Γαλλία και πόσο λυτρωτική υπήρξε για τη χώρα η άνοδος στην εξουσία ενός άφθαρτου, ένδοξου και λαοφιλέστατου νεαρού ηγέτη, ικανού να βάλει τάξη στο εσωτερικό χάος και να συντρίψει στρατιωτικά τους εξωτερικούς εχθρούς του έθνους.

«Βαδίζω με τον θεό του πολέμου και τον θεό της νίκης»

Τη 18η Μπρυμαίρ του Ετους VIII (9 Νοεμβρίου 1799) ο Ναπολέων εκφώνησε έναν πύρινο λόγο στο Συμβούλιο των Πρεσβυτέρων, τονίζοντας την αδυναμία του πολιτικού συστήματος να υπερασπιστεί τις επιτυχίες των προηγούμενων χρόνων και την επομένη ακολούθησε μια αδέξια ομιλία του στο Συμβούλιο των Πεντακοσίων, όπου υπήρξαν εντάσεις και έκτροπα, αφού πολλοί αντιπρόσωποι αντέδρασαν στην επικείμενη πραξικοπηματική συνταγματική αλλαγή. Ο Ναπολέων προειδοποίησε ότι βάδιζε «με τον θεό του πολέμου και τον θεό της νίκης» εξοργίζοντάς τους ακόμη περισσότερο και ίσως το πραξικόπημα να αποτύγχανε αν δεν παρενέβαινε αναίμακτα αλλά δυναμικά ο αδερφός του Λισιέν Βοναπάρτης με τους γρεναδιέρους του. Στη συνέχεια οι αντιπρόσωποι που στήριζαν το κίνημα υπέγραψαν μες στη νύχτα ένα καταστατικό που έχριζε τον Ναπολέοντα πρώτο

«ΤΙ ΩΡΑΙΑ ΠΟΥ ΗΤΑΝ Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΕΠΙ ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΙΑΣ!»

ύπατο της Δημοκρατίας. Η ορκωμοσία έγινε στις 4 τα ξημερώματα της 20ής Μπρυμαίρ (11 Νοεμβρίου 1799).

Η 18η Μπρυμαίρ αναφέρθηκε συχνά ως ένα πραξικόπημα που μετέβαλε τον Ναπολέοντα από ήρωα της δημοκρατίας σε δικτάτορα και επέβαλε ένα νέο σύνταγμα, λιγότερο δημοκρατικό από το προηγούμενο. Οφείλουμε όμως να επισημάνουμε ότι αυτή η εντύπωση μπορεί να εκφράζει τα συναισθήματα κάποιων ευαίσθητων διανοουμένων των Παρισίων, όπως της Μαντάμ ντε Στάελ που τότε αποκάλεσε τον Βοναπάρτη «έφιππο Ροβεσπιέρο» (όχι ως κομπλιμέντο), αλλά την ίδια στιγμή σε φιλομοναρχικές περιοχές της γαλλικής επαρχίας η 18η Μπρυμαίρ έγινε αντίθετα αντιληπτή ως «πραξικόπημα που δυστυχώς διέσωσε τη δημοκρατία» από τη μοναρχική παλινόρθωση.

Η αυτοκρατορική στέψη ενός ηγέτη του λαού

Η πρώτη ενέργεια του Ναπολέοντα ως πρώτου υπάτου ήταν να απευθυνθεί στον βασιλέα Γεώργιο Γ΄ της Αγγλίας και τον αυτοκράτορα Φραγκίσκο Α΄ της Αυστρίας με ειρηνευτικές προτάσεις. Η κίνηση αυτή έφερε κάποια ανακούφιση στο εσωτερικό της Γαλλίας, αλλά ο Β΄ Συνασπισμός που εν τω μεταξύ είχε συγκροτηθεί την απέρριψε ως υποκριτική, καθότι πίστευε στη νίκη. Μετά την αυστριακή αντεπίθεση ο Ναπολέων επέστρεψε επικεφαλής των γαλλικών στρατευμάτων στην Ιταλία και κέρδισε τη μάχη του Μαρένγκο στις 14 Ιουνίου 1800, που μαζί με άλλες νικηφόρες μάχες συνέβαλε καίρια στη διαμόρ

«ΤΙ ΩΡΑΙΑ ΠΟΥ ΗΤΑΝ Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΕΠΙ ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΙΑΣ!»

