Documento Media

«Στην Ελλάδα βρίσκω παντού κάτι που με ενδιαφέρει»

Η Αγγλίδα συγγραφέας μιλάει για τη σχέση της με την Ελλάδα, την πανδημία και το Brexit

Συνέντευξη στην Εμυ Ντούρου Φωτογραφία Τατιάνα Μπόλαρη/Eurokinissi

Πριν από δεκαέξι χρόνια εξαιτίας της Βικτόρια Χίσλοπ έγινε γνωστή παγκοσμίως η ιστορία της Σπιναλόγκας και των χανσενικών που τους απομόνωναν εκεί. Πρόσφατα κυκλοφόρησε το νέο της μυθιστόρημα με τίτλο «Μια νύχτα του Αυγούστου», με το οποίο επανέρχεται στους ήρωες του «Νησιού». Ακολουθεί την πορεία τους μετά το κλείσιμο της αποικίας λεπρών και τη νύχτα που στιγματίστηκε από μια δολοφονία, η οποία άλλαξε για πάντα τη ζωή τους. Η Βικτόρια Χίσλοπ την ημέρα που μιλήσαμε βρισκόταν στην Κρήτη για τα γυρίσματα της σειράς που βασίζεται στο βιβλίο της «Οι καρτ ποστάλ». Στην Ελλάδα έρχεται αδιαλείπτως από την ηλικία των 17 χρόνων. «Πρώτη φορά ήρθα με τη μητέρα και την αδερφή μου για διακοπές. Αρχικά επισκεφτήκαμε για μια εβδομάδα την Αθήνα και μετά την Πάρο. Λόγω ηλικίας δεν είχα ταξιδέψει πολύ ακόμη. Γι’ αυτό νομίζω ότι μου έκανε τόσο μεγάλη εντύπωση η Ελλάδα».

Τι θυμάστε πιο έντονα από την πρώτη φορά που βρεθήκατε εδώ;

Μέχρι τότε κάναμε διακοπές στην Αγγλία. Οταν έχεις συνηθίσει να κολυμπάς σε καφετιά και κρύα θάλασσα είναι συναρπαστικό να μπαίνεις στα νερά που υπάρχουν εδώ. Από τότε ξεκίνησα να έρχομαι κάθε χρόνο για διακοπές στην Ελλάδα γιατί πλέον λόγω ηλικίας μπορούσα να αποφασίζω εγώ πού θα πηγαίνω. Ηταν λοιπόν ιδανική η στιγμή που ήρθα. Αν ερχόμουν για πρώτη φορά στην ηλικία που είμαι σήμερα, ίσως να μην είχα την εικόνα που έχω τώρα.

Απ’ όσο καταλαβαίνω έχετε βαθιά σύνδεση με την Κρήτη.

Κάθε φορά που επισκέπτομαι την Κρήτη συναντώ κάτι καινούργιο. Εχω ένα σπίτι εδώ και όταν έρχομαι ταξιδεύω σε μέρη που μπορεί να μην έχω ξαναπάει. Η αλήθεια είναι ότι έχω ταξιδέψει παντού στην Ελλάδα και δεν υπήρχε μέχρι τώρα κάποιο μέρος που να μη μου άρεσε. Μια φορά είχα κανονίσει να πάω στο Αγρίνιο. Και όταν το είπα σε φίλους με ρωτούσαν «γιατί;». Μα είναι τόσο ενδιαφέρον το Αγρίνιο. Με ωραίες γωνιές και ένα ωραίο μουσείο. Ποτέ δεν είμαι αρνητική να επισκεφτώ μια πόλη ή ένα χωριό. Παντού βρίσκω κάτι που με ενδιαφέρει. Αγαπώ την Κρήτη, μου αρέσει η Θεσσαλονίκη, νοικιάζω ένα διαμέρισμα στην Αθήνα. Για μένα είναι πάντα ευχάριστο να είμαι εδώ. Αν όμως με ρωτούσατε για την Αγγλία, θα είχα διαφορετική απάντηση. Πολλά μέρη εκεί μου ρίχνουν τη διάθεση.