φωση της ευνοϊκής για τη Γαλλία Συνθήκης της Αμιένης τον Μάρτιο του 1802. Η επιτυχία διεύρυνε τη γαλλική επιρροή στην Ευρώπη και ισχυροποίησε περαιτέρω τη θέση του Ναπολέοντα στο εσωτερικό, καθώς μετά τον νέο του θρίαμβο ανακηρύχτηκε ισόβιος πρώτος ύπατος, ενώ ο Σιεγές και διάφοροι άλλοι που είχαν αρχίσει να συνωμοτούν εναντίον του όταν αναχώρησε για την Ιταλία απομακρύνθηκαν από το προσκήνιο. Η αυτοκρατορική στέψη ήταν πια κοντά, αν και η σημασία της όταν πραγματοποιήθηκε δύο χρόνια αργότερα ήταν περισσότερο συμβολική παρά πρακτική, αφού οι εξουσίες του Ναπολέοντα ως ισόβιου πρώτου υπάτου ήταν ουσιαστικά ήδη εξίσου διευρυμένες με εκείνες που θα είχε ως αυτοκράτορας. Το ίδιο ίσχυε για το δεξί του χέρι στη διακυβέρνηση, τον πρώην δεύτερο ύπατο Ντε Καμπασερέ, που χρίστηκε αρχικαγκελάριος της αυτοκρατορίας.

Ο Ναπολέων παρέμενε γιος της επανάστασης, των διαφωτιστικών και κλασικών ελληνορωμαϊκών πολιτικών ιδεών, πιστεύοντας ότι νόμιμο κράτος είναι μόνο εκείνο που βασίζεται στη res publica. Θεωρούσε όμως επιπλέον, σαν σύγχρονος Ιούλιος Καίσαρας, πως το πραγματικά κρίσιμο ζήτημα πάνω από τις θεσμικές ρυθμίσεις ήταν η πρακτική εξασφάλιση κάποιων βασικών κοινωνικών ζητούμενων: σταθερότητα, νομική ισότητα, οικονομική ευμάρεια, ασφάλεια των πολιτών και της ιδιοκτησίας τους, ισχυρή και ενωτική εθνική ηγεσία υπεράνω παρατάξεων. Επίσης, όπως και η πλειονότητα των συμπατριωτών του, απέρριπτε το κοινοβουλευτικό σύστημα βρετανικού τύπου, πιστεύοντας ότι θα προκαλούσε ακόμη χειρότερο φατριασμό και κοινωνική αποσύνθεση αν εφαρμοζόταν στη Γαλλία.

Στις 18 Μαΐου 1804 η Γερουσία ανακήρυξε τον Ναπολέοντα αυτοκράτορα και τον Νοέμβριο ένα δημοψήφισμα επικύρωσε με συντριπτική πλειοψηφία την ανακήρυξη. Στις 2 Δεκεμβρίου πραγματοποιήθηκε η στέψη του ως Ναπολέοντα Α΄ στην Παναγία των Παρισίων. Η διαφοροποίηση με την παλιά μοναρχία ήταν ωστόσο σαφής, καθώς η ανακήρυξη δεν τον έχριζε ιδιοκτήτη της χώρας όπως τους βασιλείς του παλαιού καθεστώτος, αλλά ηγέτη του λαού της. Επίσης, η θεσμική και νομική δομή του κράτους θα συνέχιζε να αποτυπώνει τις δημοκρατικές απαρχές της, γεγονός που σε συνδυασμό με τη μεγάλη επιτυχία που γνώρισε το ναπολεόντειο καθεστώς για αρκετά χρόνια στο εσωτερικό και το εξωτερικό μάς βοηθάει να καταλάβουμε καλύτερα ένα φαινομενικά παράδοξο γαλλικό ρητό του 19ου αιώνα: «Τι ωραία που ήταν η δημοκρατία επί αυτοκρατορίας!»

Ηπειρωτικός θρίαμβος και θαλάσσια πανωλεθρία

Το 1805 υπήρξε χρονιά κομβικής σημασίας. Η ήττα του γαλλοϊσπανικού στόλου από το βρετανικό ναυτικό στη ναυμαχία του Τραφάλγκαρ στις 21 Οκτωβρίου και ο μεγάλος θρίαμβος του Ναπολέοντα στο Αούστερλιτς επί των αριθμητικά υπέρτερων ρωσικών και αυστριακών στρατευμάτων στις 2 Δεκεμβρίου διαμόρφωσαν τη διεθνή κατάσταση ως σαφή κυριαρχία της Γαλλίας στα ηπειρωτικά ευρωπαϊκά εδάφη απέναντι στην πλήρη κυριαρχία της Βρετανίας στις θάλασσες. Η ηπειρωτική κυριαρχία του Ναπολέοντα επικυρώθηκε με την πλήρη επικράτηση επί της Πρωσίας το 1806 και δύο νέες νίκες επί των Ρώσων το 1807.

Ο μεγάλος αντίπαλος του Ναπολέοντα και της Γαλλίας ήταν ωστόσο πά

ντα η Μεγάλη Βρετανία. Η γηραιά Αλβιώνα ήταν η πραγματική δύναμη σε εξάπλωση εκείνη την εποχή, καθώς χάρη στη νησιωτική γεωγραφική της θέση και την κυριαρχία της στις θάλασσες δεν μπορούσε να απειληθεί στα εδάφη της και είχε την άνεση να εξαπλώνεται αποικιοκρατικά οπουδήποτε στον κόσμο, όπως και να ελέγχει το διεθνές εμπόριο. Ο στρατηγικός στόχος της Βρετανίας ήταν να διατηρείται η ισορροπία δυνάμεων στην ηπειρωτική Ευρώπη ώστε να μη σχηματιστεί μια αυτοκρατορική δύναμη

που θα μπορούσε να αξιοποιήσει το σύνολο των πόρων της ηπείρου και αντίθετα οι ηπειρωτικές μεγάλες δυνάμεις να παραμένουν σε ανταγωνισμό και σύγκρουση μεταξύ τους, με τη Βρετανία στον ρόλο του ρυθμιστή.

Από τη στιγμή που οι προσπάθειες συγκρότησης στόλων ικανών να απειλήσουν τη βρετανική ναυτική ισχύ είχαν αποτύχει, η στρατηγική επιλογή του Ναπολέοντα ήταν ένας οικονομικός πόλεμος που θα στόχευε στην ανακοπή της βρετανικής ανάπτυξης. Στις 21 Νοεμβρίου 1806, από

το Βερολίνο, ο Ναπολέων έθεσε σε ισχύ το ηπειρωτικό εμπάργκο, δηλαδή την απαγόρευση οποιασδήποτε εμπορικής συναλλαγής μεταξύ Βρετανίας και ηπειρωτικής Ευρώπης. Με αυτό τον τρόπο έλπιζε ότι θα προκαλούσε καίριο πλήγμα στη βρετανική οικονομία.

Αποκλεισμός με επαμφοτερίζοντες συμμάχους

Η μεγάλη δυσκολία του εγχειρήματος βρισκόταν στο ότι το εμπάργκο προκαλούσε ζημιά και στην ηπειρωτική οικονομία – ακόμη περισσότερο, για να πετύχει θα έπρεπε να τηρείται αυστηρά σε όλη την ήπειρο, κάτι που μόνο στις ελεγχόμενες από γαλλικά στρατεύματα χώρες μπορούσε να εξασφαλιστεί. Το πρόβλημα ήταν κυρίως η στάση της Ρωσίας και της Ισπανίας. Η πρώτη είχε υποχρεωθεί να συμμετάσχει στο εμπάργκο με τη Συνθήκη του Τιλσίτ στις 25 Ιουνίου 1807, ως αποτέλεσμα των ηττών του ρωσικού στρατού από τον Ναπολέοντα, όμως δεν έδειχνε πρόθυμη να τηρήσει με επιμέλεια τις υποχρεώσεις που απέρρεαν από τη συνθήκη. Η δεύτερη ήταν επισήμως σύμμαχος της Γαλλίας, ωστόσο στην πράξη η στάση της ήταν επίσης επαμφοτερίζουσα. Ο Ναπολέων απάντησε καταλαμβάνοντας μεγάλο μέρος της Ιβηρικής χερσονήσου το 1808 και στις 5-6 Ιουλίου 1809 επικράτησε στη μεγάλη μάχη του Βαγκράμ ξανά επί των Αυστριακών, που είχαν βρει την ευκαιρία να γίνουν επιθετικοί εξαιτίας της μεταφοράς γαλλικών στρατευμάτων στην Ισπανία.

«ΤΙ ΩΡΑΙΑ ΠΟΥ ΗΤΑΝ Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΕΠΙ ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΙΑΣ!»