Το μυθιστόρημα «Μια νύχτα του Αυγούστου» της Βικτόρια Χίσλοπ σε μετάφραση της Φωτεινής Πίπη κυκλοφορεί από τις Eκδόσεις Ψυχογιός

Είναι πιο εύκολο να αγαπήσουμε έναν τόπο όταν είναι και δεν είναι δικός μας;

Ναι, ίσως συμβαίνει αυτό, γιατί ξέρω ότι είμαι ξένη. Πλέον έχω ελληνική ταυτότητα αλλά την ίδια στιγμή το DNA μου, το μαύρο κουτί μου –όπως αυτό που έχουν τα αεροπλάνα–, δεν είναι ελληνικό. Βλέπω τα πράγματα πάρα πολύ θετικά και αυτό νομίζω ότι ενοχλεί τους

«Κοιτούσα τη Σπιναλόγκα και σκεφτόμουν ότι είναι ένα νησί-σύμβολο που μας υπενθυμίζει πόσο τυχεροί είμαστε όλοι εμείς»

φίλους μου, που μου λένε «καλά, δεν βλέπεις τίποτε κακό εδώ;». Και ακούω και βλέπω, αλλά δεν θέλω να αλλάξω άποψη.

Τι άλλαξε στη ζωή σας από τη στιγμή που πήρατε την ελληνική υπηκοότητα;

Συνέβη κατά τη διάρκεια μιας χρονιάς που άλλαξε η ζωή μας – ύστερα από πέντε μήνες κατά τη διάρκεια των οποίων ζούσαμε με τον φόβο της πανδημίας. Συν τοις άλλοις, τη στιγμή εκείνη η ελληνική υπηκοότητα μου πρόσφερε τη δυνατότητα να ταξιδέψω εύκολα – λόγω της νέας κατάστασης με το Brexit οι μετακινήσεις μεταξύ των χωρών έχουν γίνει πολύ δύσκολες. Αν δεν είχα την ελληνική ταυτότητά μου, τώρα θα ήταν πάρα πολύ δύσκολο να ταξιδέψω από την Αγγλία στην Κρήτη για το γύρισμα. Ολο αυτό με βοήθησε πολύ να νιώθω ότι εξακολουθώ να είμαι εντός Ευρώπης. Δεν είμαι μόνο Αγγλίδα. Πρώτα απ’ όλα νιώθω Ευρωπαία. Και σίγουρα δεν νιώθω καθόλου Βρετανίδα. Οσο περνάει ο καιρός νιώθω πιο πολύ Ελληνίδα.

Κυρίως τι έχει αλλάξει στη ζωή στο Ηνωμένο Βασίλειο μετά το Brexit;

Το Brexit σχεδόν συνέπεσε με την Covid-19. Στην ουσία έξι εβδομάδες μετά την έναρξή του ήρθε η πανδημία και το βλέμμα όλων στράφηκε εκεί. Πάντως ήταν καταστροφικό για τις εισαγωγές και τις εξαγωγές, για το προσωπικό των νοσοκομείων που ήταν από την Ευρώπη και επέστρεψαν στις χώρες τους, για τους φοιτητές που πλέον αντιμετωπίζουν πολλές δυσκολίες όταν θέλουν να συμμετέχουν στο πρόγραμμα Erasmus.

Γράψατε το νέο βιβλίο σας μες στην πανδημία. Πώς προέκυψε;

Προτού εφαρμοστεί το lockdown στην Αγγλία παρακολουθούσα τι συνέβαινε στην Ελλάδα και σκεφτόμουν για ποιο λόγο το εφάρμοσε ο Μητσοτάκης και όχι ο Μπόρις Τζόνσον. Στην Αγγλία ο κόσμος ήταν στους δρόμους, ενώ τα μαγαζιά ήταν ανοιχτά. Κάποια στιγμή που περνούσα έξω από ένα σουπερμάρκετ είδα τον κόσμο να βγαίνει με μεγάλες τσάντες και με έπιασε πανικός. Μια μέρα πριν είχε πεθάνει η μητέρα μου, η οποία ήταν σε γηροκομείο, και το μόνο που είχε κάνει η κυβέρνηση ήταν να ανακοινώσει ότι τα γηροκομεία έπρεπε να κλείσουν γιατί φοβόταν πολύ για τους ηλικιωμένους. Αποφάσισα να φύγω από το Λονδίνο γιατί είναι πιο δύσκολο να παραμείνεις ασφαλής σε μια μεγάλη πόλη. Πήγα στο σπίτι που έχουμε στην εξοχή, σε απόσταση μιάμισης ώρας από το Λονδίνο, και πέρασα εκεί όλη την περίοδο του lockdown μαζί με τον σύζυγο και τα παιδιά μου. Οταν όμως συνέβη αυτό ήθελα να κάνω κάτι, δεν μπορούσα να μένω στο σπίτι χωρίς να γράφω.