Το κρίσιμο σημείο ήταν πλέον η στάση του τσάρου Αλέξανδρου Α΄. Ο Ναπολέων προσπάθησε να εξασφαλίσει διπλωματικά την τήρηση του εμπάργκο, όμως αυτό αποδείχτηκε αδύνατο. Ετσι, στις 24 Ιουνίου 1812 εισέβαλε στη Ρωσία, στοχεύοντας σε μια γρήγορη αποφασιστική νίκη που θα πειθαρχούσε τον τσάρο στις επιταγές των συμφωνηθέντων. Στη Ρωσία ο Ναπολέων κέρδισε ξανά όλες τις μάχες αλλά για πρώτη φορά έχασε τον πόλεμο, καθώς τα ρωσικά στρατεύματα ακολούθησαν στρατηγική συνεχών τακτικών υποχωρήσεων που σταδιακά έφθειραν την απροετοίμαστη για τέτοιου είδους πόλεμο Μεγάλη Στρατιά.

Η πανωλεθρία της ρωσικής εκστρατείας επέφερε υποχώρηση της γαλλικής πολιτικής και στρατιωτικής ισχύος και τελικά, μετά την ήττα των γαλλικών στρατευμάτων στην Ισπανία από τις συνδυασμένες δυνάμεις Βρετανών και Ισπανών και την ήττα του ίδιου του Ναπολέοντα στη μάχη της Λειψίας από την τεράστια συγκέντρωση δυνάμεων Ρωσίας, Αυστρίας, Πρωσίας, Σουηδίας και Σαξωνίας, ο Γάλλος αυτοκράτορας αναγκάστηκε στις 2 Απριλίου 1814 να παραιτηθεί και να δεχτεί την εξορία στη νήσο Ελβα. Οι ευρωπαϊκές μοναρχίες πραγματοποίησαν στη συνέχεια το Συνέδριο της Βιέννης, όπου αποφασίστηκαν η μορφή της μετ α ναπολεόντειας Ευρώπης και η παλινόρθωση της δυναστείας των Βουρβόνων στη Γαλλία.

Απόδραση από την Ελβα και πορεία προς το Παρίσι

Στα τέλη Φεβρουαρίου του 1815 ο Ναπολέων συγκλόνισε για ακόμη μία φορά τον κόσμο διαφεύγοντας παράτολμα από την Ελβα με την προσωπική του φρουρά. Πα

τώντας ξανά στο γαλλικό έδαφος γνώρισε ενθουσιώδη υποδοχή τόσο από τον λαό όσο και από τα γαλλικά στρατεύματα, τα οποία παρακούοντας τις εντολές συνενώνονταν με τον αυτοκράτορα στην πορεία του προς το Παρίσι αντί να τον σταματήσουν. Οι ευρωπαϊκές μοναρχίες αντέδρασαν κηρύσσοντας μαζικά τον πόλεμο, ενώ ο βασιλιάς Λουδοβίκος ΙΖ΄ αναγκάστηκε να αποχωρήσει εσπευσμένα από την πρωτεύουσα, αντιλαμβανόμενος τη σαρωτική εύνοια της γαλλικής κοινωνίας προς τον Ναπολέοντα. Ακολούθησαν οι περίφημες «εκατό ημέρες» που κορυφώθηκαν με τη μεγάλη μάχη του Βατερλό στις 18 Ιουνίου, όπου τα στρατεύματα του Εβδομου Συνασπισμού κατά του Ναπολέοντα επικράτησαν αποφασιστικά, κυρίως χάρη στην οριακή άφιξη του πρωσικού στρατού στο πεδίο της μάχης, την ώρα που οι βρετανικές και συμμαχικές δυνάμεις του δούκα Ουέλινγκτον κινδύνευαν να καταρρεύσουν. Η οριστική πτώση του Ναπολέοντα τον οδήγησε εξόριστο στη νήσο Αγία Ελένη του νότιου Ατλαντικού, όπου έζησε τα τελευταία χρόνια της ζωής του και έγραψε μαζί με τους γραμματείς του τα απομνημονεύματά του, ένα από τα πιο ευπώλητα έργα του 19ου αιώνα.

Πέρα από τον θρύλο του, ο Ναπολέων Βοναπάρτης άφησε πίσω του πολύ σημαντική πολιτική κληρονομιά. Κληρονομιά που αφορά άμεσα όχι μόνο τη Γαλλία, όπου πολλές κρατικές δομές εξακολουθούν να προέρχονται από εκείνες που συγκροτήθηκαν την εποχή του, αλλά και τον διεθνή χώρο, αφού οι ναπολεόντειοι νομικοί κώδικες αποτέλεσαν θεμέλιο πολλών σύγχρονων ευρωπαϊκών νομικών συστημάτων και δημοκρατικών πολιτευμάτων.

Περιεχομενα

el-gr

2021-05-16T07:00:00.0000000Z

2021-05-16T07:00:00.0000000Z

https://epaper.documentonews.gr/article/283317525306185

Documento Media