Πώς αποφασίσατε να γράψετε τη συνέχεια του «Νησιού» και όχι μια εντελώς νέα ιστορία;

Γιατί η κατάσταση στην οποία βρισκόμασταν μου θύμιζε τους ανθρώπους που αναγκάστηκαν να απομονωθούν εξαιτίας της λέπρας. Εκείνους που παρότι ήταν σε ένα

νησί που βρισκόταν απέναντι από το σπίτι τους δεν μπορούσαν να δουν και να αγκαλιάσουν την οικογένεια και τους φίλους τους. Για εκείνους δεν υπήρχε θεραπεία· μόνο φόβος και μια ασθένεια που δεν μπορούσαν να σταματήσουν. Ηθελα επίσης να ξαναδώ τις ζωές των ηρώων του «Νησιού» έπειτα από τόσα χρόνια.

Πόσο καιρό σας πήρε να ολοκληρώσετε το βιβλίο;

Αρχισα στις 30 Μαρτίου και ήταν έτοιμο για τον εκδότη μου τον Ιούλιο –έγραφα κάθε μέρα όλη μέρα. Για το βιβλίο αυτό δεν χρειαζόταν να κάνω έρευνα και δεν μπορούσα κιόλας λόγω του lockdown, εξαιτίας του οποίου δεν μπορούσα να επισκεφτώ τις βιβλιοθήκες. Εκανα έρευνα μόνο για κάποια πράγματα που ήθελα να μάθω για τα καράβια στον Πειραιά.

Εχετε γράψει βιβλία που η δράση τους τοποθετείται στην Ελλάδα, την Ισπανία, την Κύπρο. Γιατί όχι στην Αγγλία;

Δεν γράφω για την Αγγλία. Δεν μπορώ. Δεν έχω ποτέ έμπνευση.

Οταν γράφετε ένα βιβλίο έχετε την ανησυχία αν θα αρέσει;

Η αλήθεια είναι ότι δεν σκέφτομαι πολύ τους αναγνώστες, γιατί αυτό είναι επικίνδυνο. Οταν γράφω μια ιστορία είναι για κάτι που με ενδιαφέρει και σκέφτομαι μόνο τους χαρακτήρες μου. Δεν μπορώ να έχω το άγχος αν οι άλλοι θα το βρουν καλό.

Παλαιότερα σας είχε γίνει πρόταση από το Χόλιγουντ για το «Νησί». Γιατί αρνηθήκατε;

Ηταν πολύ εύκολο να αρνηθώ.

Μου κάνει εντύπωση αυτό που λέτε.

Ναι, ήταν εύκολο, γιατί ο παραγωγός δεν ήθελε να είμαι κοντά στην παραγωγή. Κάθε βιβλίο μου για μένα είναι όπως ένα μωρό. Και το μωρό σου δεν το δίνεις σε έναν ξένο έτσι απλά. Τότε είχα συναντήσει τον Μανώλη Φουντουλάκη, ο οποίος είχε λέπρα, και γίναμε φίλοι. Για μένα ήταν πολύ σημαντικό όταν κοιτάζουμε μαζί την οθόνη αυτό που θα βλέπουμε να είναι φτιαγμένο με σεβασμό για τους λεπρούς. Ο Μανώλης Παπαδουλάκης που έκανε τη σκηνοθεσία στο «Νησί» είχε μεγάλο σεβασμό για όλους, όχι μόνο για τους λεπρούς.

Τι είναι αυτό που σας έφερε κοντά στην ιστορία της Σπιναλόγκας;

Ισως το κουράγιο των ανθρώπων που ήταν εκεί και ότι δεν διέφεραν σε τίποτε από εμάς. Αναγκάστηκαν να ζουν με τη λέπρα εξαιτίας της κακής τύχης, όχι επειδή οι ίδιοι ευθύνονταν για κάτι. Το ίδιο συμβαίνει και με τους πρόσφυγες από τη Συρία. Κάθε φορά σκέφτομαι ότι οι άνθρωποι αυτοί πριν από χρόνια ή μήνες ζούσαν σε μια πόλη ακριβώς όπως η δική μας. Μια πόλη με σχολεία, νοσοκομεία και σπίτια που πλέον είναι κατεστραμμένη. Πριν από λίγες μέρες κάναμε γυρίσματα στην Πλάκα. Κοιτούσα τη Σπιναλόγκα και σκεφτόμουν ότι είναι νησί-σύμβολο που μας υπενθυμίζει πόσο τυχεροί είμαστε όλοι εμείς.

Doc Ville

el-gr

2021-05-16T07:00:00.0000000Z

2021-05-16T07:00:00.0000000Z

https://epaper.documentonews.gr/article/282621740604233

Documento Media